28 Νοεμβρίου 2015

Το απαγορευμένο ποδήλατο (Wadjdα) - 2012



Μερικές φορές υπάρχουν κάποιες συμπτώσεις που σε τρομάζουν, σε δεύτερη σκέψη μάλλον η ωρίμανση του θέματος προκύπτει από διαφορετικές πλευρές στον ίδιο χρόνο.
Μικρή εισαγωγή για να πω ότι τελειώνοντας την παρακολούθηση της ταινίας της Haifaa al_Mansour διάβασα στο BBC Online το άρθρο και είδηση της Middle East Chief International Correspondent Lyse Doucet για την συμμετοχή των γυναικών, ως υποψήφιες, στις εκλογές του Δεκεμβρίου στη Σαουδική Αραβία.
«The change is slow and the wait long. But for Saudi suffragettes, even a vote in local elections is a step to celebrate. And in the conservative kingdom's third round of municipal polls on 12 December, women are also allowed to run as candidates for the first time.»
Όντως οι αλλαγές αργούν και θα πρέπει να περιμένουν πολύ.
Last month, 6/2013, it was announced that women could ride bikes – albeit clothed head-to-toe, accompanied by a male guardian, in restricted areas and for recreation only. Responding to the bike shift, Wadjda's director, Haifaa al-Mansour, has said: "We should be happy that changes like this are taking place. I know they seem like they are small and they don't mean much, but it shows that attitudes towards women are changing, and women are getting more liberties, even if it is very slowly. There is still a long, long way to go, but hopefully things like this pave the way for bigger changes.
Η ισότητα των δύο φύλων σε πολλά μέρη δεν λέει να φανεί ούτε σαν φως στο τούνελ. Θα μου πείτε, μήπως έχει επιτευχθεί στον δυτικό κόσμο όπου ισχυριζόμαστε ότι είναι και θεσμοθετημένη; Απαντήσεις πολλές και ενστάσεις άλλες τόσες.
Είναι γεγονός ότι η Haifaa al_Mansour έκανε μία ταινία για τις γυναίκες στη πατρίδα της, με θέμα τις γυναίκες. Ήρθε δε σε μια εποχή που η πατρίδα επιχειρεί και αλλάζει κάποια θέματα ως προς αυτές. Συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, εργασία σε καταστήματα ειδών για γυναίκες, συμμετοχή σε εκλογές, αρχικά ένα είδος συμβουλίου παρά της Βουλής και τώρα στις Αυτοδιοικητικές εκλογές.
Ένα κορίτσι η Wadjda, Waad Mohammed, ζει με την μητέρα της, ενώ τους επισκέπτεται αραιά και που ο πατέρας.
Ένα αγοροκόριτσο θα έλεγα, πανέξυπνη, ευρηματική, προσπαθεί να αποκτήσει ένα ποδήλατο προκειμένου να ανταγωνίζεται τα αγόρια, συγκεκριμένα τον φίλο της. Με αφορμή την συμπεριφορά της στο σχολείο και τις αντιδράσεις, τους κανόνες του σχολείου και της κοινωνίας, σκιαγραφείται η θέση της γυναίκας στην Σαουδική Αραβία.
Μοιάζει απλοϊκή, δεν είναι. Κυλάει ήρεμα, ακολουθείς τα συναισθήματα των χαρακτήρων, τις απόψεις τους, το σημαντικότερο καταθέτει μία άκρως φεμινιστική πρόταση ενώ εσύ ως θεατής μυήσαι στο πρόβλημα, κατανοείς τη θέση της γυναίκας σ’ αυτή την άκρως συντηρητική κοινωνία, μία κοινωνία που από τα «γεννοφάσκια» σου σε κατατάσσει στο περιθώριο αφήνοντας τους άλλους, τους δυνατούς, τους ισχυρούς, τους κυρίαρχους να αποφασίζουν για σένα μα χωρίς εσένα.
Το αυτονόητο θεωρείται αυστηρώς ανάρμοστο.
Από τα αθλητικά παπούτσια, την αποφυγή θέσης σου στο οπτικό πεδίο ενός άνδρα σε απόσταση διακοσίων μέτρων, το αθώο γέλιο τρυφερών κοριτσιών, το τιτίβισμά τους πριν μπουν στη τάξη.
Δακρύζεις και γελάς. Πως να αποφύγεις το δάκρυ όταν είναι ακόμα παιδί κι όμως ο γάμος της αποφασίσθηκε, είναι δεκάχρονο κορίτσι που το υποχρεώνει η κοινωνία να παίζει κουτσό ολοσκεπασμένο, ένα κορίτσι όταν, αγκαλιά με την μάνα της που υποκρίνεται την αδιάφορη, βλέπει τον νέο γάμο του πατέρα της, ενώ η μάνα της υποφέρει και πρέπει να δεχτεί στωικά τον επιβαλλόμενο πόνο της καινούριας συζύγου.
Έτσι με τα μη και τα πρέπει, τους κανόνες και τις συνήθειες υποτάσσεσαι, γίνεσαι άβουλο ον, αντικείμενο προς κατανάλωση που πρέπει να είναι ευχάριστο, αδιαμαρτύρητο, ελκυστικό. Ελοχεύει η τιμωρία, ακόμη και ο θάνατος στις παραβιάζουσες το νόμο των Ιμάμηδων.
Γυάλινα πολυτελή κλουβιά στις τυχερές, ενσταυλισμένες οι άτυχες και οι δυο χαμένες κάτω από την εμπεδωμένη μέσω της αγωγής κατωτερότητα του φύλου σου.
Το ποδήλατο, το όνειρο προς την ελευθερία. Συμβολισμός; Ίσως.
Η ερμηνεία της Wadjda εξαιρετική όπως και του Abdullah, αλλά μέτριες οι των άλλων.
Λεπτομέρειες φροντισμένες. Ευφυέστατο το σενάριο, απολαυστικοί οι διάλογοι, ωραία η φωτογραφία.
Λιτά τα σκηνικά και περιορισμένα σε εσωτερικούς χώρους. Δύσκολα τα γυρίσματα. Πέντε χρόνια πήρε η υλοποίηση της ταινίας. Δυσκολία χρηματοδότησης. Η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης στην Σαουδική Αραβία. Να σκεφθεί κανείς ότι η σκηνοθεσία γινόταν με μόνιτορ μια και η σκηνοθέτης δεν επιτρεπόταν να βρίσκεται ανάμεσα σε άνδρες.
Ήθελε να την γυρίσει στην πατρίδα της και ήταν σωστή η επιλογή. Κινήθηκε στο πνεύμα των νεορεαλιστικού κινηματογράφου και απέδωσε με μία ταινία δυνατή το θέμα της. Τάραξε τα λιμνάζοντα νερά εκ των έσω. Δεν έχει την δύναμη ενός ντοκιμαντέρ, δεν έκανε μία πικρή δύσκολη ταινία, επέλεξε τον απλό τρόπο να θίξει και να καταδείξει ένα μεγάλο θέμα, επώδυνο αν είσαι γυναίκα, μάνα κοριτσιών και μιας εγγονής.
Σκηνοθέτης: Haifaa al_Mansour
Σενάριο: Haifaa al_Mansour
Φωτογραφία: Lutz Retemeier
Μουσική: Max Richter
Editing: Andreas Wodraschke
Ηθοποιοί
Reem Abdullah: Μητέρα
Waad Mohammed: Wadjda
Abdullrahman Al Gohani: Abdullah
Sultan Al Assaf: πατέρας
Ahd Kamel: κυρία Hussa
Ibrahim Al Mozael: Καταστηματάρχης
Nouf Saad: Κατηχήτρια
Rafa Al Sanea: Fatima
Alanoud Sajini: Fatin
Rehab Ahmed: Noura
Dana Abdullilah: Salma
Mohammed Zahir: οδηγός

22 Νοεμβρίου 2015

Νομοταγείς Τύποι (Stand up guys) - 2012

Αναρωτιέμαι αν ισχύει ότι ο κινηματογράφος είναι ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες.
Οι θεατές έχουν ηλικία, φύλο, ταυτότητα, κλπ. Πως εισπράττεται το μήνυμα με ποια κριτήρια αξιολογείται;
Ο λόγος για την ταινία Stand Up Guys. Δεν είναι πρόσφατη και δεν πήγε πολύ καλά. (source wikipedia:The film has received mostly mixed reviews: as of July 2013, it holds a 38% rating on review aggregator Rotten Tomatoes based on 105 critics with a weighted average of 5.2/10, while 49% of the audience has judged it with an average score of 3.2/5.[8] Slant Magazine gave the film two and a half stars out of four:[9])
Την διάλεξα για τον Al Patsino.
STAND UP GUYS, οι με Όσκαρ στα χέρια τους Al Pacino, Christopher Walken και Alan Arkin σε μια σκληρή αλλά συγκινητική κωμωδία δράσης. Συνταξιούχοι γκάνγκστερ που ξανασμίγουν για μια επική συνάντηση 24ωρου. Ο Val (Αλ Πατσίνο) απελευθερώνεται από τη φυλακή αφού εξέτισε είκοσι οκτώ χρόνια για την άρνηση να καταδώσει έναν από τους στενούς συνεργάτες του εγκληματικού παρελθόντος του. Ο καλύτερος του φίλος Doc (Christopher Walken) είναι εκεί για να τον πάρει, και οι δύο τους θα επασυνδεθούν με τον άλλο παλιό τους φίλο, Hirsch (Alan Arkin). Ο δεσμός τους είναι ισχυρός όσο ποτέ, και οι τρεις θα προβληματιστούν σχετικά με την ελευθερία που έχασαν και ξανακέρδισαν, τη πίστη που υποχώρησε και έφυγε, και τις ημέρες της δόξας που πέρασαν. Και παρά την ηλικία τους, η ικανότητά τους για ένταση και δράση εξακολουθεί να είναι πολύ ζωντανή και καλά να κρατεί. Οι σφαίρες σκορπιούνται κάνοντας μια ξεκαρδιστικά γενναία προσπάθεια να αντισταθμίσουν τις δεκαετίες του εγκλήματος, των ναρκωτικών και του σεξ που έχουν χάσει. Αλλά ένας από τους φίλους κρατά ένα επικίνδυνο μυστικό. Ένα μυστικό που τον θέτει σε φοβερό δίλημμα προέρχεται δε από το πρώην αφεντικό τους, στον υπόκοσμο. Ο χρόνος του για να βρει μια αποδεκτή εναλλακτική λύση εξαντλείται. Καθώς ο ήλιος ανατέλλει η θρυλική επανένωση τους, η θέση των φίλων γίνεται όλο και πιο απελπιστική και τελικά θα πρέπει να αντιμετωπίσουν το παρελθόν τους μια και για πάντα.
Εξαιρετικές ερμηνείες, γρήγορο, ύμνος της φιλίας, υπέροχη κίνηση, φωτογραφία, μουσική.
Η ηλικία παρούσα για να υποστηρίξει ως πρέπει τον χρόνο που πέρασε πάνω από τους φίλους και την κοινωνία. Εδώ βρίσκεται και η απάντηση στην δική μου εισαγωγή μια και θα είχε εγείρει ερωτήματα. Ναι, σέρνονται τα βήματα, και το σώμα δεν έχει την ευελιξία, υπάρχει μία βραδύτητα στις κινήσεις με εξαίρεση το φινάλε. Εκεί που η φιλία και ο δεσμός επιβάλλουν την αντιμετώπιση του παρελθόντος.
Πως μπορεί ένας νεαρός ή μία νεαρή εθισμένοι σε ταινίες και ήρωες απίστευτης δράσης, αφύσικης τις περισσότερες φορές, να κατανοήσει την παλιομοδίτικη συμπεριφορά με δράση αφημένη σε ταλαιπωρημένα χέρια από την αρθρίτιδα;
Πως να δεχθεί ότι ανοίγεις πόρτες με σουγιαδάκια; Πως να αντιληφθείς λόγο τιμής και την αποφυγή των υπερβολών και του κάνω ‘χαβαλέ’ ή σαματά για το τίποτα ή άνευ λόγου, για το γούστο; Παράδειγμα η αντιμετώπιση των νέων «νουνών» της νύχτας ή η συμπεριφορά τους προς τις γυναίκες του πορνείου.
Ευχάριστη μουσική, σωστά επιλεγμένη. Η ενδυματολογική και σκηνική παρουσία αξιοπρόσεχτη συμβάλλοντας τα μέγιστα στην επιτυχία της ταινίας.
Ακόμη και κινηματογραφόφιλοι σαν κι εμένα, που δεν τους αρέσει ο κινηματογράφος δράσης, θα την απολαύσουν.
Μην βιαστείτε να μου πείτε ότι γι αυτό μου άρεσε, ότι λείπει το μέτρο σύγκρισης… Θα σας απαντήσω ότι αφέθηκα στις ερμηνείες του παλιού καλού καιρού με άνδρες που δεν καθρεφτίζονται συνεχώς.
Σκηνοθέτης: Fisher Stevens
Σενάριο: Noah Haidle
Φωτογραφία: Michael Grady
Μουσική: Lyle Workman
Editing: Mark Livolsi
Σκηνικά: Kathy Lucas
Εδυματολογία: Lindsay Mckay
Διανομή ρόλων: Debora Aquila, Tricia Wood
Ηθοποιοί
Al Pacino: Valentine «Val»
Christopher Walken: «Doc»
Alan Arkin: Richard Hirsch
Julianna Margulies: Nina Hirsch
Mark Margolis: Claphands
Katheryn Winnick: Oxana
Vanessa Ferlito: Sylvia
Addison Timlin: Alex
Lucy Punch: Wendy
Bill Burr: Larry

18 Νοεμβρίου 2015

A Little chaos ή The King's Garden -2014

Συνήθως γράφω όταν κάτι μου αρέσει. Η ταινία του Alan Rickman με άφησε αδιάφορη. Θα την πρότεινα ίσως για ένα ζεστό καλοκαιρινό βράδυ σε υπαίθριο χώρο προβολής, έτσι για να ξεχαστείς και να δροσιστείς.
Η Sabine (Kate Winslet), μία κηπουρός με ισχυρή θέληση θα έρθει αντιμέτωπη με τα όρια που θέτει το φύλο και η τάξη όταν επιλεχθεί να κατασκευάσει ένα από τους κήπους του Βασιλιά Louis XIV στις Versailles… θα εμπλακεί επαγγελματικά και συναισθηματικά με τον διάσημο αρχιτέκτονα τοπίου του παλατιού, τον André Le Notre (Matthias Schoenaerts).
Θα αναρωτηθείς πως αφού είναι χλιαρή και άνευ θέματος. Το υπονοεί εξάλλου και ο τίτλος, αν και δεν πιστεύω ότι αυτός ήταν ο στόχος.
Με εξαίρεση την φωτογραφία και την ηθοποιία του Matthias Schoenaerts, δεν θα έδινα τα εύσημα στο εγχείρημα του αξιολάτρευτου κυρίου Rickman.
Δεν ήταν κωμωδία αν και προσπάθησε. Επίσης δεν ήταν δράμα.
Δεν ήταν εποχής γιατί παραβίασε πολλούς κανόνες.
Γλώσσα, μιλούν αγγλικά, ευτυχώς και γαλλικά χωρίς προφορά εγγλέζικη.
Διάλεξε γυναίκα για ένα επάγγελμα που μοιάζει ανατρεπτική επιλογή από άποψη φύλου, ακόμη και σήμερα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κηπουρός είναι φανταστικό πρόσωπο όχι όμως ο André.
Πήρε κι άλλες πρωτοβουλίες για την ανάγκη του μύθου. Ο αρχιτέκτονας κήπου André, o πρωταγωνιστής, στην πραγματικότητα ήταν 30 χρόνια μεγαλύτερος του Λουδοβίκου, ενώ στην ταινία εμφανίζεται κατά πολύ νεώτερος… Θα με προλάβαινε κάποιος λέγοντας ότι σημασία έχει τι θα διαμηνύσουν οι αλλαγές και οι προσθήκες. Το ερώτημα παραμένει αναπάντητο, ως προς το τι διαμήνυσε.
Έδωσε έμφαση σε κοστούμια, αυτά εύκολα βρίσκονται σε κάποιες χώρες, ενώ δεν πρόσεξε άλλες λεπτομέρειες, όπως την γύμνια των χώρων.
Απλοποίησε υπερβολικά για την ανάγκη των γυρισμάτων και του κόστους, να υποθέσω, τους χώρους. Ίσως θεατροκοποίησε τα σκηνικά αν θέλω να είμαι επιεικής.
Το παλάτι, το σπίτι της κηπουρού, όπου θεωρητικά κι εμείς θα ‘πρεπε να ανοίξουμε το στόμα όταν αντικρίσαμε το μικρό της θαύμα, αυτό που της εξασφάλιζε και την δουλειά. Δεν έγινε. Αναρωτιέσαι σε τι προθάλαμο βρίσκεσαι όταν εισέρχεται αυτή στο παλάτι και τι είδε αυτός, ο André, που δεν είδαμε εμείς και πείσθηκε για την πρόσληψή της.
Δεν θα αναφερθώ για το μεγάλο έργο των κήπων στις Βερσαλλίες. Το θεατράκι με τα συντριβάνια γεννήθηκε μέσα από τις λάσπες και εμείς σαν κακομαθημένοι θεατές έχουμε απαίτηση το CGI να το απέδιδε καλύτερα και όχι σαν παιχνίδι επί της οθόνης φθηνής εφαρμογής.
Κατανοώ ότι θέλησε να σκιαγραφήσει και όχι να αποδώσει την εποχή. Να διακωμωδήσει και όχι να κάνει αυστηρή κριτική.
Τα ήθη των κατοικούντων στο παλάτι επιχείρησε να τα δείξει είτε με τις σεξουαλικές επιδόσεις της γυναίκας του André Mme Françoise Le Nôtre (Helen McCrory), είτε με την εκφρασμένη ανάγκη του Βασιλιά να πάρει μία γυναίκα εκτός αυλής, είτε με τις ομοφυλόφιλες σχέσεις και συμπεριφορές του Δούκα Philippe d’Orleans. Θα παρέλειπα, αλλά δεν μπορώ να το αποφύγω, ότι προκειμένου να καταλάβουμε εμείς, οι εκτός 17ου αι. θεατές, τον ρόλο της γυναίκας, αντιπαραθέτει τις τραγικές φιγούρες των γυναικών του παλατιού από την μία πλευρά και την δυναμική της κηπουρού από την άλλη. Την ευαισθησία της και τις γνώσεις της με την κενότητα και ματαιοδοξία των άλλων. Μικρή παρατήρηση, ενδυματολογική: αν θέλεις να πας να δουλέψεις με 50 εργάτες σε αγρούς, φοράς κάτι πρόχειρο, δεν πιέζεις με κορσέ το στήθος να ξεχειλίζει, φοράς την δερμάτινη ζώνη, να είσαι ενδυματολογικά σωστή, μέρος ενδυμασίας για την προστασία της μέσης, κάτι σαν το ζωνάρι των φορεσιών μας. Με παρέπεμψε ενδυματολογικά σε κάποιες εγχώριες τηλεπαρουσιάστριες που καθρεπτίζονται στον φακό και ξεχυλάει τελείως τυχαία η σάρκα με την γύμνια της καθώς κάποιοι έλκονται και άλλοι επικαλούνται τον Κύριο να μας σώσει. Βέβαια το βλέμμα πρέπει να μένει αθώο και παιχνιδιάρικο, οι δε ατάκες άμεσες ειλικρινείς και εξυπνούλικες. Μου έφερε στο νου την συγχωρεμένη δική μας πρωταγωνίστρια.
Βέβαια, η εν λόγω πρωταγωνίστρια, για τις θυσίες που απαιτεί το επάγγελμα της ηθοποιού, δήλωσε ότι έπεσε στο νερό χωρίς αντικαταστάτρια, παρ όλο που ήταν τριών μηνών έγκυος. Ενημέρωσε επίσης μόνο τον συμπρωταγωνιστή της προκειμένου να την προσέχει, ιδιαίτερα στις σκηνές του έρωτα κατά τις οποίες προς χάριν της, και μια και είναι κύριος, δεν έβγαλε ούτε το εσώρουχο πόσο μάλλον τις κάλτσες. Ευτυχώς που δεν επέλεξαν καμμία εύθραυστη ή λεπτεπίλεπτη κορασίδα ως πρωταγωνίστρια.
Μέχρι δε να ολοκληρωθεί το έργο που ανέλαβε, παρ όλα τα εμπόδια και τις καταστροφές που επινόησε η αντίζηλος, η ταινία κρατά εις μάκρος, 1 ώρα και 57 λεπτά. Την παρακολουθεις. Πως; Με λίγο χιούμορ και κάποιες «ζουμερές, νόστιμες» σκηνές που εμβόλιμα εισέρχονται στην οθόνη για να μην βαρεθείς.
Ε, όχι κύριε Rickman, σας προτιμώ σαν ηθοποιό. Λυπάμαι.
Σκηνοθέτης: Alan Rickman
Σενάριο: Jeremy Brock, Alison Deegan, Alan Rickman
Φωτογραφία: Ellen Kuras
Μουσική: Peter Gregson
Editing: Nicolas Gaster
Ηθοποιοί:
Kate Winslet: Sabine De Barra
Matthias Schoenaerts: André Le Nôtre
Alan Rickman: King Louis XIV
Stanley Tucci: Δούκας Philippe d'Orleans
Helen McCrory: Madame Françoise Le Nôtre
Steven Waddington: Duras
Jennifer Ehle: Madame De Montespan
Rupert Penry-Jones: Antoine Nompar de Caumont
Paula Paul: Elizabeth Charlotte, Πριγκήπισσα Palatine

16 Νοεμβρίου 2015

Mommy - 2014

Μια γεμάτη πάθος μητέρα, χήρα (Anne Dorval) πρέπει να αναλάβει την πλήρη επιμέλεια του απρόβλεπτου και πολλές φορές βίαιου 15χρονου γιου της, (Antoine-Olivier Pilon). Καθώς μητέρα και γιος πασχίζουν να τα βγάλουν πέρα, εμφανίζεται και προθυμοποιείται να προσφέρει βοήθεια η Kyla (Suzanne Clément), η ιδιόμορφη νέα γειτόνισσα από την απέναντι πλευρά του δρόμου. Οι τρεις τους προσπαθούν να βρουν μια νέα αίσθηση ισορροπίας.
Εν ολίγοις αυτή είναι η ιστορία της ταινίας του Xavier Dolan.
H ταινία των 138 λεπτών μας έρχεται από τον Καναδά συνοδευόμενη από πολλά εθνικά και ξένα βραβεία.
Δικαίως.
Σενάριο, διάλογοι, ηθοποιοί άψογα.
Τρέχει η ταινία, και μαζί της κι εμείς.
Η υπερκινητικότητα του Steve, η δυσκολία της μάνας που πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει την επιβίωση και ταυτόχρονα να επιμεληθεί την ανατροφή του γιου της, να αντιμετωπίσει τις ανεξέλεγκτες συμπεριφορές του και φυσικά τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες αυτής της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς, δεν σε αφήνουν απλά θεατή αλλά σε καθιστούν συμμετέχοντα και συμπάσχοντα.
Ούτε μία στιγμή πλήξης.
Με fade-in fade-out κυλάει τον χρόνο και μεταβαίνει έξυπνα σε άλλες καταστάσεις.
Εξαιρετική φωτογραφία, υπέροχα πορτρέτα, που από μόνα τους αφηγούνται την ιστορία τους.
Βλέπεις με τα μάτια του συνομιλούντος τον εκφέροντα τον λόγο, μια τεχνική που επανέρχεται διαρκώς μαζί με την ένταση.
Η ταινία έχει κινηματογραφηθεί σε 1:1 aspect ratio ασυνήθιστο γιατί τα περισσότερα μοντέρνα φιλμ γίνονται σε 1.85:1 ή 2.35:1 (anamorphic).
Το επέλεξε έτσι, όπως δηλώνει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης («People have been trying to intellectualize the heck out of this», Dolan tells ‘The Hollywood Reporter’. «I just wanted to shoot portrait aspect ratio that would allow me to be very close to the characters, avoid distractions to the left and right of the frame and have the audience look the characters right in the eye.» ) γιατί θεωρούσε ότι δεν θα μπορούσε να βυθιστούμε μέσα στις ζωές των εν λόγω ανθρώπων χωρίς αυτό. Είναι γεγονός ότι βυθιστήκαμε.
Θέτει αμφισβητήσεις για την αποτελεσματικότητα των δομών ψυχικής υγείας, για την ελπίδα που προσφέρουν στους οικείους του αποκλίνοντα. Την κατάρρευση του κράτους πρόνοιας και το επίπλαστον αυτού αν υπάρχει.
Ένας δρόμος δύσκολος για την μόνη μάνα, ακόμη δυσκολότερος όταν έχει και οικονομικά προβλήματα.
Πως να ζήσεις όταν πρέπει να είσαι αποκλειστικά αφιερωμένη στο παιδί σου; Το παιδί σου που εξαρτάται από σένα κι έχει ανάγκη της προσοχής σου που την ίδια στιγμή την απορρίπτει.
Τεντώνουν τα νεύρα και η αντοχή φθάνει στα άκρα. Το εγώ απέναντι στην ευθύνη και αγάπη της μητέρας μέσα σου.
Δίλημμα.
Βοήθεια στο πρόβλημα ίσως ένας άλλος με πρόβλημα. Απάντηση στην διαχείριση της αποκλίνουσας συμπεριφοράς; Οι ειδικοί ξέρουν καλύτερα.
Εμείς ακολουθήσαμε το πρόβλημα, βιώσαμε μέσα από τον φακό τον θυμό, τον έρωτα, την έκρηξη, την βία, το αίμα, το σάλτο της ελευθερίας.
Μπήκαμε στο σπίτι τους και ανενόχλητα γίναμε ένα μαζί τους. Σχεδόν είχαμε λόγο.
Αν σκεφθεί κανείς ότι ο Dolan έγραψε και το σενάριο ο ίδιος, πρόκειται για έναν άκρως ευαίσθητο άνθρωπο, μόλις 25 ετών, που αυτήν την ευαισθησία του την σκηνοθέτησε και ταρακούνησε τις εφησυχασμένες συνειδήσεις μας, του είδους: «για όλα έχει φροντίσει το σύστημα».

Σκηνοθέτης: Xavier Dolan
Σενάριο: Xavier Dolan
Φωτογραφία: André Turpin
Editing: Xavier Dolan
Μουσική: Noia

Ηθοποιοί
Anne Dorval: Diane "Die" Després
Antoine-Olivier Pilon: Steve Després
Suzanne Clément: Kyla
Alexandre Goyette: Patrick
Patrick Huard: Paul Béliveau

5 Νοεμβρίου 2015

Η συνταγή της Πωλέτ (Paulette) - 2012



Η συνταγή της Πωλέτ είναι ταινία που βλέπεται ευχάριστα χάριν της καταπληκτικής πρωταγωνίστριας της, Bernadette Lafont. Δεν υστερούν όμως και οι υπόλοιποι ηθοποιοί.
Είναι κωμωδία και ξεκινάει από ένα προσωπικό δράμα που ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος θέλει να είναι κοινωνικό.
Μία ηλικιωμένη κυρία ζει μετά τον θάνατο του συζύγου της μόνη με την πενιχρή σύνταξη των 600 ευρώ σε υποβαθμισμένο προάστιο της Γαλλίας. Κινδυνεύει να χάσει και το σπίτι της, της έχουν κατασχέσει τα έπιπλα, τρέφεται από τους κάδους και τα απομεινάρια στο κλείσιμο των λαϊκών αγορών.
Το εστιατόριο της το αγόρασαν Κινέζοι, η κόρη της έχει παντρευτεί με μαύρο αστυνομικό και ο εγγονός της είναι επίσης ένα χαριτωμένο μαυράκι.
Εξαιτίας όλων των κακοτυχιών της είναι ρατσίστρια, μισεί τους σχιζομάτιδες, τους «αράπηδες» και το «αραπάκι» εγγονό της. Διατηρεί εχθρικές σχέσεις με την κόρη της, έχει κάποιες φίλες από παλιά τις οποίες συναντά συχνά για ένα χαρτάκι.
Θα αποφασίσει να κάνει το μεγάλο άνοιγμα κι αυτό θα της φέρει χρήμα. Θα αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την οικογένεια, θα βοηθήσει τις φίλες της, την Εκκλησία και τους νεαρούς αποκλίνοντες της γειτονιάς
Αυτό το μεγάλο άνοιγμα, που δεν το αποκαλύπτω για ευνόητους λόγους, κάνει το δράμα και την ταινία κωμωδία.
Εκτιμώ ότι σενάριο και διάλογος σε πολλά σημεία ήταν κάπως αφελείς και προβλεπόμενοι. Όμως, χάριν του ταλέντου και ικανότητας της Paulette (και της Bernadette Lafont), η ταινία κυλάει με αμείωτο ενδιαφέρον και ευχάριστα. Διακωμωδεί τους έμπορους διακινητές κάναβης, τους χρήστες, τον τρόπο διακίνησης, κάνει δε σαφείς υπαινιγμούς περί ελεύθερης χρήσης. Είναι εύκολο χρήμα για λίγους, ενέχει εγκληματικότητα, βία δυσανάλογη της ευχαρίστησης που προσφέρει.
Ένα κοινωνικό φαινόμενο που ταλανίζει την κοινωνία αντιμετωπίζεται σατυρικά.
Αρχικά χαμογελάς όμως στο τέλος διερωτάσαι με τι γελούσες.
Προϋποθέτει ότι δεν είσαι απόλυτος απέναντι στο «μαύρο», είσαι ανοιχτός, έστω αδιάφορος στην ελεύθερη διακίνηση προκειμένου να μην χρειάζονται έμποροι, οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι και το «εμπόρευμα» προσιτό .
Σύντομη, μόνο 87 λεπτά κι όπως λέει κάποιος κοιτάς μόνο μία φορά το ρολόι. Ίσως γιατί, όπως λέγεται, στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Ερώτηση, επισήμανση: Ποιος είπε ότι οι κωμωδίες είναι αθώες;

Σκηνοθέτης                  Jérôme Enrico
Σενάριο                       Bianca Olsen, Laurie Aubanel, 
                                   Jérôme Enrico, Cyril Rambour
Μουσικη                       Michel Ochowiak
Φωτογραφία                Bruno Privat 
Editing                         Antoine Vareille
Ηθοποιοί
Bernadette Lafont        Paulette
Carmen Maura              Maria
Dominique Lavanant     Lucienne
Françoise Bertin           Renée
André Penvern              Walter
Ismaël Dramé               Léo
J-Β Anoumon                Ousmane
Axelle Laffont              Agnès
Paco Boublard              Vito
Aymen Saïdi                 Rachid
Pascal Nzonzi               Εξομολογητής

3 Νοεμβρίου 2015

Το Τρίτο Πρόσωπο (Third Person) - 2013

Μερικές ταινίες μου θυμίζουν το καλό τυρί σε κακό τουλούμι, ή την συνταγή για παντεσπάνι.
Έχεις όλα τα συστατικά, καλής ποιότητας και εκείνο τελικά… σου «κάθεται»!
Έτσι και η ταινία του Paul Haggis.
Όλα προσεγμένα, ηθοποιοί, φωτογραφία, ιδέα, τρεις πόλεις, τρεις ιστορίες γύρω από ένα παιδί, ενδιαφέρον θέμα αυτό του «εμπιστεύομαι» και τι, αυτό που τις ζωές μας κάνει άνω-κάτω.
Κι όμως άφησα την οθόνη μπερδεμένη, απορημένη με την δυσαρέσκεια των χαμένων 2 ωρών και 20 λεπτών θέασης.
Άφησα μία μέρα πριν γράψω την κριτική μου με την προοπτική την αρνητική μου αντίδραση να ξεθυμάνει.
Οι ιστορίες περιστρέφονται γύρω από τον Michael (Liam Neeson), Anne (Olivia Wilde) και την σύζυγό του (Kim Basinger), Sean (Adrien Brody) και την Monika (Moran Atias), την Julia (Mila Kunis), τον πρώην της (James Franco) και του δικηγόρου της (Maria Bello). Κάθε ιστορία αφορά ένα παιδί, αγόρι ή κορίτσι, νεκρό ή ζωντανό.
Ένα ζευγάρι είναι στο Παρίσι, ένα άλλο στη Ρώμη και ένα τρίτο στη Νέα Υόρκη. Αν επίτηδες ή όχι ο σεναριογράφος/σκηνοθέτης έχει την Mila στη Νέα Υόρκη, όπου η κύρια ιστορία της λαμβάνει χώρα, και δύο φορές στο Παρίσι, θεώρησα χωρίς κανένα λόγο.
Ή αυτό αρχικά νόμισα.
Οι τρεις ιστορίες διατρέχονται από την ανάγκη να εμπιστευθείς και να σε εμπιστευτούν.
Οι άνθρωποι επιθυμούν να δοθούν και να αφεθούν, ενώ ταυτόχρονα οι συνθήκες ή εμείς οι ίδιοι αναιρούμε τις προθέσεις και διαθέσεις μας.
Μοιάζουν κάτω από αυτό το πρίσμα οι ιστορίες και ακριβώς αυτή η ομοιότητα καθιστά άνευ σημασίας το χώρο και τα πρόσωπα.
Οι στιγμές που καθορίζουν και σημαδεύουν τις ζωές μας είναι το «έλειψα 30 δευτερόλεπτα» όπου καλείται ο άλλος να το πιστέψει.
Καλείται να πιστέψει το άλλοθι, την εξήγηση, τα συναισθήματα. Το θέμα παιδί, η αιτία των συμφορών των χαρακτήρων, αναφέρεται, αλλά καλείσαι να το ανακαλέσεις για να κατανοήσεις. Βασανίζει τα πρόσωπα, αλλά μοιάζει ως αλλού να τυρβάζουν.
Όμως συνήθως έτσι δεν γίνεται; Ο Paul Haggis δεν μας μπέρδεψε. Η ζωή είναι μάλλον μπερδεμένη.
Χάσαμε τον αληθινό άνθρωπο. Εκείνο που μας μεγάλωσε. Το «ευθύς, ειλικρινής, ακέραιος».
Δύσκολη.
Έγινε ό,τι έπρεπε, γρήγορα cuts, επιλεγμένοι φωτισμοί, δράμα και ρομάντζο, σκληρότητα και ρίσκο. Καλή η ηθοποιία. Θεωρητικά θα έπρεπε κάπου να φθάναμε. Μόνο που τελικά δεν έγινε…
Αιωρούμεθα μαζί με την προδοσία και την ακύρωση. Το Τρίτο Πρόσωπο ήρθε να μα βοηθήσει να ξεδιαλύνουμε στη ζωή μας δια ζώσης και ως ταινία, μόνο που ξεχάσαμε ότι εμείς πρέπει να κάνουμε το ξεκαθάρισμα των ενοχών μας και αναγκών μας.

Σκηνοθέτης                  Paul Haggis
Σενάριo                       Paul Haggis
Φωτογραφία                Gianfilippo Corticelli
Μουσική                       Dario Marianelli
Editing                         Jo Francis

Ηθοποιοί
Liam Neeson                Michael Leary
Olivia Wilde                 Anna Barr
James Franco               Richard Weiss
Mila Kunis                    Julia Weiss
Adrien Brody                Scott Lowry
Moran Atias                  Monika
Maria Bello                   Theresa Lowry
Kim Basinger                 Elaine Leary
David Harewood           Jake Long
Riccardo Scamarcio       Marco