30 Απριλίου 2015

Birdman: Or (The Unexpected Virtue of Ignorance) - 2014

Ο πρώην ήρωας κινηματογράφου Riggan Thomson (Michael Keaton) έχει ξεκινήσει μια φιλόδοξη παραγωγή στο Broadway, το έργο «What We Talk About When We Talk About Love» του Raymond Carver, που ελπίζει ότι θα δώσει νέα πνοή στην στάσιμη προς το παρόν σταδιοδρομία του. Είναι επικίνδυνο, αλλά ελπίζει ότι το δημιουργικό στοίχημά του θα αποδείξει ότι είναι πραγματικός καλλιτέχνης και όχι μόνο ένας ξοφλημένος σταρ του σινεμά. Καθώς πλησιάζει το άνοιγμα της αυλαίας, ένας συμπρωταγωνιστής τραυματίζεται, αναγκάζοντας τον Riggan να προσλάβει έναν άλλο ηθοποιό (Edward Norton) που θα είναι και η εγγύηση για την επιτυχία. Εν τω μεταξύ, ο Riggan πρέπει να ασχοληθεί επίσης με την ερωμένη του, την κόρη του και την πρώην σύζυγό του.
Με αυτήν την μικρή παράγραφο τοποθετείται κανείς στη τελευταία ταινία του Gonzalez Iñárritu.
Mε μεγάλη μαεστρία σκηνοθέτης, φωτογράφος και editor αποδίδουν την διαρκή προσωπική σύγκρουση του Riggan με τον εαυτό του, την εικόνα του και τον άλλο του εαυτό, τον Birdman, τους διάφορους άλλους, και την εποχή που αλλάζει.
Ένας άνθρωπος μη διαδικτυακά συνδεδεμένος, μακριά από media και δίκτυα, προσπαθεί να βρει τον εαυτό του, από εκεί που ξεκίνησε, εκεί που βρέθηκε και εκεί που θα βρεθεί.
Η ερμηνεία του συναρπαστική, όπως και όλων των συμπρωταγωνιστών του.
Ένα σενάριο που υπάρχει, οδηγεί, καθορίζει. Δεν θα παραλείψω να αναφερθώ στη μουσική.
Τύμπανα που από μόνα τους μιλούν, εκφράζουν φόβο, ένταση, όνειρο, σύγκρουση.
Πολλές φορές δε υποκαθιστούν τον διάλογο.
Αυτός και αυτοί στη σκηνή… εμείς από κάτω, έξω απ’ αυτήν, όλοι δίνουμε μάχη για το τι είναι αλήθεια και τι ψέμα. Φθάνουμε όλοι μαζί στην υπέρβαση, την τελευταία ατάκα της ταινίας.
Τα είκοσι πρώτα λεπτά της ταινίας προβληματίζουν, όχι βεβαίως σαν αστοχία των δημιουργών, αλλά περισσότερο ως προς το χαρακτηρισμό «κωμωδία» που της απέδωσαν τα μέσα. Είχαν παραλείψει οι περισσότεροι τον χαρακτηρισμό «μαύρη» βέβαια.
Προετοιμάσθηκε λοιπόν ο θεατής για μια κωμωδία και δεν παρέμεινε... έφυγε, δεν εισήλθε στον χώρο του σαρκασμού, αυτοσαρκασμού καλύτερα, θα έλεγα.
Είναι μία από τις ενστάσεις μου για τους χαρακτηρισμούς και κατηγοριοποιήσεις των ταινιών.
Αναμφισβήτητα όμως, ακόμη και ο πιο απληροφόρητος θεατής θα καταλάβει ότι πρόκειται για δουλειά ποιότητας.
Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι η ταινία γυρίστηκε μία κι έξω (single shot), επιθυμία και εμμονή του σκηνοθέτη, δήλωσε ότι στη ζωή δεν υπάρχουν «ξαναγυρίσματα» ούτε επαναλήψεις, πόσο μάλλον editing. Στο «decision to make the film appear as a single shot came from the realization that we live our lives with no editing» βρίσκεις ακόμη ένα λόγο να αναφωνήσεις με θαυμασμό.
Υπήρχαν αντιρρήσεις για το πως και την επιτυχία, από πολλούς συνεργάτες.
Διαψεύσθηκαν οι φόβοι και επιβεβαιώθηκε ο Iñárritu. Βασική προϋπόθεση το καλοδουλεμένο σενάριο. Γράφτηκε από τέσσερις, πήρε αρκετό χρόνο. Οι σεναριογράφοι ζούσαν σε διαφορετικά μέρη, επικοινωνούσαν και δούλευαν μέσω μιας άλλης εικονικής πραγματικότητας, που όλοι ζούμε σήμερα, Facetime και Skype. «The project began nonetheless With González Iñárritu in Los Angeles, Giacobone and Bo in Buenos Aires, and Dinelaris in New York. The script was mainly written through Skype calls and emails.»
Η ταινία έχει πολλές αναγνώσεις.
Αν ένας ηθοποιός παλεύει με τον εαυτό του, σαν σταρ και celeb από μια πλευρά, και τον καλλιτέχνη που ποτέ δεν εξέφρασε από την άλλη, αυτό που πουλάει, και το άλλο, το δύσκολο, το μη εύπεπτο, αυτό που προβληματίζει. Εμείς, εσύ κι εγώ παλεύουμε με την «αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» και την βαρύτητα του «ταυτόχρονα», ακροβάτες στην λεπτή γραμμή των ορίων του «υπάρχω, είμαι, υφίσταμαι».
Οι εσωτερικοί διάλογοí μας μοιάζουν μάλιστα, χωρίς να είμαστε απαραίτητα θύματα του star system.
Ο καθρέπτης είναι εκεί και επιμένει να υπενθυμίζει που ταυτίστηκες με την εικόνα σου και που έκανες διακοπή. Που απαρνήθηκες την μάσκα.
Γύρω μας, όπως και στον Riggan, άλλοι με αγάπη, άλλοι με ανοχή, ωφελιμισμό και ανταγωνισμό πορεύονται μαζί αλλά και εναντίον μας.
Μία εξαιρετική ταινία, που αβίαστα την τοποθέτησα σ' αυτές τις μεγάλες λίστες με τα «πρέπει» του «να ακούσεις, να δεις και να έχεις».

Σκηνοθέτης                          Alejandro González Iñárritu
Σενάριο                                Alejandro González Iñárritu, Nicolás Giacobone, 
                                           Alexander Dinelaris, Armando Bo
Φωτογράφος                        Emmanuel Lubezki
Μουσική                               Antonio Sanchez
Editing                                 Douglas Crise Stephen Mirrione
Διανομή ρόλων                     Francine Maisler
Θεατρικό έργο:                    What We Talk When We Talk About Love του Raymond Carver

Ηθοποιοί
Michael Keaton                     Riggan Thomson γνωστός από τον ρόλο του ως  Birdman
Edward Norton                      Mike Shiner
Emma Stone                         Samantha Thomson, κόρη του Riggan
Naomi Watts                         Lesley Truman 
Zach Galifianakis                  Jake, δικηγόρος και φίλος του  Riggan
Andrea Riseborough              Laura Aulburn, ερωμένη του  Riggan
Amy Ryan                             Sylvia Thomson, πρώην σύζυγος του Riggan, 
                                            μητέρα της Samantha
Lindsay Duncan                     Tabitha Dickinson, σαν κορυφαία κριτικός θεάτρου

23 Απριλίου 2015

Tο Μαύρο Ψωμί (Pa Negre) - 2010

Είναι λίγες οι φορές που ταινία με δύσκολο θέμα, χωρίς ευχάριστη εξέλιξη, να κερδίζει τον άμεσο και αβίαστο θαυμασμό σου.
Τα δάκρυα μου ακόμη κυλούσαν όταν αναφώνησα, «Εύγε!».
Ατμοσφαιρική; Ναι.
Σκοτεινή; Ναι.
Δεικτική; Επίσης.
Λυρική; Ασυζητητί!
Βία; Αρκετή…
Καταγγελτική; Με διακριτικότητα, αλλά ναι.
Με σταθερή ροή; Σίγουρα.
Μια ταινία που αγγίζει την τελειότητα. Της άξιζε το Όσκαρ ξενόγλωσσης, που δεν έλαβε το 2011. Συμπτωματικά είδα τυχαία την βραβευμένη In a Better World της Susanne Bier την ίδια μέρα. Δυστυχώς για την πολύ καλή σκηνοθέτιδα, η ταινία της υπολειπόταν και των δικών της παλαιότερων ταινιών αλλά και κυρίως της Ισπανικής εκπροσώπησης.
Στην Ισπανία λίγο μετά την λήξη του εμφυλίου, δεκαετία του 30, με την χώρα διχασμένη σε νικητές και ηττημένους, σε ένα ορεινό, απομονωμένο χωριό, με άθλιες συνθήκες διαβίωσης, φτώχεια, εκμετάλλευση από μία οικογένεια, τους Manubens, αφεντικά στο βίο τους, στον κόπο τους, στη γη, στα ζώα, στην εξέλιξή τους, στη ζωή τους. Οι πλούσιοι αφεντάδες, οι αρχές και η Εκκλησία πειθήνιο όργανο και στυλοβάτης των αφεντικών και συμφερόντων τους.
Οι «κόκκινοι» υπό κατατρεγμό για ιδεολογικούς και όχι μόνο λόγους. Ίσως είναι το άλλοθι της δίωξης τους.
Σε αυτόν τον κοινωνικά ασφυκτικό κλοιό δεν έχουν θέση οι άρρωστοι, φθισικοί, οι διαφορετικοί ομοφυλόφιλοι, μένουν απροστάτευτα τα ορφανά και ικανοποιούν την σεξουαλική πείνα  των ισχυρών οι φτωχές, άπορες γυναίκες, οι έχουσες ανάγκη.
Σ’ αυτό το περιβάλλον εξελίσσεται η ταινία, διαμορφώνεται ο χαρακτήρας του μικρού πρωταγωνιστή, του Andreu. Παρακολουθούμε την οικογένεια του, την άμεση και ευρύτερη, στην δύσκολη έως δυσβάσταχτη ζωή τους.
Ο Andreu στο κυνήγι αναζήτησης της αλήθειας, των ορίων ανάμεσα σε ψέμα και αλήθεια ωριμάζει. Όχι χωρίς τίμημα. Αυτές τις πληγές της ψυχής του παρακολουθούμε κι εμείς  από πίσω του ή μέσα του, ενώ αυτός αγωνιά να ξεκαθαρίσει διάφορα φονικά, να βεβαιωθεί για την αθωότητα ή όχι του πατέρα του. Ματώνει για να πάρει απάντηση στο τι είναι ψέμα. Προκειμένου να μην πληγωθεί ένα παιδί οργιάζει η υποκρισία ενηλίκων. Ένα παιδί που προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα δάκρυα της μάνας και του πατέρα του, που ανακαλύπτει την αποκρουστική πλευρά του επιβαλλόμενου έρωτα. Ένα παιδί υπό τον τρόμο των φαντασμάτων, φαντασμάτων κατασκευασμένων για την εξασφάλιση της καθεστηκυίας τάξης. Ενοχλεί και είναι πικρή η διαπίστωση ότι μπορεί να είναι συγκάλυψη εγκληματικών πράξεων η ιδεολογία.
Είναι αφόρητα επίπονη η διαπίστωση σε τι οδηγείται  ο άνθρωπος όταν είναι εξαρτημένος, ηττημένος, εξαθλιωμένος από την φτώχεια, ανελεύθερος.
Εξαιρετικοί ηθοποιοί. Αψεγάδιαστη υποκριτική ικανότητα από όλους. Καλά ζυγιασμένες σκηνές.
Θεαματικό και απίστευτα οδυνηρό το άνοιγμα της ταινίας σφραγίζει με την βία του, όλη η  βαναυσότητα των συνθηκών του τόπου και της χρονικής στιγμής του δράματος, συνοδεύει τον θεατή μέχρι το τέλος, υπενθυμίζοντας την σκληρότητα και βιαιότητα της εποχής. Ο θεατής έχει καθηλωθεί από το σκηνοθέτη, τον Agusti Villaronga. Τον κρατάει μέχρι τέλους  η άνευ όρων, αρχικά, παράδοσή του στο πρώτο κεφάλαιο.
Πολλοί χαρακτήρες πολλές φορές στριμώχνονται. Όμως απαραίτητοι για την απόδοση μιας κοινωνίας που ασφυκτιά.
Δεν έχω εμπειρία της εποχής στην Ισπανία. Η μικρή κοινωνία του Νότου της Ευρώπης είναι γνωστή μια και οι συνθήκες που την διαμορφώνουν είναι ίδιες. Λιγοστοί πόροι, φτώχεια, συγκέντρωση του πλούτου σε λίγους, μια πολιτεία ανύπαρκτη που υπηρετεί τα συμφέροντα συγκεκριμένων, μια καθόλου αθώα και αμέτοχη Εκκλησία. Χώρες όμως που δεν τις έβαψε εμφύλιος, δεν τις έβαψε αίμα μαχόμενων αδελφών, ίσως δεν βίωσαν, ούτε βιώνουν με τον ίδιο τρόπο την τότε πραγματικότητα και την σημερινή εικονική μεταφορά της.
Ο σκηνοθέτης με δεξιοτεχνία και με υψηλών προδιαγραφών αισθητική φωτογραφία, editing, μουσική, διαλόγους, φως, προσεγμένα σκηνικά, λιτότητα σε κινήσεις κυρίως με αξιοθαύμαστο βοηθό το φως, αφηγήθηκε ένα θέμα με περιεχόμενο που αφορά πολλούς και με θέση ορατή, αλλά όχι επιβαλλόμενη.
Ξαναείδα τον κόσμο με τα μάτια της ψυχής του Andreu. Αξίζει να το βιώσετε κι εσείς.

Σκηνοθέτης                   Agusti Villaronga
Σενάριο.                       Agusti  Villaronga
Βιβλίο Συγγραφέας        Pa Negre του Emili Teixidor
Φωτογραφία                 Antonio Riestra
Editing                         Raul Roman
Μουσική                       Jose Manuel Pagan

Ηθοποιοί
Αndreu                          Francesc.  Colomer
Nuria                             Marina Comas
Florencia                       Nora Navas
Farriol                           Roger Casamajor
Ció                                Luisa Castell
Avia                              Elisa Crehuet

13 Απριλίου 2015

Interstellar - 2014

Οφείλω να παραδεχτώ ότι η ταινία είναι ευφάνταστη. Σενάριο, σκηνοθεσία, σκηνικά σε αφήνουν άφωνη.
Όταν είσαι μικρή/ός και έρχεσαι αντιμέτωπη/ος με «σπουδαία» πράγματα που παρουσιάζουν ή πραγματοποιούν άλλοι, νομίζεις ότι, όταν θα μεγαλώσεις, θα είσαι σε θέση να τα πραγματώσεις κι εσύ.
Ο προβληματισμός προκύπτει όταν βρίσκεσαι συνομήλικος με τους δημιουργούς και θαυμάζεις την δουλειά τους.
Ο Alain de Botton, στο διάσημο πλέον βιβλίο του «Status Anxiety», λέει ότι έτσι αρχίζει η ζήλια. Η αιτία είναι ότι ζηλεύουμε μόνο εκείνους με τους οποίους νιώθουμε όμοιοι, φθονούμε μόνο τα μέλη της ομάδας αναφοράς… 
Δεν ζήλεψα όμως, και είπα: «Μπράβο τους, πως τα σκέφθηκαν, και πως τα παρουσιάζουν!» κι εγώ να πηγαίνω μπρος-πίσω με το τηλεχειριστήριο για να επαναλάβω τους διαλόγους μήπως και καταλάβω κάτι για την «βαρύτητα», την σχέση της με τον «χρόνο», και άλλα παρόμοια…
Ο λόγος, όπως ο τίλος προετοιμάζει, για την ταινία Ιnterstellar.
Η ανθρωπότητα διέρχεται την μετά τον λοιμό εποχή, την μετά των αποστολών στο διάστημα, την μετά των πολεμικών επιχειρήσεων άρα και αντίστοιχων εξοπλισμών εποχή.
Οι επιστήμονες αμφισβητούνται, οι έξυπνοι αγρότες χρειάζονται. Η ιστορία ξαναγράφεται.
Παραδεκτή και στα σχολικά βιβλία η έννοια της προπαγάνδας.
Αναλλοίωτη και αδιαμφισβήτητη η αγάπη. Η κινητήριος δύναμη για να τολμήσεις, να αψηφήσεις τον φόβο, να ακυρώσεις τις αναστολές.
Η ταινία έχει ως πλαίσιο της τα προαναφερθέντα.
Η σκόνη, αποτέλεσμα ίσως ανομβρίας, σκεπάζει τα πάντα και τα σπαρτά, με ορατό κίνδυνο την καταστροφή της σοδειάς. Οι άνθρωποι απελπισμένοι έχουν χάσει την ελπίδα και δεν πιστεύουν στο αύριο, ως καλύτερο του σήμερα.
Η οικογένεια του πρωταγωνιστή, μία εκ των πολλών, με μορφωμένο, ικανό, αρχηγό, πρώην πιλότο της ΝΑΣΑ. Συμβιώνει με τον πατέρα της πεθαμένης γυναίκας του και τα δυο παιδιά του, ένα γιο και μία ιδιαίτερα προικισμένη με μυαλό κόρη. Τόσο που αρχικά εμφανίζεται ότι έχει μεταφυσικές επικοινωνιακές ικανότητες.
Η ιστορία θα πάρει μία νέα τροπή με αφορμή ένα υπερφυσικό μήνυμά της.
Κάπου μια ομάδα επιχειρεί, όχι να σώσει την υπάρχουσα ζωή στην γη, αλλά να σωθεί η ζωή του ανθρώπινου είδους σε άλλο πλανήτη.
Ξεκινά η ιστορία μας, με επάνω-κάτω, αμείωτο ενδιαφέρον και αγωνία.
Φρόντισαν οι σεναριογράφοι, ο σκηνοθέτης, ο φωτογράφος, η ομάδα των σκηνικών, των οπτικών εφέ, και κυρίως ο editor του φιλμ, να δημιουργήσουν δυόμισι ώρες συμμετοχής σε μία ταινία επιστημονικής φαντασίας. Φρόντισαν να πιστεύεις ότι ζεις μια αλήθεια. 
Δεν ευχαριστήθηκα τελικά με την ηθοποιία των πρωταγωνιστών. Έμοιαζαν αταίριαστοι στον ρόλο τους, ίσως και η επιλογή τους να έφταιγε. Η μεν Anne Hathaway έμοιαζε σαν παιδάκι και καθόλου σαν αφοσιωμένη επιστήμονας, ο δε Matthew McConaughey περισσότερο με redneck cowboy έμοιαζε. Τα δε δάκρυά του δεν με συγκίνησαν. Εξαίρεση η Jessica Chastain και Mackenzie Foy ως Murph στις αντίστοιχες ηλικίες. Ούτε καν ο Μat Damon έπεισε στην σύντομη παρουσία του.
Καλός πάντα βέβαια ο Μichael Caine ως γηραιός επιστήμονας.
Αξιοσημείωτη η ευρηματικότητα και η φαντασία της ομάδας των τεχνικών, είναι τόσοι πολλοί που δεν αναφέρονται, υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη. Εξαιρετική η μουσική του Hans Zimmer, δεν μπορούσε να είναι καλύτερη.
Του το οφείλω του Christopher Νοlan ότι, παρ’ όλην την «ε, τι μας είπε τώρα; Ωραίο παραμυθάκι» ταινία του, μου παρέμεινε τελικά η ανησυχία. «Λες έτσι να είναι, άραγε;» 
Βέβαια να σημειωθεί ότι η επιστημονική έμπνευση και πληροφορία  προέρχεται από τον Kip Stephen Thorne που γεννήθηκε το 1940 και είναι Αμερικανός θεωρητικός φυσικός, γνωστός για την συμβολή του στην φυσική της βαρύτητας και στην αστροφυσική. Επί πολλά χρόνια φίλος και συνάδελφος των Stephen Hawking και Carl Sagan, κατείχε σαν καθηγητής την έδρα Feynman θεωρητικής Φυσικής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας. Είναι βασικά ένας από τους κυρίους ερευνητές αστροφυσικών εφαρμογών της θεωρίας της σχετικότητας. Συνεχίζει ακόμη την επιστημονική έρευνα και ήταν συνεργάτης και σύμβουλος, καθώς και παραγωγός, στo Interstellar.
Πολλές φορές αναρωτιέσαι για την ποιότητα, την ηθοποιία, την πειστικότητα, την είσπραξη μηνύματος, όλα αυτά, ενώ κάπου αιωρείται η σκέψη ότι πρόκειται για κατασκεύασμα νοητικό, ένα καλοφτιαγμένο ψέμα. Παρ' όλες τις προσδοκίες μας, μας πείθουν εξίσου και οι εισπράξεις των ταμείων. Σύμφωνα με στοιχεία του περασμένου Μαρτίου το Interstellar εισέπραξε 188 εκατ. δολάρια στην Β. Αμερική και 484.7 εκατ. σε άλλες περιοχές παγκοσμίως, έναντι ενός προϋπολογισμού παραγωγής 165 εκατ δολαρίων. Υπολογίζοντας όλες τις σχετικές δαπάνες το deadline.com ανέφερε ότι η ταινία έκανε τελικά κέρδος μόνο 47.16 εκατ δολάρια. Σε σύγκριση με προηγούμενα φιλμ του Holywood ‘Golden Boy’  Christopher Nolan ήταν μία πολύ μέτρια ταινία. Με τόσο θόρυβο που δημιούργησε περιμέναμε πολύ περισσότερα.

Σκηνοθέτης                            Christopher Nolan
Σενάριο                                 Jonathan Nolan, Christopher Nolan
Φωτογράφος                         Hoyte Van Hoytema
Editor                                   Lee Smith
Μουσική                                Hans Zimmer
Διανομή ρόλων                       John Papsidero
Σκηνικά                                 Gary Fettis

Ηθοποιοί
Matthew McConaughey            Cooper
Anne Hathaway                      Dr. Amelia Brand
Matt Damon                           Dr. Mann
David Gyasi                            Dr. Romilly
Wes Bentley                           Dr. Doyle
Bill Irwin                                robot TARS 
Josh Stewart                          robot CASE
Jessica Chastain                      Murphy "Murph" Cooper
Mackenzie Foy.                       Νεαρη Murphy
Ellen Burstyn                          Γηραία  Murphy
Michael Caine                         Dr. John Brand
Casey Affleck                         Tom Cooper
Timothée Chalamet                 Νεαρός Tom

6 Απριλίου 2015

The Judge

Νιώθω την ανάγκη να δικαιολογηθώ για ποιο λόγο αναφέρομαι σε ταινίες που κυκλοφόρησαν όπως η εν λόγω τον Οκτώβριο του 2014 στις αίθουσες.
Πρώτον, δεν την παρακολουθώ σε αίθουσα, ζω σε επαρχία με όλες τις αίθουσες κλειστές εκτός της Κινηματογραφικής λέσχης (που προβάλλει 2 ημέρες την εβδομάδα), δεύτερον, δεν κατεβάζω παράνομα ταινίες από το διαδίκτυο, όπως πολύ συχνά ακούγεται να γίνεται και τρίτον, περιμένω τις επιλογές του video club που ευτυχώς συνεχίζει να υπάρχει μια και στηρίζεται από τα παιδιά που τους αρέσει να νοικιάζουν και να παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια.
Αυτά για την ιστορία και τους αναγνώστες του μέλλοντος.
141 λεπτά κρατάει αυτό το δράμα. Θα μπορούσε να είναι εκτός από εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, που για μένα τελικά δεν ήταν.
Πετυχημένος δικηγόρος στο Σικάγο, υπερασπιστής του υπόκοσμου, επιστρέφει στην πατρίδα του, επαρχία, πολιτεία Ιndiana των ΗΠΑ.
Επιστρέφει για την κηδεία της μητέρας του, η αφορμή. Επιθυμεί τον επαναπροσδιορισμό του, αυτό που συμβαίνει όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι στο θάνατο μπροστά, με αυτό που αφήσαμε πριν χρόνια και δεν αντιμετωπίσαμε. Διαλέξαμε την φυγή.
Κυρίως έρχεται αντιμέτωπος με τον πατέρα του, έναν αδέκαστο, αυστηρό δικαστή. Έναν επίσης αυστηρό πατέρα, με τρεις γιους, τους οποίους μεγάλωσε και επιβράβευσε ή τιμώρησε σαν σε δίκη, μην επιτρέποντας το συναίσθημα να διαφανεί, να υπερισχύσει.
Ως είναι φυσικό αυτό δημιουργεί βαθιά ρήγματα, επώδυνα και ίσως αξεπέραστα. Η κόντρα με τον πετυχημένο δικηγόρο γιο του είναι μεγάλη και άκαμπτη, τουλάχιστον για τον γιο που μοιάζει να ζητά την αναγνώριση και την επιβράβευση.
Ένα συμβάν, φόνος ή ατύχημα, θα αποδείξει η δίκη, θα φέρει την ανατροπή και την εξέλιξη στην ταινία.
Ένα παλιό αμόρε, Vera Farmiga, θα χρησιμοποιηθεί για να υπάρχει και ο έρωτας στην ταινία, ενώ μοιάζει να επιχειρεί να συμπληρώσει την εικόνα του νεαρού γιου, πριν εγκαταλείψει τα πάτρια εδάφη.
Η ταινία έχει πολλά περιττά κομμάτια τα οποία αδικούν τις εξαιρετικές ερμηνείες και τα μηνύματα που θα μπορούσε να διαμηνύσει.
Ο editor Mark Livolsi θα μπορούσε να διαχειρισθεί καλύτερα και συντομότερα τα πλάνα και να εκφρασθεί η αντιπαράθεση των «πατέρας - γιος - αδελφός» με «παλιά αγάπη - Hank Palmer».
Συρθήκαμε μπρος πίσω, άνευ λόγου και με εκπλήξεις, που όμως δεν μας συνεπήραν, αν και αυτή ήταν η πρόθεση.
Οι σεναριογράφοι David Dobkin (ιστορία), Nick Schenk (ιστορία), και Bill Dubuque μπούκωσαν το σενάριο στην προσπάθεια να μην αφήσουν ακάλυπτη καμμιά πτυχή της ιστορίας.
Είναι ενδιαφέρον το θέμα ιδιαίτερα για οικογένειες με ισχυρές ξεχωριστές  προσωπικότητες. Είναι θέμα που απασχολεί αυτούς που αναρωτιούνται ακόμη:
Τι είναι δικαιοσύνη; Τιμωρία; Πόσο σκληρός παραμένεις σε δύσκολες καταστάσεις; Χρειάζεσαι ώμο να γείρεις ενώ η ζωή και τα γεγονότα σε λυγίζουν;
Απόλαυσα ηθοποιία, την φωτογραφία του Janusz Kaminski, ξαναείδα τον μικροαστισμό της επαρχίας που από μακριά μοιάζει κάπως «τι ωραία και καλά που περνάνε εκεί κοντά στην φύση».
Το καλό τέλος δεν μ’ έπεισε. Κατά την άποψη μου η ταινία έπρεπε να κλείσει αμέσως μετά την δίκη. Η αγωνία του σκηνοθέτη David Dobkin, μην και δεν καλύψει ένα τόσο σοβαρό θέμα, ήταν έκδηλη.
Καμμία φορά ένιωθα ότι ήταν βιωματική η ταινία για τον σκηνοθέτη. Ειδικά στις προσωπικές και ίσως δυνατότερες στιγμές της αντιπαράθεσης πατέρα και γιου, Robert Duvall με Robert Downey, Jr. Αν ήταν κείμενο θα είχε υπογραμμισθεί. Στην εικόνα απλά βοήθησαν όλοι να το νιώσουμε μέσα μας.

Σκηνοθέτης                  David Dobkin
Σενάριο                       David Dobkin (ιστορία), Nick Schenk (ιστορία), Bill Dubuque
Φωτογραφία                Janusz Kaminski
Μουσική                      Thomas Newman
Editing                        Mark Livolsi
Διανομή ρόλων             Kerry Barden,Paul Schnee


Ηθοποιοί
Robert Downey, Jr.      Henry "Hank" Palmer
Robert Duvall               Δικαστής Joseph Palmer
Vera Farmiga               Samantha "Sam" Powell
Vincent D'Onofrio         Glen Palmer
Jeremy Strong              Dale Palmer
Billy Bob Thornton         Dwight Dickham
Sarah Lancaster            Lisa Palmer
David Krumholtz           Mike Kattan
Emma Tremblay            Lauren Palmer
Ken Howard.                Δικαστής Warren
Leighton Meester          Carla Powell
Dax Shepard                 C.P. Kennedy
Denis O'Hare                Doc Morris
Frank Ridley                Ένορκος Forema
Mark Kiely                   Mark Blackwell