30 Νοεμβρίου 2012

Μεσοτοιχίες (Medianeras) - 2011


Κυκλοφορείς, αδιαφορείς, θλίβεσαι, αγωνιάς, απογοητεύεσαι, διασκεδάζεις, κάνεις απόπειρες βελτίωσης ζωής ανάμεσα σε υψηλά κτίρια, ανήλιους δρόμους, κακοτεχνίες, απρόσωπες όψεις κτιρίων, καλώδια, μποτιλιαρίσματα, ακριβές βιτρίνες που υπόσχονται το όνειρο, την ψευδαίσθηση. Μόνοι με πολλούς, μοναχοί, ονειροπόλοι, νέοι, ηλικιωμένοι.
Τη μοναξιά των ανθρώπων σε ένα τέτοιο περιβάλλον του Μπουένος Άιρες διαπραγματεύεται ο Gustavo Taretto στην ταινία του «Μεσοτοιχίες». Είναι ευχάριστη, κατανοητή, αισιόδοξη με φρεσκάδα στη ματιά χωρίς γκρίνια.
Δυο νέοι άνθρωποι, η Μαριάννα κι ο Μάρτιν, αυτός σχεδιαστής ιστοσελίδων, συνδεδεμένος με τον υπολογιστή του, εξαρτημένος, απομονωμένος στη γκαρσονιέρα με τον σκύλο της τελευταίας πρώην του, επικοινωνεί διαδικτυακά και δια ζώσης με τον ψυχίατρό του. Αναζητά χόμπι, δραστηριότητες, ενδιαφέροντα, κατόπιν προτροπής του τελευταίου.
Η άλλη, αρχιτεκτόνισσα, χωρίς μέλλον σε μη αρχιτεκτονικά σχεδιασμένη πόλη ασχολείται με τη διακόσμηση βιτρινών, ενώ μόλις έχει βγει κατόπιν επιλογής της από μια 4χρονη σχέση.
Έλλειψη επικοινωνίας, δυσκολία ύπαρξης σε απρόσωπα περιβάλλοντα.
Μένουν στον ίδιο δρόμο.
Κάνουν τα ίδια πράγματα, περπατούν στους ίδιους δρόμους, κολυμπούν στην ίδια πισίνα. Δεν έχουν συναντηθεί. Όταν θα διασταυρωθούν τα βλέμματα θα υπάρξει κι η απάντηση που επιχειρεί ο σκηνοθέτης. Θα πέσουν οι μεσοτοιχίες. Θα συγκοινωνήσουν ελπίδες, όνειρα, αισθήματα.
Χωρίς διαλόγους, με τη μουσική να εκφράζει τα συναισθήματα. Η γλώσσα του σώματος και κυρίως τα βλέμματα εκφραστές των επιθυμιών, ενστίκτων, δυσαρεσκειών και προσδοκιών, ελπίδων κι απογοητεύσεων.
Θα έλεγα δε μου έλειψαν οι διάλογοι. Η ολιγόλεπτη εισαγωγή στην ταινία ισοφάρισε την απουσία διαλόγου των 95 λεπτών.
Εξαιρετικές ερμηνείες, χαλαρή ατμόσφαιρα, δίκαιη προς τα φύλα.
Αρνητική στη ζωή χωρίς ψυχή.
Έφυγα από την αίθουσα ελπίζοντας.
Το τραγούδι του James Johnston «True love will find you in the end» η υπόσχεση.

Javier Drolas
Pilar Lopez de Axala
Ines Efron
Adrian Navarro
Rafael Ferro

Υποσημείωση: Ενδιαφέρον θα είχε η ανάγνωση του «A chance of love» του Jimmy Liao ή «Εκείνη κι Εκείνος» του Τζίμι Λιάο στα ελληνικά. 

23 Αυγούστου 2012

Hugo - 2011

Την ταινία ήθελα να δω εξαιτίας των αντικρουόμενων απόψεων των κριτικών. Με έπεισε όμως η περίληψη από την επίσημη ιστοσελίδα της.
«Καλώς ήρθατε στo μαγικό κόσμο της θεαματικής περιπέτειας. Όταν ο έξυπνος και πολυμήχανος Hugo ανακαλύψει το μυστικό που άφησε ο πατέρας του, θα επιχειρήσει να λύσει το μυστήριο. Αρχίζει την αναζήτηση, η οποία θα μεταμορφώσει όλους γύρω του ενώ ο ίδιος θα οδηγηθεί σε ένα ασφαλές και γεμάτο αγάπη μέρος που μπορεί να το λέει οικογένεια. Ο βραβευμένος σκηνοθέτης Martin Scorsese μας καλεί να βιώσουμε ένα συναρπαστικό ταξίδι που οι κριτικοί ονομάζουν «το υλικό με το οποίο φτιάχνονται τα όνειρα» (Peter Travers – Rolling Stone)».
 Το πώς ακολουθείς το όνειρο ή πώς αφήνεις το όνειρο να είναι η ζωή σου ήταν η πρόσκληση.
Η ταινία ήταν πολλά περισσότερο από αυτά. Ο Martin Scorsese δικαιούται μια τεράστια αγκαλιά γιατί σαν μεγάλο παιδί στράφηκε στο παιδί μέσα του, στο παιδί γύρω του.
Χρησιμοποιώντας την πιο νέα τεχνολογία, μίλησε με CGI και 3D. Μας πήρε σε ένα ταξίδι μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. Ανοίξαμε διάπλατα τα μάτια μας στον κόσμο γύρω μας. Δακρύσαμε με την αδικία που εισπράττουν οι τρυφερές παιδικές ψυχές.
Ακολουθήσαμε το όνειρο, την υπόσχεση. Λατρέψαμε την εξιχνίαση του μυστικού. Βιώσαμε την απόγνωση και την εγκατάλειψη των ορφανών, τη σκληρότητα της βιαστικής και αδιάφορης κοινωνίας.
Είδαμε τον κόσμο σαν μέρος όχι μιας περιπέτειας, αλλά σαν μέρος των φιγούρων των παιδικών μας παιχνιδιών. Θυμηθήκαμε τα αναπάντητα γιατί της παιδικής ηλικίας. Το διαφορετικό μέγεθος του περιβάλλοντος χώρου, το περί σωστού και μη των παιδικών χρόνων μας, την υπέρβαση που κάναμε και δεν κάναμε.
Το όνειρο που ακολουθήσαμε και αφήσαμε. Ο Martin Scorsese έγινε μαζί μας και για μας ένα παιδί.
Ένα παιδί ευγνώμων γι αυτό που του παραδόθηκε, είτε ήταν το ρομπότ του Hugo, ή ήταν οι καινοτομίες και η μαγεία της εικόνας του George Melies, των αδερφών Auguste και Louis Lumiere. Είναι άξιο αναφοράς ότι ο Martin Scorsese και το 1999 με το «Il mio viaggio in Italia» επιχείρησε να παρουσιάσει την κινηματογραφική οικογένεια του, την καταγωγή του.
Το μήνυμά τους αναζητήσαμε μαζί με τον Hugo. Το μήνυμα, αυτός, του μπαμπά του, εμείς της ζωής.
Θέλει ψυχικό σθένος να δεις τον κόσμο σαν παιδί, να αγκαλιάσεις τα ξεχασμένα παιδιά, να τ’ αναδείξεις, να τ’ ακολουθήσεις και όταν φτάσουν στο όνειρο να θελήσεις να μιλήσεις και για τ’ άλλα μεγάλα παιδιά που μίλησαν για τη μαγεία του ονείρου. Να καλέσεις τους θεατές σ’ αυτή την συνάντηση...
Να ονειρευτούν, να τιμήσουν τους πριν, να σταθούν με τρυφερότητα προς αυτούς, στα παιδιά που ήταν, ήμασταν και θα ’πρεπε να παραμείνουμε.
Θέλει ‘κότσια» να πεις για κάτι τόσο απλό και τόσο σπουδαίο, το όνειρο.
Θεωρείται αφέλεια σ’ ένα κόσμο βίας, στυγνής αλήθειας, διαφθοράς. Σε ένα κόσμο γρήγορο, αδιάφορο, σ’ ένα κόσμο υπεργοητευτικών και προκλητικών πρωταγωνιστών να μιλήσεις με ένα παραμύθι, να διαλέξεις αντ’ αυτών τα διάπλατα μάτια του Hugo, το χαμόγελο της Isabelle, την ποιότητα του Papa Georges.
Χωρίς αμφισβήτηση διαλέγω την αφέλεια.
Η ταινία βασίζεται στο βιβλίο «The invention of Hugo Cabret» του Brian Selznick.


Σκηνοθέτης                           Martin Scorsese
Σενάριο                                  John Logan
Hugo                                      Asa Butterfield
Isabelle                                 Chloe Grace Moretz
Papa George
Georges Melies                   Ben Kingsley
Hugo’s Father                      Jude Law
Station Inspector                 Sacha Baron Cohen
Mama Jeanne                      Helen McCrory
Monsier Labisse                 Christopher Lee

8 Αυγούστου 2012

Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο (Les neiges du Kilimandjaro) – 2011


Ο σκηνοθέτης Robert Guediguian είπε για την ταινία:
«Μ’ αυτή την ταινία, γύρισα στο μέρος απ’ όπου ξεκίνησα για να κοιτάξω ξανά τον κόσμο του. Να δω πως είναι σήμερα και να θυμηθώ και πάλι μια δυο βασικές πανανθρώπινες αλήθειες.»
Η υπόθεση της ταινίας:
Ο Michel, παρόλο που έχει χάσει τη δουλειά του πρόσφατα, ζει ευτυχισμένος με τη γυναίκα του Marie Claire. Το ζευγάρι είναι ερωτευμένο για πάνω από τριάντα χρόνια. Τα παιδιά και τα εγγόνια τους τους δίνουν χαρά, όπως και οι καλοί φίλοι που τους περιβάλλουν. Είναι και οι δύο περήφανοι για τους πολιτικοποιημένους αγώνες και τις ηθικές αξίες τους. Όμως, αυτή η ευτυχία θα διαταραχθεί από δύο οπλισμένους νεαρούς που θα τους επιτεθούν βίαια και θα αρπάξουν τα χρήματα που τους δώρισαν οι φίλοι τους για ένα ταξίδι στο Κιλιμάντζαρο. Το σοκ γίνεται μεγαλύτερο όταν ανακαλύπτουν ότι την επίθεση την είχε οργανώσει ο Christophe, ένας πρώην συνάδελφος του Michel, που απολύθηκε την ίδια μέρα με εκείνον. Τα πράγματα μπλέκουν κι άλλο, αφού ο Christophe μεγαλώνει μόνος του τα δύο μικρά αδέρφια του.
Την ταινία του Robert Guediguian την χαρακτηρίζει το ήθος, η θετική ματιά, η ελπίδα, με τον άνθρωπο στο κέντρο. Οι δε αρχές του η πυξίδα με την οποία πορευόμαστε. Η τέχνη, ο κινηματογράφος εν προκειμένου, θέλοντας να αφηγηθεί συμπορεύεται με την ποίηση και τη μουσική, φλερτάρει με τον τίτλο της με δύο άλλα αριστουργήματα της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου.
Λέγοντας ποίηση, έμπνευση και σημείο αναφοράς εννοούμε το ποίημα του Βίκτωρα Ουγκό «Les Pauvres Gens» (καλοί που είναι οι φτωχοί). Για όσους δεν ξέρουν το ποίημα, πρόκειται για ένα ζευγάρι ψαράδων που υιοθετεί τα παιδιά του γείτονα μετά το θάνατό του. Όπως λέει κι ο ίδιος ο σκηνοθέτης θέλοντας να κάνει μια ταινία για τους φτωχούς των ημερών μας υιοθετεί το ποίημα ως το τέλος της ταινίας του.
Όσο για τη μουσική, το «Many rivers to cross» με τον Joe Cocker αποτελεί το σκληρό πυρήνα πάνω στον οποίο υφαίνεται την ταινία. Καθώς άνθρωποι ολιγαρκείς, ευαίσθητοι, ανήσυχοι εν εγρηγόρσει με οράματα κι αγάπη θα χρειασθεί να περάσουν πολλά ποτάμια για να έρθει η γαλήνη στην ψυχή τους, να γλυκάνει το βλέμμα τους, να χαμογελάσει το χείλι τους.
Η Marie Claire, ο Michel, ο Raoul, η Denise, ο Christophe οι χαρακτήρες και πρωταγωνιστές του έργου διασχίζουν ποτάμια εσωτερικά και του έξω απ’ αυτούς χώρο για να λυτρωθούν.
Ο ίδιος ο σκηνοθέτης ήθελε, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, με τη μουσική να μας βολέψει στη θέση μας, να νοιώσουμε φιλικά, οικεία και να αφεθούμε να συνομιλήσουμε με την ταινία του. Τι άλλο από τη μουσική, αυτή την απλή γλώσσα, τον κοινό μας κώδικα σήμερα επικοινωνίας, θα μπορούσε να μας καταστήσει κοινωνούς ενός θέματος;
Ο Michel κι ο Christophe είναι δυο άνδρες που ο ένας θα μπορούσε να είναι ο άλλος με την ηλικία του άλλου, με μόνη διαφορά την αλλαγή των καιρών – των συνθηκών. Τον σκηνοθέτη απασχολεί, και το δηλώνει στους διαλόγους του Michel με την Marie Claire, η επιθυμία του να βλέπουμε τον εαυτό μας με προβολή στο μέλλον ή με φλας μπακ στο παρελθόν. Μια άσκηση για ευθυγράμμιση των συμπεριφορών μας με συνέπεια στις αρχές μας.
Ο τόπος ένα άλλο θέμα σημαντικό για τον δημιουργό. Το ότι μιλάει για τον τόπο καταγωγής του είναι τόσο εμφανές, όχι τόσο από το τι δηλώνει ο ίδιος, αλλά από το πόσο οικεία και εις βάθος κινείται εντός των κοινωνικών δομών, στο λόγο, στις κινήσεις των ανθρώπων, των εργατών και τη φιλικότητα της κάμεράς του προς άψυχα κι έμψυχα.
Μαζί με τους πρωταγωνιστές «διασχίζουμε» κι εμείς την αγωνία τους περί δικαίου και νόμου.
Πότε υπακούουμε και πότε υπερβαίνουμε;
Τι είναι ηθική και τι νόμος;
Οι χαρακτήρες είναι προς μίμηση και φεύγεις από την ταινία με το ερώτημα:
Εγώ τι θα έκανα;
Πώς θα απαντούσα στο ερώτημα;
Είμαι ευτυχισμένη; Ή μοιάζω ευτυχισμένη;
Μια ευτυχία που προσδιορίζεται εντός του συνόλου σε σχέση πάντα με τον άνθρωπο.
«Δεν έχω κάνει κανένα να υποφέρει. Νοιάζομαι για τον άλλο, είμαι ευτυχισμένη» δηλώνει η Marie Claire.

Σκηνοθέτης                                       Robert Guediguian
Σενάριο                                             Robert Guediguian – Jean Lui Milesi
                                                        Ποίημα Victor Hugo
Μουσική                                            Pascal Mayer
Τραγούδια                                         Many rivers to cross – Joe Cocker
                                                            (Jimmy Cliff)
                                                            Heart of glass – Blondie
                                                            (Debora Harry – Chris Stein)
Marie Claire                                      Ariane Ascaride
Michel                                              Jean – Pierre Darroussin
Raoul                                                Gerald Meylan
Denise                                              Marilyne Canto
Christophe                                        Gregoire Leprince - Rinquet

27 Ιουλίου 2012

Εκεί που χτυπάει η καρδιά μου (This must be the place) - 2011

Ο Cheyenne είναι ένας πλούσιος, πρώην ροκ τραγουδιστής, στη σύνταξη. Ζει στο Δουβλίνο, ενώ η εικόνα του είναι κάποιου που βαριέται και νοιώθει εξουθενωμένος.
Ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη για να συμφιλιωθεί με τον αποξενωμένο πατέρα του, έστω λίγο πριν το τέλος. Μόνο που φθάνει αργά. Μαθαίνοντας ότι ο πατέρας του αναζητούσε τον βασανιστή του, στο Άουσβιτς ,αποφασίζει να συνεχίσει το έργο του και να τον εκδικηθεί για λογαριασμό του..
Διασχίζει την Αμερική και αγοράζει όπλο προκειμένου να τον σκοτώσει. Όταν τον βρίσκει αλλάζει γνώμη.
Η ταινία του Paolo Sorrentino είναι η πρώτη του ταινία που γυρίσθηκε στα αγγλικά.
 Έχουμε ως δεδομένο τρία στοιχεία:
Το τι ακολουθεί μετά από μια επιτυχημένη καριέρα, όταν οι προβολείς απομακρύνονται από ένα σταρ.
 Η εκδίκηση του θύματος προς τον θύτη του, η περίπτωση των πρώην Ναζί που αναζητούν μια νέα ζωή σε ένα άλλο κόσμο με καλά κρυμμένο παρελθόν.
Η μουσική και η επιλογή ως τίτλο της ταινίας το τραγούδι των Talking Heads “This must be the place”. Ο David Byrne των Talking Heads γράφει τη μουσική για την ταινία.
Το ταξίδι έχει αφορμή, αλλά και αιτία. Για να βρείς το τόπο ,το σημείο Η συμφιλίωση με τον πατέρα του είναι το ταξίδι προς τα πίσω, σε μια προσπάθεια αποδόμησης αυτού που είναι ο Cheyenne , είμαστε εμείς, προκειμένου να δει ,να δούμε ποιοι είμαστε, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, τις επιλογές μας, το γιατί, το πότε, το που ,το πώς, τις ρίζες.
Τη χώρα ,τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις διασχίζει ως μια ταινία δρόμου και την αποκαλύπτει με τα συν της και τα πλην της. Δίκαι α και με τρυφερότητα.,
Ότι αφορά στους Ναζί αποκαλύπτει την τραγικότητα χωρίς να μένει στον τρόμο που προκάλεσαν και προκαλούν.
Το ταξίδι κάθαρση είναι αισιόδοξο. Η τέχνη, η μουσική επί του προκειμένου, καθοριστική στην έλλειψη συναισθηματικού βάρους και κόπωσης τόσο στην παρακολούθηση της ταινίας, όσο και για τους ίδιους τους χαρακτήρες.
Ο Sean Penn, ως Cheyenne, είναι εξαιρετικός. Οι αντιδράσεις του και η συμπεριφορά του, ως αυθόρμητου παιδιού μαζί με το πρόσωπο μάσκα ήταν ο καταλύτης για να σχολιασθούν με άνεση, εύληπτα, δεικτικά κοινωνικά φαινόμενα, καταστάσεις, χαρακτήρες, συμπεριφορές, εκβάσεις, σχέσεις.
Ο Paolo Sorrentino αφιέρωσε επίσης ένα μεγάλο κομμάτι στις σχέσεις των ανθρώπων, κυρίως του ζευγαριού. Ίσως δε φαίνεται στην πρώτη ανάγνωση, αλλά κερδίζει έδαφος στη δεύτερη.
Ως αδύναμο σημείο της ταινίας θα ανέφερα το κλείσιμο. Το βρήκα αφελές, εκτός κι αν δεν το κατάλαβα ή το παρερμήνευσα. Άργησα, αλλά αποδέχτηκα το πώς κάποιος από την απόλυτη παραίτηση και παθητικότητα περνά στην απόλυτη αφοσίωση, στην μοναδική επιδίωξη, μέχρι την επίτευξη του στόχου του.
Είπα: «είναι αυτή η απόλυτη αντίθεση που ευνοεί το αποτέλεσμα, που κερδίζει το στοίχημα».

Σκηνοθέτης                                        Paolo Sorrentino
Σενάριο                                               Paolo Sorrentino – Umberto Contarello
Μουσική                                             David Byrne
Cheyenne                                             Sean Penn
Jane                                                      Frances McDormand
Aloise Lange                                        Heinz Lieven
David Byrne                                         David Byrne
Mary                                                     Eve Hewson
Mordecai Midler                                   Judd Hirsch

Οι απόγονοι (The Descendants) - 2011

Ο Matt King, ένας αδιάφορος σύζυγος, πατέρας δύο κοριτσιών, αναγκάζεται να επανεξετάσει το παρελθόν του, να αγκαλιάσει το μέλλον του, όταν η γυναίκα του πέφτει σε κώμα μετά από ένα ολέθριο χτύπημα με σκάφος. Το γεγονός αυτό τον οδηγεί στο να ξαναπλησιάσει τις νεαρές κόρες του, ενώ παλεύει προκειμένου να αποφασίσει σχετικά με την πώληση της γης που κληρονόμησε από τους προγόνους του που ήταν μέλη βασιλικής οικογένειας και ιεραποστολής. Ο λόγος για την ταινία του Alexander Payne «Οι απόγονοι» που διαδραματίζεται στη Χαβάη. 
Η ταινία παρουσιάστηκε από τους κριτικούς ενίοτε ως χιουμοριστική κι ενίοτε ως ένα τραγικό ταξίδι του πρωταγωνιστή ακόμη κι από τους δημιουργούς της. 
Δυσκολεύτηκα να γελάσω. Ίσως γιατί τα θέματα αρρώστιας είναι προσωπικό ταμπού και τα οικογενειακά δράματα και συγκρούσεις είναι αστεία μόνο για εξωτερικούς παρατηρητές και μη έχοντες παρόμοια εμπειρία.
Η ταινία έχει ποικιλία θεμάτων. Διαπραγματεύεται, οικογένεια, μοιχεία-προδοσία, διαφορά φύλων, περιβάλλον, καταγωγή, χρήμα, «κληρονομικά».Το τελευταίο καθόρισε και τον τίτλο της ταινίας, αλλά δεν υποστηρίχτηκε ικανοποιητικά στην εξέλιξη του μύθου της. Το ατού της η ερμηνεία του George Clooney, χάριν σ’ αυτή δε αναθεώρησα και τη γνώμη μου για το «Αι ειδοί του Μαρτίου», την οποία ξαναείδα.
Ο Alexander Payne, o σκηνοθέτης της ταινίας, λέγεται ότι είναι ελληνικής καταγωγής, όπως και στις άλλες του ταινίες Sideways, About Schmidt, κινείται πάνω σε μεγάλα θέματα με μια ελαφράδα. Αντιμετωπίζει το θέμα χωρίς να πνίγει. Χωρίς να σε κατευθύνει κι ελέγχει το πρόβλημα Είναι αξιοσημείωτα όταν τα αναγνωρίζεις, η καθολικότητα των ενδοοικογενειακών σχέσεων, γαμπρός -πεθερός, πατέρας – κόρη, εραστής – σύζυγος, η λειτουργία και συμπεριφορά της ευρύτερης οικογένειας σε θέματα κληρονομιάς, η αλλαγή χρήσης γης, η συνάντησή μας με τον θάνατο, ο γάμος, ο κοινωνικός περίγυρος, η ευθύνη έναντι του άλλου και των άλλων.
Το κουτάκι σου γίνεται η πολυκατοικία του κόσμου στις ομοιότητες, στην επανάληψη της μορφής και λεπτομερειών του.
Τέλος αισιόδοξο με εκκίνηση ένα θάνατο.
Ένας κύκλος αρχίζει, ενώ ένας άλλος κλείνει.
Βιώνεις τύψεις, μοναξιά, σύγχυση, αποδιοργάνωση, απελπισία, πόνο, απογοήτευση, θυμό, παράπονο, λύπη, εκδίκηση. Όλη αυτή η αλήθεια δοσμένη, έτσι, που να την θεωρείς προσωπική σου, την αντέχεις χάριν της ελαφράδας της προσέγγισης που οι συντελεστές της ταινίας επέλεξαν, την φιλοσοφείς,ανασυντάσσεσαι. Σε οδηγεί στην ανατροπή με τη δύναμη που η ίδια η ζωή και η τέχνη διαθέτουν.


Σκηνοθέτης                                  Alexander Payne
Σενάριο                                       Alexander Payne – Nat Faxay – Jim Rash
Βιβλίο                                          Kaui Kart “Hemmings”
Matt King                                     George Clooney
Alexandra King                             Shailene Woodley
Scotie King                                  Amara Miller
Director of photography               Phedon Papamichael

25 Ιουλίου 2012

Αι Ειδοί του Μαρτίου (The Ides of March) - 2011

Ας ξεκινήσουμε από το τι σημαίνει ο τίτλος. Αι ειδοί του Μαρτίου έπεφταν κατά το ρωμαϊκό ημερολόγιο τη 15η ημέρα του Μαρτίου κι έμειναν στην ιστορία λόγω της προειδοποίησης που ο Καίσαρας είχε λάβει από έναν μάντη για τον κίνδυνο που θα διέτρεχε εκείνη την ημέρα, που έμελλε να είναι η τελευταία του. Δέχτηκε 23 μαχαιριές από τον Βρούτο και σύμφωνα με τον Πλούταρχο ήταν μέρος συνωμοσίας 60 ατόμων. Έχει ενδιαφέρον η στιχομυθία ανάμεσα στον Καίσαρα και τον μάντη, πάντα κατά τον Πλούταρχο. Όταν ο Καίσαρας συναντάει τον μάντη του λέει «Η 15η Μαρτίου έχει έρθει», υπονοώντας ότι παραμένει ζωντανός πάραυτα. Αυτός του απαντάει «Αλλά δεν έχει φύγει». Ο μάντης δικαιώθηκε. Τώρα γιατί ο G. Clooney διάλεξε αυτό τον τίτλο η απάντηση θα δοθεί από την ταινία.
Ο Clooney δημιουργεί μια ταινία πολιτικού χαρακτήρα, χρησιμοποιώντας μια ομάδα εξαιρετικών ηθοποιών. Επιχειρεί να καταγράψει τους αιώνιους μηχανισμούς των παιχνιδιών που κρύβονται πίσω από τη διεκδίκηση και γοητεία της εξουσίας. Ο πρωταγωνιστής του, ο κυβερνήτης Michael Morris, διεκδικεί το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις Προεδρικές εκλογές των Η.Π.Α.. Κι εκεί αρχίζουν όλα.
Ο Καίσαρας, στην ταινία ο κυβερνήτης, Michael Morris, το μήνυμα το λαμβάνει, το προσπερνάει και το ελέγχει προς όφελός του, σε αντίθεση με τον Καίσαρα.
Είναι ένας δημοκρατικός, ανήσυχος, φιλειρηνικός υποψήφιος. Είναι κατά του πολέμου, της θανατικής ποινής, θέλει να κλείσει την ψαλίδα μεταξύ πλούσιων-φτωχών, επιδιώκει τη στροφή σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας κα. Ή αυτά τουλάχιστον θέλει να ξέρουμε ο σκηνοθέτης. Ο άλλος αντίπαλος, επίσης δημοκρατικός, είναι ολίγον στη σκιά, σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά του .Στην ουσία αθέατος. Σε αυτή τη μάχη επί σκηνής και οι δύο υποψήφιοι έχουν τους καλύτερους για την προεκλογική τους καμπάνια. Ο Morris τον Paul Zara και ο ανταγωνιστής του τον Tom Duffy. Είναι θέμα ειδικών επικοινωνιολόγων η αναμέτρηση, όπως υπονοείται. Το κατασκευαζόμενο της πληροφορίας. Στο πλευρό του ο Morris έχει επίσης τον ιδεαλιστή και πολλά υποσχόμενο βοηθό του Paul Zara, τον Stephen Myers.
Το ευάλωτο σημείο μιας προεκλογικής αναμέτρησης θα αναρωτιόταν κανείς είναι ο ιδεαλισμός και η αφοσίωση; Αυτά διακυβεύονται στην πολιτική ζωή κι αυτό υπερτονίζεται από τον σκηνοθέτη εστιάζοντας συνέχεια την προσοχή μας στον Stephen Myers. Θα ’λεγε κανείς ότι αποτελεί θέση του σκηνοθέτη η επιλογή του αυτή κι αυτό θέλει να διαμηνύσει. Κέντρο και πρωταγωνιστής είναι ο Myers και άκεντρο και πλαίσιο αναφοράς ο υποψήφιος για το χρίσμα κυβερνήτης. Ό,τι βρίσκεται και παίζεται πίσω από τη δημοσιότητα καθορίζει και την πορεία και την έκβαση των εκλογών στη ταινία και στη ζωή κατά τη γνώμη μου. Ένα παιχνίδι του τι δημοσιοποιείται και τι παραμένει εν κρυπτώ οι ρυθμιστές του παιχνιδιού και της επιτυχίας. Ευάλωτοι σε αυτό το γρήγορο, άγριο παιχνίδι, όπως μας μηνύεται, η αφοσίωση, η αγνότητα, ο ιδεαλισμός. Εύληπτο το μήνυμα. Όπως εύληπτο το ό,τι φαίνεται, λέγεται, υπόσχεται, διαδηλώνεται, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Υψηλές οι προσδοκίες του George Clooney. Κατανοητό ότι ήθελε να κάνει πολιτική ταινία. Παρέμεινε, όμως, ένα πολιτικό δράμα που περισσότερο θέλει να διατηρεί ένταση θρίλερ. Όμως, λόγω της αναμενόμενης κι απλοϊκής πλοκής, καθίσταται αδύναμο για όλες τις κατηγορίες. Αδύναμο το σκάνδαλο κι ετεροχρονισμένο. Αποκτά ενδιαφέρον εξαιτίας της εξαιρετικής ερμηνείας του Myers και του Paul, ενώ μέτριες ως αδιάφορες θα χαρακτηριζόταν αυτές των υπολοίπων ηθοποιών, συμπεριλαμβανομένου και του Clooney.
Έχει λεχθεί ότι ο Clooney είχε ως σημείο αναφορά τον νυν Πρόεδρο των Η.Π.Α., δεν είναι εμφανές, ούτε τεκμηριωμένο. Οφείλουμε, όμως, να πούμε ότι ο Clooney επιχείρησε τουλάχιστον να εκφράσει άποψη και να σκιαγραφήσει τον ιδανικό τύπο πολιτικού σε ένα χώρο που δεν επιχειρούνται παρόμοιες σκιαγραφήσεις, στις ημέρες μας τουλάχιστον.


Σκηνοθεσία                       George Clooney
Σενάριο George Clooney, Grant Heslov, Bean Willimon (Θεατρικό έργο Faragut North)

Μουσική                           Alexandre Desplat
Φωτογραφία                     Phedon Papamichael
Ryan Gosling                     Stephen Myers
George Clooney                Mike Morris
Paul Giamatti                   Tom Duffy
Philip Seymour Hoffman    Paul Zara

12 Ιουνίου 2012

Μία Επικίνδυνη Μέθοδος (A dangerous method) - 2011

Ο David Cronenberg στην προτελευταία του ταινία "A dangerous method" επιχειρεί να αφηγηθεί τη σχέση του Sigmund Freud με τον Carl Jung, μέσω της σχέσης του τελευταίου με ασθενή και μαθήτριά του Sabina Spielrein. 
Ο David Cronenberg επιχείρησε να ασχοληθεί με δύο εξέχουσες προσωπικότητες και μάλιστα με εμφανή προτίμηση στον ένα εκ των δύο, τον Carl Jung. Η κόντρα των δύο αντρών, για μένα, τον αδαή θεατή περί Ψυχιατρικής, κατέληξε να εστιαστεί σε μια γυναίκα ασθενή, συνάδελφό τους στο μέλλον, και στην ερωτική σχέση της με έναν εκ των δύο, τον Carl Jung.
Δεδομένα της ταινίας;
Ο έρωτας υπήρξε, τα πρόσωπα υπαρκτά, δύο κολοσσοί που σημάδεψαν τη ζωή μας επίσης, το ανικανοποίητο, το κρυφό, το γνωστό, «η σύζυγός μου και το αίσθημά μου» παρόντα, οι αναστολές και προβληματισμοί δεδομένα, οι συμβάσεις αναπόφευκτες.
Όμως:
Η ταινία πληροφοριακή δεν ήταν, γιατί επισκέφθηκα τη μηχανή αναζήτησης πολλές φορές.
Σίγουρα απομυθοποιητική ήταν σε ό,τι αφορά τους ψυχιάτρους και μάλιστα την επιστήμη τους. Παρουσιάστηκαν ως κοινοί θνητοί, έρμαια των παθών τους και του ανταγωνισμού τους.
Αισθησιακή, επίσης, δεν ήταν. Για μεν τους άνδρες η Keira Knightley (Sabina) εκτός από την έντονη ερωτική επιθυμία και την ιδιαιτερότητα ικανοποίησής της δεν έπεισε για τον αισθησιασμό της, παρ’ όλη την αδιάψευστη ομορφιά της. Όσο για τις γυναίκες, ούτε ο Viggo Mortensen (Sigmund Freud) λειτούργησε ως ελκυστική παράμετρος παρόλο που συμπεριλαμβάνεται στη λίστα με τους 80 ωραιότερους άνδρες. Μετά βίας αναγνωριζόταν.
Δυο ώρες περιπλανήθηκα σε μια άλλη εποχή προσπαθώντας να καταλάβω τι θέλει να πει ο «ποιητής» κ. Cronenberg.
Αργότερα επανήλθα στο θέμα για δεύτερη σκέψη προκειμένου να αποκλείσω την περίπτωση ότι αδικώ την ταινία. Αναγνώρισα: Η γνωστή ιστορία του τριγώνου, το μήλο έριδος ανάμεσα σε φωτισμένα μυαλά, δυνατές προσωπικότητες. Συνταγή αλάνθαστη ανά τους αιώνες. Σημείωσα: Ακόμη κι αν είσαι θεμελιωτής μια θεωρίας, με το δικό σου 
«εγώ» παλεύεις, το «πρέπει», το «θέλω», το «μπορώ», τα φαντάσματα και τις φαντασιώσεις, το δύναμαι και υφίσταμαι, το σχεδιάζω και μου επιβάλλεται, το διαφωνώ και μου χρεώνεται, ως φθόνος ή μικρότητα, το επιχειρηματολογώ και ακυρώνεται από προσωπικά λάθη, επιλογές. Αναρωτήθηκα: Μήπως αυτό ήθελε να πει;
Επέλεξε ο Cronenberg να τονίσει υπερβολικά την υστερία, την αδυναμία, την απραξία και σύμβαση, τον ανταγωνισμό με σκοπό την αφύπνισή μου ή για την ενίσχυση της εμπορικότητας της ταινίας;
Ονόματα σαν του Cronenberg δύσκολα «τα βάζεις στο στόμα» κι ακόμη πιο δύσκολα τα κρίνεις. Πάντα έχω την αίσθηση ότι κάνω λάθος και το μέγα μήνυμα δεν το έλαβα. Είδα το κλείσιμο της ταινίας με ανακούφιση και με όχι μία, αλλά πολλές απορίες για τον σκηνοθέτη και την επιστήμη της ψυχιατρικής. Όχι για να την αμφισβητήσω, ποια είμαι άλλωστε, αλλά για να μου επιβεβαιώσει ή λύσει τις απορίες για την ταινία.
Το σίγουρο είναι ότι εγκαταστάθηκε μέσα μου φόβος για τα πάθη που θα θελήσουν να εκδηλωθούν και δεν θα ’χω πού να απευθυνθώ.
Αναρωτιέμαι αν ζούσαν οι Jung και Freud πώς θα αντιδρούσαν. Ένα θέμα που με απασχολεί αφορά τις προσωπικότητες που δεν είναι πλέον εν ζωή και τη ζωή τους συζητούμε ή παρουσιάζουμε. Πολλά λέμε ή ερμηνεύουμε χωρίς να υπάρχει αντίλογος, χωρίς περιθώριο αμφισβήτησης, ακύρωσης, χωρίς επιβολή ποινών.
Ίσως αν έχουμε ευκαιρία να παραστούμε σε διαλέξεις με θέμα τέχνη και ψυχιατρική, πάρουμε την απάντηση ή τις απαντήσεις.

Σκηνοθέτης                    David Cronenberg
Σενάριο                           Christopher Hamptor και βιβλίο John Kerr “A most dangerous method”
Sabina Spielrein               Keira Knightley
Sigmund Freud                Viggo Mortensen
Carl Jung                         Michael Fassbender
Otto Gross                       Vincent Cassel
Emma Jung                      Sarah Gadon


31 Μαΐου 2012

Η Σιδηρά Κυρία (Iron Lady) - 2011

Η ταινία Iron Lady της Phyllida Lloyd ήρθε δυναμικά με την Meryl Streep να υποδύεται την Margaret Thatcher, την πρώην πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου που διετέλεσε πρωθυπουργός από το 1979 μέχρι το 1990. Αξίζει να σημειωθεί για τους νεότερους ότι ήταν η πρώτη κα μοναδική γυναίκα πρωθυπουργός του 20ου αιώνα. Προέκυψε μετά από τρεις εκλογικές αναμετρήσεις. Ο χαρακτηρισμός Iron Lady της δόθηκε εξαιτίας της άτεγκτης στάσης της απέναντι στα συνδικάτα και την πρώην Σοβιετική Ένωση.
Η ταινία θα έλεγε κανείς είναι η βιογραφία της κ. Margaret Thatcher.
Πριν κρίνεις την ταινία θα πρέπει να τοποθετηθείς αν είσαι υπέρ ή κατά της Thatcher. Απαραίτητη προϋπόθεση – παράμετρος αν είσαι Βρετανός ή όχι, και φυσικά αν σου αρέσει η υποδυητική ικανότητα της Meryl Streep.
Αν δεν είσαι Βρετανός, γυναίκα και κατά της πολιτικής της Thatcher η ταινία δεν έχει να σου πει τίποτα.
Γιατί ακόμη κι αν δεν είσαι Βρετανός ή υπέρ της Margaret Thatcher θα εντυπωσιαστείς από τον αγώνα μιας γυναίκας να επιβληθεί και να παραμείνει σε μια θέση ανδροκρατούμενη. Αν δεν είσαι Βρετανός δεν θα αρκεστείς στα θετικά που προσέφερε η Margaret Thatcher στη χώρα της. Τώρα, αν είσαι άνδρας, κατά της Margaret Thatcher, ανεξάρτητα αν είσαι Βρετανός ή όχι, η ταινία δεν είναι ούτε καν ανεκτή.
Υπάρχουν ερωτήματα όπως: μπορείς να αποφύγεις να κάνεις ντοκιμαντέρ κι όχι να δραματοποιείς τη ζωή μιας προσωπικότητας, όταν μιλάς για ένα πρόσωπο που άλλαξε ριζικά το προφίλ της Βρετανίας; Πιστή οπαδός της φιλελεύθερης οικονομίας, ενίσχυσε καθοριστικά την ελεύθερη πρωτοβουλία, περιόρισε το δημόσιο τομέα. Της χρεώθηκε η υψηλή ανεργία, την οποία με το πόλεμο των Φόκλαντ
ς 1982 την μείωσε με την προκύψασα ανάκαμψη της οικονομίας.
Με ενόχλησε, ακόμη κι αν έτσι είναι η ζωή κι ανεξάρτητα με τη θέση μου για αυτήν την πρωθυπουργό, να την δω να σέρνεται. Αυτό το τόσο δυναμικό πλάσμα, γερασμένη, άρρωστη, ανήμπορη, αποπροσανατολισμένη, ανίκανη να επιβληθεί. Εκτός κι αν η σκηνοθέτης, με αυτή την επιλογή της, αναφέρεται σε νομοτέλεια του είδους «δες τι περιμένει και τους δυνατούς και ίσως τους σκληρούς κι άδικους».
Διέκρινα, επίσης, ότι προσδόθηκε μια υπογράμμιση αφέλειας στο χαρακτήρα της, στην καλύτερη περίπτωση θα το ονόμαζα ένα ξεπερασμένο ρομαντισμό στα οράματα και τους στόχους της από τους συναδέλφους της στο Κοινοβούλιο, ακόμη και στην παράταξή της.
Εκτιμώ ότι η πολιτική είναι πολλές περισσότερες συνισταμένες και συμφέροντα, συγκρούσεις, καταπατήσεις, σαρωτικές ακυρώσεις, διαγραφές. Εν ολίγοις είναι άγριος χώρος που λειτουργεί όχι απαραίτητα με κανόνες δεοντολογίας, όπως θα έπρεπε. Όταν διετέλεσε για τόσα χρόνια πρωθυπουργός, σαν γυναίκα προς γυναίκα απευθύνομαι στη δημιουργό, εξακολουθούν οι αντίπαλοι να σε αντιμετωπίζουν με ελαφρότητα και σχόλια του είδους «είναι θέμα ημερών η αποκαθήλωση της» συνοδευόμενα, επίσης, και τονισμένα, με μειδιάματα.
Ενδεχόμενη απάντηση της σκηνοθέτιδας για τις ανακρίβειες ή ερμηνείες θα ήταν:
Όταν δραματοποιείς τη ζωή μιας προσωπικότητας έχεις άλλοθι για τα λάθη ή τις ανακρίβειες, γιατί απαντάς «δεν κάνω ντοκιμαντέρ, παραθέτω τη δική μου ερμηνεία και καταγραφή». Αν δει κανείς την απόπειρα της Phyllida Lloyd σαν μια ταινία χωρίς αναφορά σε επώνυμο ή πρόσωπο υπαρκτό, είναι μια ταινία καλή που οι γυναίκες πολλά έχουν να διδαχθούν για να πράξουν ή να αποφύγουν.
Οι λάτρεις της Meryl Streep θα αναφωνήσουν και θα επιδοκιμάσουν για ακόμη μια φορά. Οι επικριτές της θα βρουν ευκαιρία να μιλήσουν για μιμητισμό κι όχι ερμηνεία. Διακινδύνευσε και υποδύθηκε ικανοποιητικά. Χωρίς να αποφύγει την μανιέρα της. Σίγουρα δεν την προσπερνάς, γι’ αυτό και την είδαμε.

Σκηνοθέτης            Phyllida Lloyd
Σενάριο                 Abi Morgan
Ηθοποιοί               Meryl Streep, Jim Bradbent,  Richard E Grant

19 Μαΐου 2012

Ο Δρόμος του Χρήματος (Margin Call) - 2011

Ο κινηματογράφος πολλές φορές σε απασχολεί μέσω της θέασης μιας ταινίας με ένα θέμα άγνωστο και ίσως αδιάφορο.
Η επιλογή της εν λόγω ταινίας έγινε, στην συγκεκριμένη περίπτωση, όχι για τους ηθοποιούς, ούτε για τον σκηνοθέτη. Αυτόν τον κόσμο, λόγω κρίσης, ήθελα να γνωρίσω, να κατανοήσω.
Η προσέγγιση της κρίσης ή των αιτιών της δεν είναι ετεροχρονισμένη, όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Η κρίση θα απασχολεί και θα απασχολήσει. Θα επιχειρηθούν κι άλλες, περισσότερες αναλύσεις, παρουσιάσεις, είτε μέσω της τέχνης ή μέσω των ειδικών και διαχειριστών εξουσίας.
Εγώ προσωπικά διαλέγω την τέχνη.
Η ταινία του J.C.Chandor, Margin Call, σύντομα, επιφανειακά, από λάθος γωνία, όπως σχολιάζεται, επιχειρεί να μιλήσει γι αυτό που η Ελληνική μετάφραση του τίτλου λέει καλύτερα, τον δρόμο του χρήματος.
Έχοντας σαν πλεονέκτημα και δύναμη μια ομάδα εξαιρετικών ηθοποιών και μ’ ένα ρεαλιστικό, επίκαιρο σενάριο καταγράφει τον κόσμο πίσω από τις κρίσεις ή την κρίση, αν θέλετε.
Βρισκόμαστε στο 2008, στα εσωτερικά ενός επενδυτικού κολοσσού.
Ο χρόνος εξέλιξης μόνο 24 ώρες.
Έναρξη; μία απόλυση.
Αποκάλυψη; ¨Ένα μεγάλο λάθος στη θεμελιώδη εξίσωση του συστήματος.
Συνέπεια; Κατάρρευση του κολοσσού αλλά και ντόμινο οικονομικών επιπλοκών, καταρρεύσεων στον κόσμο.
Ο μέσος, ο αδαής επί του θέματος θεατής, λίγο, ίσως καθόλου δεν τον ενδιαφέρει η εξίσωση, το λάθος.Το δέχεται με απορίες. Εστιάζει την προσοχή στην λειτουργία του συστήματος, στην κυνικότητα του, στην απρόσκοπτη από συναισθήματα, προσωπικές σχέσεις, δεσμεύσεις, συνέχιση της ροής του κέρδους.
Ο άνθρωπος -το αποτέλεσμα- η εταιρεία. Αυτό μετράει.
Ο άνθρωπος, τα άλλα δύο, υπηρετεί υιοθετώντας τις αρχές που η τελευταία θεσπίζει.
Ίσως από αυτά που σημειώνεις είναι η μία άλλη ηθική. Η αφοσίωση στην εταιρεία και στους στόχους της, το καλό της. Σε εκπλήσσει. Περιμένεις κι αυτή, η εταιρεία, να είναι το ίδιο δεσμευμένη απέναντι στους υπηρετούντες αυτή. Όμως όχι. Αυτή με την σειρά της υπηρετεί το χρήμα. Το τι το κάνει ή αν το επανατροφοδοτεί στην κοινωνία ή προς όφελος των μετόχων δεν είναι ορατό, τουλάχιστον στην ταινία.
Αυτή η σχέση η εντός των τειχών, με όλες τις βαθμίδες των στελεχών, δημιουργεί την ένταση.
Στο πρώτο μέρος, δεν με αφορούσε το αποτέλεσμα, η συνέπεια του λάθους. Έμεινα στον άνθρωπο. Αργότερα, ίσως ιδιαίτερα αργά ο J.C.Chandor, έβαλε κι εμένα, ως κοινωνία, μέσα στην έκβαση της αρχικά εσωτερικής κρίσης. Με έβαλε όταν εμφανώς έγινε αντιληπτή κι ως εξωτερική κρίση.
Ομολογουμένως η ταινία παρέμεινε ως το τέλος δυνατή, χάρη στην ερμηνεία των ηθοποιών, της πλοκής, της επικαιρότητας του θέματος.
Την είδα ως ένα ψυχογράφημα των ανθρώπων με τα σκουρόχρωμα κουστούμια, τα ανοιχτόχρωμα πουκάμισα, τις γραβάτες, αυτών που ξενυχτούν με την τροφή στην χαρτοσακούλα, την μπύρα στο χέρι, τις υψηλές αποδοχές στο πορτοφόλι, των ανθρώπων πίσω από την οθόνη, των ανθρώπων των γυάλινων γιγάντων της City της Wall Street, La Defense, αυτών που την αγωνία τους, την θλίψη τους, την μοναξιά τους θα την καλύψει η προβλεπόμενη γερή αποζημίωση. Οι άλλοι, εμείς, θα αναζητούμε την αιτία της κρίσης, θα συνεχίσουμε να ζούμε με την απορία προς τι τόσος πόθος, πάθος γι αυτόν τον δρόμο.

margin call: https://www.investdirect.hsbc.gr/HSBC/portal/media-type/html/user/anon/page/default.psml/js_panename/Tr_Margin


Σκηνοθέτης : J.C.Chandor
Σενάριο: J.C.Chandor

Ηθοποιοί:
Kevin Spacey Sam Rogers
Paul Bettany Will Emerson
Jeremy Irons John Tuld
Zachary Quinto Peter Sullivan
Penn Badgley Seth Bregman
Simon Baker Jared Cohen
Mary McDonnell Mary Rogers
Demi Moore Sarah Robertson

4 Μαΐου 2012

Moneyball - 2011

Αν δεν είσαι φίλαθλος κάποιου αθλήματος, αν το baseball ανήκει στη σφαίρα των εξωτικών, ίσως μια ταινία σαν το Moneyball να την προσπερνούσες.
Πρόκληση για την ταινία ήρθε αφ’ ενός από τον σκηνοθέτη Bennett Miller (Capote) κι αφ’ ετέρου από φίλο που την επεσήμανε ως case study για φοιτητές σχολών διοίκησης επιχειρήσεων.
Η επιλογή του Brad Pitt για το ρόλο του μάνατζερ των Oakland Athletics ίσως ήταν για κάποιους αποτρεπτική. Όμως προέκυψε ως καλή επιλογή. Ήταν μερικώς έκπληξη, μια και δείγμα για την υποκριτική του ικανότητα υπήρξε στο Babel και το Tree of Life.
Στα συν της ταινίας προστίθεται ότι βασίζεται σε αληθινή ιστορία. Το βιβλίο του Michael Lewis με τίτλο Moneyball: The Art of Winning An Unfair Game (2003) ήταν η βάση πάνω στην οποία οι σεναριογράφοι Aaron Sorkin (The West Wing, The Social Network) και ο Steve Zaillian (Schindler's List) έγραψαν το σενάριο.
Η περίληψη της ταινίας: Ο Bill Beane (Brad Pitt) είναι μάνατζερ των Oakland Athletics. Η ομάδα μάλλον άσημη, ο προϋπολογισμός του Beane μικρός, απώλειες παικτών για μεγαλύτερες ομάδες, τρείς. Επιλογές για αντικατάσταση παικτών περιορισμένες. Δυσκολίες αρκετές. Τα οικονομικά, η αδιαλλαξία των ανθρώπων του συλλόγου, οι απόψεις περί χαρακτηριστικών και κριτηρίων επιλογής παικτών αδιαπραγμάτευτες, ο δε προπονητής Art Howe (Philip Seymour Hoffman) αρνητικός. Η επιθυμία για νίκη του Bill Beane μεγάλη. Απέρριψε στο παρελθόν μια πανεπιστημιακή εκπαίδευση για το baseball. Το αποτέλεσμα άχρωμο. Ο γάμος του διαλυμένος. Η απόδειξη της νίκης απάντηση στον εαυτό του και στους άλλους η επιδίωξη του.
Επιλέγει και προσλαμβάνει τον Peter Brand (Jonah Hill), νεαρό απόφοιτο του Yale, στα οικονομικά, να τον βοηθήσει σε αυτό που επικρατεί ως άποψη για την επιτυχία μια ομάδας στο baseball, τα sabermetrics. Οι δυο τους διαμορφώνουν τις επιλογές τους μέσω της στατιστικής ανάλυσης με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το εγχείρημα παράτολμο και ζητάει τη δικαίωσή του μέχρι το τέλος της σαιζόν έχοντας απέναντι και επιφυλακτικούς έως απορριπτικούς, Διοικητικό Συμβούλιο, προπονητή, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ακόμη και παίχτες.
Το αποτέλεσμα θα το κρίνει ο φίλαθλος και ο θεατής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όρος Moneyball έχει ενταχθεί στο λεξικό του αθλήματος κι αφορά τον τρόπο, την τεχνική που ακολουθεί η ομάδα, η οποία προσαρμόζεται στη διαρκή εις βάθος ανάλυση των στατιστικών παράστασης των παικτών της.
Ο δυναμικός, δεσποτικός Beane επιβάλλεται και κινείται με τρόπο αξιοσημείωτο για τους ασκούντες διοίκηση. Ο στόχος ξεκάθαρος, αποστασιοποιημένος από επιρροές και συναισθήματα. Η νίκη και διάκριση το ζητούμενο, μπροστά σ’ αυτήν αξιοποιούνται τα δεδομένα, με στρατηγική, χωρίς συναισθήματα, με ρήξεις, όπου απαιτείται, με απολύσεις, όπου επιβάλλεται.
Ο Brand υποχωρητικός, έξυπνος, ιδιοφυής υποκλίνεται μπροστά στη δύναμη, αλλά μαζί της χαράσσει πορεία.
Οι φίλαθλοι και τα ΜΜΕ μαζί στη νίκη, χώρια στις αποτυχίες. Το εξιλαστήριο θύμα αναζητούν. Ο ευκολότερος στόχος το δίδυμο Beane-Brand μέχρι τη νίκη.
Ο Billy Beane έχει χρωστούμενα προσωπικά, φοβίες, απαντήσεις που οφείλει να δώσει κυρίως στον εαυτό του. Το σύστημα με το οποίο συνθηκολόγησε στα δεκαοκτώ είναι αυτό με το οποίο έρχεται σε ρήξη. Η αγωνία της έκβασης του αγώνα, ο εφιάλτης του.
Η ταινία, χωρίς να είσαι φίλαθλος, σε συναρπάζει με την ηθοποιία, με το παιχνίδι των διαλόγων και των ρόλων των κοινωνικών ομάδων, ο Miller το έδειξε καλά και στο Capote. Λειτουργεί ως ντοκιμαντέρ, εσύ συμμετέχεις και συμπάσχεις.
Μαθαίνεις από το πώς διοικείται ή μανατζάρεται μια ομάδα, όταν μάλιστα τζιράρονται εκατομμύρια και οι πιέσεις είναι πολλαπλές και πολύπλευρες.
Στα αρνητικά της ταινίας, αδύναμες ήταν οι αναφορές στο οικογενειακό περιβάλλον του Beane και όχι αρκετές προκειμένου να στηρίζουν τη διαμόρφωση του χαρακτήρα, τα πάθη ή τις φοβίες του.
Όμως δεν θα αναρωτηθείς γιατί βρέθηκα στο γήπεδο ή στα αποδυτήριά του με ανθρώπους που τον τρόπο ζωής τους αγνοείς. Είναι μια γοητευτική εμπειρία το δίωρο, αλλά δεν θα το έλεγα μοναδικό.
Ίσως αναρωτηθείς,
 Για την επιτυχία φθάνουν μόνο οι αριθμοί, μόνο οι ικανότητες ή τα προσόντα των αθλητών, η καλή διοίκηση, η προπόνηση, το χρήμα ή οι αστάθμητοι παράγοντες; Μπορεί ένας καλός μάνατζερ να τους προβλέψει, να τους χειρισθεί ή είναι εξωγενείς παράγοντες, αστάθμητοι, απρόβλεπτοι, αυτοί που κάνουν το «παιχνίδι»;

Σκηνοθέτης Bennett Miller
Σεναριογράφοι Steve Zaillian - Aaron Sorkin
Βασισμένο στο βιβλίο
Michael Lewis - Moneyball: The Art of Winning An Unfair Game (2003)
Ηθοποιοί

Bill Beane Brad Pitt
Peter Brand Jonah Hill
Art Howe Philip Seymour Hoffman

30 Απριλίου 2012

Tokyo story - 1953

Αριστουργήματα δεν έχει κανείς την ευκαιρία να συναντά συχνά. Το Tokyo Story ήρθε ως δώρο. Διπλή η χαρά. Αυτή του δώρου και του αριστουργήματος.
Ο λόγος για το ασπρόμαυρο φιλμ του Yasujiro Ozu φτιαγμένο το 1953. Θέμα του η επίσκεψη ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, από την επαρχία, στα παιδιά τους που ζουν στο Τόκιο. Διαπίστωση και θέμα της ταινίας. Είναι τόσο απασχολημένοι που η ολιγοήμερη επίσκεψη των γονιών δεν χωράει στη δρομολογημένη ζωή τους. Εξαιρέσεις; Μία και η απάντηση από τον Yasujiro Ozu.
Συναρπαστικό, όσες φορές κι αν ειδωθεί. Λιτό, καθαρό, τρυφερό, ευγενικό, ανθρώπινο, σου κλέβει την καρδιά. Κομψότητα στο χειρισμό καθημερινών κινήσεων και διαλόγων. Διακριτικότητα στην ανάδειξη των ενδοοικογενειακών σχέσεων. Υπαινικτικό και δεικτικό ως προς τον αλλοτριωμένο κάτοικο της μεγαλούπολης. Συναινετικό στην κρίση των σχέσεων. Νοσταλγικό για την απολεσθείσα ομορφιά, τον έρωτα. Υμνητικό για την καρδιά που επιλέγει την καλοσύνη, την ευγένεια, την ειλικρίνεια, την έκφραση συναισθημάτων.
Είχα ξεχάσει τι σημαίνει να μιλάς και να σε κοιτούν στα μάτια. Να μην περνούν γρήγορα στο επόμενο θέμα. Είχα ξεχάσει τη γοητεία της λιτότητας, συνήθισα το βάρος και την ασχήμια του περιττού. Είχα ξεχάσει πως οι στιγμές μπορεί να κυλούν ως ρυάκι, και όχι ως χείμαρρος.
Θα ήθελα να είχα την ευκαιρία να χαρίσω ξανά στον εαυτό μου ένα αναδρομικό αφιέρωμα στο έργο αυτού του υπέροχου σκηνοθέτη.
Μοναδικά κάδρα, υπέροχες ερμηνείες, ζεστά βλέμματα. Η μετάβαση εις τόπο και χρόνο ακολουθεί το θρόισμα από το γύρισμα της σελίδας. Η τελετουργία, η αξεπέραστη ιαπωνική τελετουργία, αποθεώνεται. Ακόμη κι αυτή, η τετριμμένη, της ετοιμασίας των αποσκευών.
Φεύγεις από την ταινία γοητευμένη, αλλά με μια πικρή γεύση, όχι για τον δημιουργό, ούτε για το δημιούργημα, αλλά γι’ αυτό που αυτός ήθελε να πει.
Τι δύσκολο να μεγαλώνεις, να ετοιμάζεσαι για το «ταξίδι», κι ακόμη να μην μπορείς να ονομάσεις την αλήθεια για τη ζωή που ετοίμαζες και ονειρευόσουν, για τις αλλαγές που ήρθαν. Το μέλλον που έχτιζες κι αυτό σε αφήνει απ’ έξω. Αιτίες πολλές, τις άγγιξε, αλλά δεν χρειάσθηκε να μείνει. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο ή μάλλον είναι αναπόφευκτο. Θα το συναντήσεις
Οι δύο ταινίες, απ ότι γνωρίζω , εμπνευσμένες από αυτό το έργο, χωρίς να θέλω τις υποτιμήσω δεν με συνεπήραν στον ίδιο βαθμό αν και ήταν ξεχωριστές Το Café Lumiere του Hsiqo-hsien και το Ανθισμένες κερασιές της Doris Dorrie.
Ίσως κι αυτοί της ίδιας γοητείας με μένα θύματα υπήρξαν.

Σκηνοθέτης Yasujiro Ozu
Σενάριο Yasujiro Ozu, Kögo Nodo


Ηθοποιοί
Chieko Higashiyama      (Tomi)
Chishu Ryu                    (Shukich)
Setsuho Hara                 (Noriko)
Haruko Sugimura          (Shige)

So Yamamura               (Koichi)