26 Απριλίου 2016

The Program 2015 Το Πρόγραμμα

Τον Stephen Frears παρακολουθώ από την εποχή που έκανε τις χαμηλού προϋπολογισμού ταινίες όπως το My Beautiful Laundrette (1985),
Sammy and Rosie Get Laid (1987).
Τον αναζητώ στις νέες πρεμιέρες παρ’ όλο που με απογοητεύει τελευταία. Σαν να θέλω να του δίνω ευκαιρίες.
Κι αυτή η ταινία με το ζόρι αγγίζει το μέτριο. Σαν να έχασε ο άνθρωπος την δυναμική του. Προσπαθεί να αρθρώσει λόγο αλλά χωρίς να το τολμάει στο τέλος.
Η Βασίλισσα, η Καθολική Εκκλησία, δηλώνεται της Ιρλανδίας και τώρα ο Αθλητισμός. Δύσκολα και δυνατά θέματα. Πολυσυζητημένα κατ ιδίαν, ανέγγιχτα δημοσίως, κοινωνικά, πολιτικά.
Διαλέγει ένα πρόσωπο The Queen of England, Philomena, Lance Armstrong, για να μιλήσει για κάτι που αν όχι διχάζει την κοινωνία την θέτει προς προβληματισμό και επιλογή της.
Αυτή την φορά διάλεξε τον Lance Armstrong άφωνοι μείναμε και αποσβολωμένοι όταν ανακοινώθηκε το 2015 η χρήση ουσιών από τον καταξιωμένο ποδηλάτη και 7 φορές πρωταθλητή του Tour de France. Ίνδαλμα και πρότυπο για νέους αθλητές και οπαδούς όχι μόνο της ποδηλασίας.
Για μας, τους εκτός αθλημάτων, παράδειγμα σθένους, θέλησης, κουράγιου. Ελπίδα για το πως ξεπέρασε τον καρκίνο που του έτυχε στα 21 του χρόνια. Όχι μόνο τον ξεπέρασε αλλά τον <μετάλλαξε> σε έναν προσωπικό κι ανθρώπινο θρίαμβο. Εν ολίγοις αυτό είναι και η υπόθεση της ταινίας.
Ευτυχώς ο πρωταγωνιστής του Ben Foster, όπως και τις άλλες φορές οι πρωταγωνίστριες, Helen Mirren, Judi Dence, ήταν κορυφαίος. Θα μπορούσε κανείς να πει έχει συνέπεια και στόχο. Μοιάζουν με μονογραφίες τα έργα του. Αυτό πρέπει να του το αναγνωρίσω. Δια της εξαιρετικής ερμηνείας αποδίδεται το θέμα. Είναι αρκετό; Απουσίαζε όχι όπως λέχθηκε η εστίαση αλλά η θέση.
Ένα ίνδαλμα καταρρέει.
Μας κορόιδευε επί εφτά χρόνια και πλέον. Δήλωνε ότι ήταν καθαρός ενώ αυτός και η ομάδα του ήταν ένα χημικό κοκτέιλ.
Ήταν διαταραγμένη προσωπικότητα; Αφελής; Φιλόδοξος; Εγωιστής; Μισαλλόδοξος; Άπληστος; Ανικανοποίητος; Είναι εξαίρεση ή ο κανόνας; Μήπως είναι αυτό που εμείς ως κοινωνία ζητούμε και το σύστημα κατασκευάζει ενώ είναι όλοι ευχαριστημένοι. Αυτοί που πουλούν θέαμα, οι ασφαλιστές, οι διαφημιστές, οι Αθλητικές οργανώσεις, τα Σωματεία, οι εταιρείες, οι αθλητικογράφοι, εμείς το κοινό, αρένα. Κάποτε το κοινό ζητούσε αίμα τώρα το παίρνει αλλά δεν φαίνεται, γίνεται επιστημονικά. Εκτός του αίματος, άφθονο ρέει και το χρήμα που επίσης δεν αναφέρθηκε. Εύλογα θα έλεγε κάποιος μα αναλύεις το αθλητικό φαινόμενο; Βεβαίως όχι, αλλά αυτό περίμενα από την ταινία που όχι απλά δεν το πήρα, αλλά προσεγγίσθηκαν διάφορα θέματα, επιδερμικά, χλιαρά. Το σημαντικότερο χωρίς μεθοδικότητα. Το δε ηθικό δίλημμα που θα έπρεπε, κατά την ταπεινή μου γνώμη να είναι κυρίαρχο, αναφέρθηκε περιστασιακά, είχε επίσης να κάνει με συγκεκριμένη ομάδα εξαιτίας του ότι ο συναθλητής Floyd Landis του και μία φορά νικητής του Γύρου Γαλλίας, προερχόταν από αυτήν. Μόνο οι θρησκευόμενοι έχουν ηθικά διλήμματα; Μόνο αυτή η ομάδα;
Δεν περίμενα ένα ντοκιμαντέρ αλλά απουσίαζε και το συναίσθημα εκτός της τεκμηριωμένης και αντικειμενικής προσέγγισης του θέματος, όπως θα ήταν ένα ντοκιμαντέρ απέναντι σε μία ταινία δράματος με βιογραφικό θέμα.
Ο σύγχρονος θεατής είναι κακομαθημένος, έτσι ήμουν ανικανοποίητη με τον τρόπο που ενσωματώθηκαν τα πραγματικά πλάνα, που έγινε το editing, η φωτογράφηση. Δεν δημιουργήθηκε ένταση, αντίθετα παραήταν απλοϊκά τα τρυπάνια στο χειρουργείο, το ίδιο πλάνο στις Άλπεις.
Εξαιρετικά τα πορτρέτα του Lance Armstrong από τον Danny Cohen, εντυπωσιακές οι λήψεις τις στιγμές που ο Lance Armstrong νουθετεί απειλεί τους συναγωνιζόμενους και θα έλεγα βοήθησε ως προς την ελάχιστη ένταση η μουσική επένδυση.
Η ερμηνεία του Ben Foster όπως ανέφερα θα μπορούσε να είναι ο λόγος θέασης της ταινίας.

Σκηνοθέτης: Stephen Frears
Σενἀριο: John Hodge
Βιβλίο: Seven Deadly Sins του David Walsh
Φωτογραφία: Danny Cohen
Μουσική: Alex Heffes
Editing: Valerio Bonelli
Ηθοποιοί:
Ben Foster: Lance Armstrong
Chris O Dowd: David Walsh
Guillaume Canet: Michele Ferrari
Jesse Plemons: Floyd Landis
Lee Pace: Bill Stapleton
Denis Menochet :Johan Bruyneel
Dustin Hoffman: Bob Hamman
Edward Hogg : Frankie Andreu
Elaine Cassidy : Betsy Andreu
Laura Donnelly: Emma O'Reilly
Bryan Greenberg
Sam Hoare : Stephen Swart
Kevin Hulsmans : Filippo Simeoni

18 Απριλίου 2016

Macbeth - 2015

Τα μεγάλα έργα είναι πρόκληση για τους δημιουργούς. Κάθε δε φορά αναρωτιέμαι τι καινούργιο έχουν να πουν. Παράδειγμα η Πιετά και οι διάφορες επαναλήψεις της, επίκαιρο το θέμα στην χώρα μας εξαιτίας του δημιουργού της, Jan Fabre.
Εγώ προσωπικά ξέρω δύο κινηματογραφικές μεταφορές του Macbeth από τους Roman Polanski και Orson Welles.
Πριν δω την ταινία αναρωτιόμουν τι θα έλεγε περισσότερο ο Justin Kurzel στον Macbeth του 2015.
Και όμως.
Πριν προχωρήσω για την ταινία θα παραθέσω ένα κομμάτι από το σημείωμα του Γιώργου Χειμωνά για τον William Shakespeare και τον Macbeth (ομώνυμο βιβλίο εκδόσεις Κέδρος, την μετάφραση του οποίου έκανε ο Γιώργος Χειμωνάς.)

Ο Μάκβεθ είναι ένα αριστούργημα. Όταν το διαβάζεις - και κυρίως  το ζεις στη θεατρική του πραγματικότητα - αισθάνεσαι δέος απέναντι στον δημιουργό Νου που το έκανε αριστούργημα. Όταν το μεταφράζεις, ανακαλύπτεις τον τρόπο που χρησιμοποιεί αυτός ο νους για να το κάνει αριστούργημα. Ο τρόπος του Σαίξπηρ είναι να γεννήσει τον "νου" του έργου και να τον αφήσει, στη συνέχεια, να δημιουργεί σχεδόν αυτόνομος - με μια δική του πλέον «σκέψη» - το νόημα ή την συγκίνηση ή την ποιητική του εαυτού του. Και ο νους του δράματος Μάκβεθ είναι, κυριολεκτικά, ένας λαβύρινθος - στον οποίον, ως μεταφραστής μπαίνεις γνωρίζοντας από την απλή του ήδη ανάγνωση ότι εκεί μέσα σε περιμένουν τρία θέματα - τέρατα. Ο Θάνατος, σε ολόκληρο τον οντογνωσιολογικό του όγκο και δίπλα του ο ανθρώπινος δήμιος: ο φόνος˙ το Μεγάλο, ως δεδομένο, φυσικό αίτημα της ψυχής και δίπλα του, η ανθρώπινη αναπηρία που το εξαθλιώνει: η πολιτική εξουσία˙ το Κακό, με όλη την κοσμολογική του ισχύ και δίπλα του, η γήινη θεολογία που το εξανθρωπίζει για να το παραδώσει στον ομόλογο αντίπαλό του˙ το Καλό. Και πάνω απ όλα, ο Φόβος που εκλύεται από την ανισορροπία αυτών των άνισων δίδυμων μεγεθών - αλλά και παραμερίζει το μεγάλο, για να διασταυρωθούν τα δύο άλλα: η ένωσή τους θα γίνει ένας εφιάλτης του Χάους˙ ή ένα «αριστούργημα του Χάους», όπως αναγγέλλεται το έγκλημα του Μάκβεθ. […]

Σε περίπτωση που η υπόθεση δεν είναι γνωστή:

Ο στρατηγός Macbeth γυρίζει νικητής απ' τον πόλεμο και τρεις μάγισσες, τέσσερις στην ταινία, τον καλούν να του ανακοινώσουν την προφητεία τους ότι θα γίνει βασιλιάς. Παρακινούμενος από τη σύζυγό του και από τη φιλοδοξία του, ο Macbeth σκοτώνει το βασιλιά Duncan ενώ τον φιλοξενούσε και γίνεται βασιλιάς της Σκωτίας. Θέλοντας να εδραιώσει ακόμη περισσότερο τη θέση του, δολοφονεί και τον στρατηγό Banquo, φίλο του, επειδή οι τρεις μάγισσες είχαν προβλέψει, ότι ο στρατηγός θα γεννήσει βασιλιάδες . Από τη δολοφονία ξέφυγε ο γιος του Banquo, Fleance. Το ίδιο διάστημα, η λαίδη Macbeth βασανίζεται από τύψεις και παθαίνει νευρικές κρίσεις. Ένα βράδυ που υπνοβατεί, βλέπει τα χέρια της βαμμένα με αίμα και πεθαίνει. Ο Μacbeth βλέπει ότι ο στρατός πλησιάζει τον πύργο του, με αρχηγό το Μalcolm κρατώντας κλαδιά απ' το Birnam δάσος, όπως του είχαν πει και οι μάγισσες. Μονομαχεί με το Μacduff του οποίου είχε δολοφονήσει τα παιδιά και τη γυναίκα, και τελικά ο Μacbeth σκοτώνεται.

Οι σεναριογράφοι Jacob Koskoff, Michael Lesslie και Todd Louiso υπεραπλουστεύουν το κείμενο και γίνονται κάποιες αλλαγές στους χώρους, στον τρόπο που παρουσιάζεται το τέλος της Λαίδης, προστίθεται αυθαίρετα μία ακόμη μάγισσα, η τέταρτη, όπως περικοπές στους διαλόγους και τον χώρο που αυτοί λαμβάνουν χώρο.
Όμως αν προσπεράσει κανείς αυτές τις υπερβάσεις έχεις ένα δυνατό έργο. Ένα που αντίθετα με την άποψη που υπερασπίζεται ότι έργα σαν κι αυτό τα ακουμπούμε με περισσή ευλάβεια και προσοχή σχεδόν τα επαναλαμβάνουμε μουσειακά και τα αντιμετωπίζουμε ως ιερά, μπόρεσε με τον τρόπο του και πέρασε τα μηνύματα που το έργο διαμηνύει και πολύ εύστοχα ο Γιώργος Χειμωνάς ανέλυσε.
Το δίδυμο Michael Fassbender, Marion Cotillard απέδωσε τους ρόλους του με εξαιρετικό τρόπο.
Η αθώα έκφραση στα μάτια της Marion Cotillard σε συνδυασμό με τον γεμάτο δολοπλοκίες και πειστικότητα λόγο της προσέδωσαν σχεδόν μία υπερφυσική διάσταση στον ρόλο της προκειμένου να ξεπερασθούν οι αντιστάσεις του Macbeth για δολοφονία του βασιλιά και να επιτευχθεί η φιλοδοξία της. Η μεταμέλεια της με απόλυτη λιτότητα στην ίδια εκκλησία που δρομολογήθηκε το έγκλημα, έφερε τον θάνατό της ως μία φυσική κατάληξη.
Κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν έχω δει άλλον Macbeth να αποδίδει τον φόβο και την εσωτερική σύγκρουση τόσο έντονα. Διέτρεχε την ραχοκοκκαλιά μου ο φόβος του κακού και ο φόβος μπροστά στην αλαζονεία της εξουσίας του. Ένα τίποτα ο άνθρωπος μπροστά στην αδηφάγα λατρεία της παραμονής του στον θρόνο και στη δίνη των φόνων.
Ο σκηνοθέτης ήθελε να μιλήσει σε καινούργιο κοινό και τόλμησε καινοτομίες. Εκτιμώ ότι το πέτυχε και δεν επέτρεψα να με απωθήσουν οι καινοτομίες του.
Εξάλλου τα έργα για ζήσουν και να είναι χρήσιμα πρέπει να ειδωθούν σε παρούσες συνθήκες και με ερμηνείες οικείες των καιρών.
Αμφιβάλλω αν οι μονόλογοι του Μαcbeth είχαν να πουν κάτι στον θεατή των ημερών μας, αν λεγόταν με τον κλασσικό τρόπο, αν δεν ήταν σαν να μιλούσε όπως ένας αλλόφρων της εποχής μας.
Εντυπωσίασε ο φωτογράφος, Adam Arkapaw και η επιλογή τους με τον σκηνοθέτη, να μεταφέρουν με αργή κίνηση, στατικότητα τις μάχες, το αίμα, την βία.
Το κόκκινο επίσης βοήθησε να βιωθεί ο θάνατος, προοίμιο για τους φόνους που θα ακολουθήσουν. Η ομίχλη και η βροχή μέρος της μεταφοράς στον τόπο, προσομοίωση για την ροή των εγκλημάτων.
Βωβοί οι παριστάμενοι στην μισαλλοδοξία και εγκληματικότητα του βασιλέως όπως βωβοί και οι σύγχρονοι πολίτες του κόσμου στις θηριωδίες της εξουσίας.
Η μουσική του Jed Kurzel, οι φυσικοί και μη ήχοι βοήθησαν και ενίσχυσαν τον τρόμο που προκαλούσε η ακόρεστη επιθυμία του βασιλιά για παραμονή στον θρόνο. Θάνατος στον εν δυνάμει διεκδικητή του θρόνου, στους αθώους γόνους αυτού.
Του έπρεπε και αυτού ο θάνατος για να λυτρωθεί ο θεατής και επέλθει η κάθαρση.
Καθόλου τυχαία η τελευταία σκηνή με τον Μalcolm μεν να αποχωρεί και τον Fleance, τον γιο του Banquo, τον μελλοντικό βασιλιά, σύμφωνα με τις μάγισσες, να παίρνει το σπαθί του Macbeth και να απομακρύνεται στο άδειο πεδίο της μάχης. Είχε προηγηθεί βέβαια η εικόνα του σκοτωμένου Macbeth καθώς των προσπερνούν αδιάφορα τα πόδια των στρατιωτών που επελαύνουν προς το κάστρο.

Σκηνοθέτης: Justin Kurzel
Σενάριο για το θεατρικὀ έργο Macbeth του William Shakespeare: Jacob Koskoff,Michael Lesslie,Todd Louiso
Φωτογραφία: Adam Arkapaw
Μουσική: Jed Kurzel
Editing: Chris Dickens

Ηθοποιοί
Michael Fassbender: Macbeth
Marion Cotillard: Λαίδη Macbeth
Paddy Considine: Banquo
Sean Harris: Macduff
Jack Reynor: Malcolm
Elizabeth Debicki: Λαίδη Macduff
David Thewlis: Βασιλιάς Duncan
Seylan Baxter, Lynn Kennedy, Kayla Fallon and Amber Rissmann: οι μάγισσες
Lochlann Harris: Fleance

14 Απριλίου 2016

Η Γέφυρα των Κατασκόπων (Bridge of Spies) - 2015

Ο αφηγηματικός Steven Spielberg με μία ακόμη καλή ταινία.
Ξέρει να αφηγείται και μάλιστα πολύ καλά.
Ενώ ήξερα ότι η ιστορία αφορά αληθινά γεγονότα, μέχρι το τέλος ένιωθα ότι ήμουν μέσα σε ένα καλογυρισμένο θρίλερ.
Μπορεί και σε αποστασιοποιεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Σε βολεύει στην πολυθρόνα σου και ενώ σε κρατάει σε εγρήγορση, δεν σε ταλαιπωρεί.
Ξεκινάει την ταινία σχεδόν χωρίς ήχο, με τον κατάσκοπο ανάμεσα στο είδωλο του αριστερά και στο πορτρέτο του δεξιά.
Είναι σαν να λέει, κυρίες και κύριοι, είμαστε στην εποχή του ψυχρού πολέμου και αυτός είναι o κατάσκοπος Rudolf Alber (Mark Rylance) με δύο ταυτότητες και δύο ρόλους. Ο εαυτός του παλεύει ανάμεσα στους ρόλους που θα υπηρετήσει. Οι δε αρχές, σε αμφότερες πλευρές, παλεύουν να βεβαιωθούν σε ποια πλευρά βρίσκεται ο άνθρωπος τους, μας.
Σε αυτόν τον πόλεμο και φυσικά στην ταινία υπάρχουν όλοι, ή σχεδόν όλοι, οι χαρακτήρες με κυρίαρχους φυσικά αυτούς που υπηρετούν ηθελημένα ή άθελα τους το σύστημα, τους κατά λάθος εμπλεκόμενους και φυσικά τον επαγγελματία, James B.Donovan (Tom Hanks) τον πολιτικά μην εμπλεκόμενο, αυτόν που κοιτάει να κάνει καλά την δουλειά του που όμως σέβεται τους νόμους και εν προκειμένω το Σύνταγμα. Αυτό είναι και το εργαλείο με το οποίο δουλεύει και επικαλείται στις διαπραγματεύσεις και στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις, αν πρέπει να πείσει τον συνομιλητή του, να διεκδικήσει και να κερδίσει τον στόχο του.
Ένα σενάριο που οι αδελφοί Joel και Ethan Coen μαζί με τον Matt Charman το έγραψαν έτσι που να υπάρχει μια πινελιά σαρκασμού και κριτικής των επικρατουσών πολιτικών αποφάσεων και στόχων και της λειτουργίας των συστημάτων ασφαλείας. Ο σαρκασμός των αποφάσεων και των δράσεων εν γένει. Για παράδειγμα, ο κόσμος ανατρέπεται και ο κατάσκοπος, ως απλός μεσήλικας, ζητάει την τεχνητή οδοντοστοιχία του. Είναι όμως οι σαν από εικονογραφημένο περιοδικό φιγούρες και οι κινήσεις των προσώπων (ήταν η επιλογή του σκηνοθέτη αυτή), όχι απλά ελαφρύνουν την ατμόσφαιρα, αλλά δηλώνουν την θέση του για το όλο εγχείρημα και οικοδόμημα του ψυχρού πολέμου.
Φυσικά δεν μπορείς παρά να συμφωνήσεις για τις εξαιρετικές ερμηνείες. Χωρίς εξαίρεση εξαιρετικές, ιδιαίτερη μνεία στον που δικαίως έλαβε και το αγαλματάκι των Oscars.
H διανομή των ρόλων έξυπνη και αρμόζουσα, φροντισμένη έως τον τελευταίο ρόλο.
Με εντυπωσίασε η επιλογή της συντηρητικής μεγαλοαστής συζύγου που εμφανίζεται μόλις δύο-τρεις φορές, αλλά καθοριστικές για τον ρόλο της, τον ρόλο της οικογένειας.
Ο δε αγαπημένος του Spielberg, Tom Hanks, άψογος.
Στιβαρός, σε εμφάνιση, καλοβαλμένος, ευφυής, δίκαιος, επιτυχημένος, ανθρώπινος, σωστός ως επαγγελματίας, ως οικογενειάρχης. Με αρχές, σεβασμό στον άνθρωπο, παράτολμος, η εικόνα ενός αξιοπρεπή Αμερικανού πολίτη, που κινείται άφοβα και με άνεση ακόμη και στο χώρο του εχθρού.
Ήταν έτσι ο Donovan, ή έτσι τον απέδωσε ο Tom Hanks, όπως κι αν έχει, εμείς τον απολαύσαμε.
Άφησα τελευταία τον κινηματογραφιστή φωτογράφο, Janusz Kaminski, που οι εικόνες του μιλούσαν και συμμετείχαν χωρίς διάλογο, αλλά και χωρίς την αξιόλογη μουσική επένδυση του Thomas Newman.
Δημιουργήθηκε άψογα επίσης το κατάλληλο περιβάλλον για να αποδοθεί η πολιτική εποχή που κρατούσε με κομμένη ανάσα τότε όλη την ανθρωπότητα. Μια εποχή, που από τότε που χώρισε τον κόσμο στα δυο, συσπείρωσε τους ανθρώπους σε δύο ομάδες και δημιούργησε τις αναμενόμενες έχθρες.
Μοιάζει με ένα εφιάλτη που πέρασε, που όμως υφίσταται εν υπνὠσει και κάθε τόσο ξυπνά και θεριεύει συχνά στις διαπραγματεύσεις στην Διεθνή σκηνή.
Ο Donovan είχε δίλημμα και η απόφαση του δεν ήταν ούτε εύκολη ούτε δύσκολη.
Έκανε εχθρούς, αμφισβητήθηκε από την ίδια την οικογένεια του, πέτυχε και δικαιώθηκε.
Οι ιστορίες των κατασκόπων ήταν πολλές, αυτή ισχυρή ως αληθινό γεγονός, που όμως, ανάμεσα στις πολλές κινηματογραφικές κατασκοπευτικές εκδοχές της, χάριν στον σκηνοθέτη τον ίδιο, εκλαμβάνεται ως ωραίο παραμύθι.
Δεν θα αναφερθώ στην ιστορία, καλείσθε να δείτε τη ταινία.
Προσωπικά, απεύχομαι να βρεθώ στην υποχρέωση να υπηρετήσω την πατρίδα μου όπως ο Donovan. Δεν ξέρω αν είμαι τόσο δυνατή ή αν είναι οι εποχές που μας διαμόρφωσαν σε άλλου είδους χαρακτήρες, που δύσκολα θέτουν τον εαυτό και τα «θέλω» αυτού απέναντι σε παρόμοιες επιλογές. Οι ήρωες (εκτιμώ ότι) πέθαναν και όμως ακόμη συνεχίζουμε να φωνάζουμε «Ζήτω οι Ήρωες».

Σκηνοθέτης: Steven Spielberg
Σενάριο: Matt Charman, Joel και Ethan Coen
Φωτογραφία: Janusz Kaminski
Μουσική: Thomas Newman
Διανομἠ Ρόλων: Ellen Lewis
Editing: Michael Kahn
Ηθοποιοί
Tom Hanks: James B. Donovan
Mark Rylance: Rudolf Abel
Scott Shepherd: Agent Hoffman
Amy Ryan: Mary McKenna Donovan
Sebastian Koch: Wolfgang Vogel
Alan Alda: Thomas Watters
Austin Stowell: Francis Gary Powers

4 Απριλίου 2016

45 χρόνια (45 years) - 2015

Βασική προϋπόθεση κατά την ταπεινή μου γνώμη, για να δεις την εν λόγω ταινία του Andrew Haigh δεν είναι απλά να σου αρέσει ο κινηματογράφος, πρέπει να έχεις κι έναν μακρόχρονο γάμο. Δεν θα τολμούσα να πω σχέση.
Ένα αργό ιδιαίτερης έμφασης δράμα βασισμένο στο διήγημα του David Constantine "In Another Country” oι Kate (Charlotte Rampling) και Geoff (Tom Courtenay) ηλικιωμένοι, μεσαίας τάξης, συνταξιούχοι, εγκατεστημένοι στην αγγλική εξοχή, ετοιμάζονται να γιορτάσουν την 45η τους επέτειο. Η συνήθως τιμώμενη επέτειος, η 40η, ακυρώθηκε λόγω ασθενείας, επέμβαση bypass του Geoff.
Οι ετοιμασίες προχωρούν ομαλά όταν μία εβδομάδα πριν το πάρτι ο Geoff λαμβάνει μία ανατρεπτική για τον ίδιο, την Kate, την κοινή ζωή τους και την εξέλιξη της ταινίας, επιστολή.
Βρέθηκε στην Ελβετία, σε πάγο, άρτια διατηρημένο, το πτὠμα της σκοτωμένης, πριν 45 χρόνια, αγαπημένης του Katia.
Πληροφορούμεθα εμείς και η σύζυγος, το είδος του δεσμού με την νεκρή, την αιτιολόγηση της τοποθεσίας του δυστυχήματος, την αιτία θανάτου.
Μας καλούν οι καλογραμμένοι ρόλοι, η εξαιρετική απόδοση τους, το καθηλωτικό και απίστευτα εκφραστικό βλέμμα της Charlotte Rampling να βιώσουμε την αποδόμηση του κατά τ άλλα καλά "στεριωμένου" γάμου.
Τόσο που η επικείμενη γιορτή της επετείου, η υπενθύμιση της αέναου ευτυχίας να μοιάζει περιττή.
Για ακόμη φορά θα βρεθούμε ανάμεσα σε ένα ζευγάρι. Για ακόμη μία φορά θα μπαινοβγεί η προσωπική μας σχέση μέσα στο σενάριο. Ακόμη μία φορά θα ξαναπούμε στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε τον άλλο. Δεν ξέρουμε τι είναι αυτό που έχουμε με τον/την επί 45 χρόνια σύζυγο.
Οι γιορτές και οι επέτειοι για ποιους γιορτάζονται; Οι γάμοι για ποιους υφίστανται;
Ευτυχώς δεν έμεινε πολύ ο σκηνοθέτης στην σύμβαση. Χρησιμοποίησε την εναλλαγή πλάνων προσώπου προκειμένου να αφηγηθεί τις διαδρομές των σκέψεών τους. Τις διαδρομές, παρελθόν-παρόν, στο βάδισμα τους, στο ασταθές του κορμιού του Geoff και τις μοναχικές περιπλανήσεις της Kate. Περιπλανήσεις που η σιωπή τους είπε περισσότερα από τον λόγο. Επηρεασμένη από πρόσφατη έκθεση, ακούσαμε, ως θεατές, με τα μάτια μας.
Η κίνηση των χεριών της Kate έδωσε και το φινάλε της ταινίας.
Αν δεν προσέχεις λεπτομέρειες, αν προσπερνάς τα βλέμματα, αν αγνοείς το τρέμουλο των χεριών, το ελαφρύ πετάρισμα των βλεφάρων, την αμυδρή σύσπαση των χειλιών, η ταινία δεν θα σου πει τίποτα. Είναι για «δυνατούς» παρατηρητές της ζωής.
Αν βεβαίως δεν σε απασχόλησε η λέξη προδοσία ή την θεωρείς αναπόσπαστο κομμάτι της σχέσης, επίσης δύσκολα να σε κρατήσει.Το τι φανερώνουμε και το τι λέμε σ’ αυτόν, που μέσα μας παίρνουμε, είναι μία παράμετρος της σχέσης αλλά και της ταινίας.
Σκιαγράφηση και μελέτη χαρακτήρων την αποκάλεσαν. Το ζευγάρι για μένα. Το θηλυκό και αρσενικό. Οι αναμονές μας. Πως μπορεί ακόμη και ένας υγρός ορίζοντας να παραλληλισθεί με την θλίψη της ψυχής; Το παγκάκι και το τσιγάρο με το αδιέξοδο; Το νερό που κυλάει και κατακλύζει την μνήμη σαρώνει την εικόνα με τον χρόνο;
Κι όμως ήταν εργαλεία, δεν ήταν εικόνες κλισέ. Χρησιμοποιήθηκαν, γλίστρησαν μέσα στην ταινία και συναγωνίστηκαν το λόγο.
Το πάθος και η ένταση δεν ήταν μέρος της σχέσης τους και έτσι δεν χρειάσθηκε παρά μόνο να πει «δεν πιστεύω να περιμένεις να μην θυμώσω». Ίσως αυτή η έκφραση, μαζί με το «δεν θέλω να μιλώ γι αυτήν» να ήταν οι πλέον συγκρουσιακά λεκτικές στιγμές. Τα άλλα, τα επίπονα, τα δηλητηριώδη ειπώθηκαν με τον φακό. Αυτός κατέγραψε ότι η ερμηνεία τους εξέφρασε.
Κάποιος είπε ήταν η αγγλική απάντηση στο Αmour. Εγώ λέω ήταν μία άλλη απάντηση. Επειδή ζω στο Νότο και τα φλέγματα απελευθερώνονται με φραστικές βιαιότητες και όχι μόνο, θα δικαιολογήσω και την αντίδραση του δικού μας κοινού περί «χλιαρότητας έως μετριότητα». Είναι αλήθεια πως πρέπει να την δεις συνειδητά και ως επιλογή. Προετοιμασμένος/η. Ανήκει σ΄ αυτή τη κατηγορία. Προετοιμασμένη ή απροετοίμαστη αποτελεί προσωπικό διαχωρισμό.

Σκηνοθέτης: Andrew Haigh
Σενάριο: Andrew Haigh,
βασισμένο στο διήγημα
In Another Country David Constantine
Φωτογραφία: Lol Crawley
Editing: Jonathan Alberts
Ηθοποιοί
Charlotte Rampling : Kate Mercer
Tom Courtenay: Geoff Mercer
Geraldine James: Lena
Dolly Wells: Charlotte
David Sibley: George