29 Δεκεμβρίου 2015

Πατέρας και γιός (Like father, Like son) - 2013

Δώρο εποχής το Like father, Like son του Hirokazu Koreeda. Ευαίσθητη, τόσο που είναι σχεδόν εύθραυστη, λιτἠ, δυνατό το θέμα της, υπέροχες ερμηνείες. Τι άλλο να ζητήσει ο θεατής;
Δύο ζευγάρια, δύο παιδιά στην σύγχρονη Ιαπωνία. Θα μπορούσε απλά να διαπραγματευτεί αυτήν την πολλαπλώς αναλυὀμενη σχέση. Προχωράει
πολύ περισσότερο. Οι δύο οικογένειες είναι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, διαφορετικού μορφωτικού και κοινωνικού επιπέδου. Το τόνισε.
Η ταινία ξεκινάει με την μία, την ευκατάστατη οικογένεια, ενώ αργότερα θα συναντήσουμε την άλλη αυτή των φτωχών προαστίων.
Οι ζωές τους θα διαταραχθούν, με τον τρόπο τους, όταν θα πληροφορηθούν ότι μεγαλώνουν όχι το δικό τους παιδί, αλλά το παιδί των άλλων.
Θα ξεκινήσει μία διαδικασία λύσης του προβλήματος με την διοίκηση του νοσοκομείου, όπου συνέβη και η ανταλλαγή βρεφών. Αν ήταν λάθος ή σκοπιμότητα θα απαντηθεί στον σωστό χρόνο.
Είναι γεγονός πως οι αντιδράσεις των γονιών είναι διαφορετικές. Ο τελειομανής, πετυχημένος αρχιτέκτονας Ryota (Masaharu Fukuyama), θα εστιάσει αλλού την αγωνία του και ο άλλος πατέρας, o Yudai (Lily Franky), ένα αιώνιο παιδί, φτωχός ηλεκτρολόγος, αλλού.
Οι μάνες, η Midori (Machiko Ono) και η Yukari (Yoko Maki) αντίστοιχα, θα έρθουν πιο κοντά, ίσως γιατί η κοινωνία εν μέρει τις καθιστά υπεύθυνες, αφού επί έξι χρόνια το ένστικτο ή μητρικό φίλτρο δεν τους οδήγησε στον εντοπισμό του λάθους.
Το μεγάλο ερώτημα για τους γονείς και τους θεατές είναι βεβαίως τι σε κάνει γονιό, το αίμα ή η αγάπη. Το ίδιο ισχύει και για τα παιδιά Keita Nonomiya (Keita Nonomiya), Ryusei Saiki (Shôgen Hwang), για το ποιους θεωρούν γονιούς.
Αμηχανία και προβληματισμός παραμένουν κατά την διάρκεια της ταινίας, μέχρι την λύση του δράματος. Δεν προϊδεάζεσαι ακόμη κι αν είναι γνωστή η έκβαση σε παρόμοιες περιπτώσεις.
Αργά αλλά σταθερά παρουσιάζει ο σκηνοθέτης μας την εξέλιξη και τις παραμέτρους του συμβάντος και θέματος της ταινίας.
Δεν προτρέχει και δεν το κάνει δραματικότερο απ’ ό,τι χρειάζεται.
Οι συντελεστές της ταινίας δουλεύουν με συνοχή για το εξαιρετικό αποτέλεσμα. Θα τονίσω ότι καμία στιγμή δεν ήταν υπερδουλεμένη, ούτε άστοχη. Τα πλάνα και η φωτογραφία έδωσαν το βάρος ή την ελαφράδα που χρειαζόταν. Αναπνέεις όπου χρειάζεται και πνίγεσαι όταν ο μύθος το απαιτεί. Διακριτική αλλά όχι αδιάφορη η μουσική.
Απορίες προκύπτουν αλλά και ενστάσεις. Είναι διαφορετική κοινωνία και ίσως η ψυχραιμία να είναι μέρος της κουλτούρας τους. Αντιδρούν αλλά συγκρατημένα, βουβά. Είναι γεγονός επίσης πως σε κάποιες κοινωνίες της Δύσης θα είχαν εμπλακεί εξαρχής οι διάφοροι ειδικοἰ, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί κα. Στην ταινία απουσιάζουν, ηθελημένα ή μη, παραμένει δε η απορία για τον αλλιώς συνηθισμένο θεατή.
Είναι φανερό ότι αγγίζει θέματα όπως οικογένεια και διαμόρφωση χαρακτήρα, κληρονομικότητα ή διαπαιδαγώγηση, παρουσία απουσία γονιού στην ανατροφή, χρόνος και διαχείριση αυτού.
Αντιπαρατίθεται ο γρήγορος τρόπος ζωής των αστικών κοινωνιών με αυτή, την αργή των προαστίων. Ο πλούτος και η φτώχεια, η αισθητική και ο άπλετος χώρος με το στρίμωγμα και την απουσία καλλωπισμού. Χρόνος που κάπου δεν φθάνει και αλλού περισσεύει, με τις ανάλογες συνέπειες, οικονομικές και αυτές της λεγόμενης ποιότητας ζωής.
Θα ξανατονίσω όλα αυτά με λεπτότητα, διακριτικά για τον θεατή, με σεβασμό, προς αυτόν κυρίως, χωρίς πολλές «υπογραμμίσεις».
Στόχευε στο συναίσθημα αλλά δεν προσπέρασε την λογική του θεατή.
Έθεσε τον προβληματισμό του σε ένα γνωστό και παλιό θέμα με τον τρόπο που ξέρει το καλό «σινεμά».
Για δε τον αδιάφορο θεατή ως προς το θέμα χάρισε μία εικονική αρτιότητα.

Σκηνοθέτης: Hirokazu Koreeda
Σενάριο: Hirokazu Koreeda
Φωτογραφία: Mikiya Takimoto
Μουσική: Shin Yasui
Editing: Hirokazu Koreeda

Ηθοποιοί
Masaharu Fukuyama: Ryota Nonomiya
Yōko Maki: Yukari Saiki
Jun Kunimura: Kazushi Kamiyama
Machiko Ono: Midori Nonomiya
Kirin Kiki: Riko Ishizeki
Isao Natsuyagi: Ryosuke Nonomiya
Lily Franky: Yudai Saiki
Jun Fubuki: Nobuko Nonomiya
Shôgen Hwang: Ryusei Saiki
Keita Nonomiya: Keita Nonomiya

18 Δεκεμβρίου 2015

Το Μυστικό της Άνταλαϊν (The Age of Adaline) - 2015

Έχουμε ακούσει πολλές φορές «αχ και να έμενα είκοσι χρονών», ο δε πατέρας μου έλεγε «ας ήμουν είκοσι χρονών, κι ας πήγαινα άλλα τρία χρόνια φαντάρος”.
Διακαής κι ευσεβής πόθος πολλών μεσηλίκων. Είναι όμως ευτυχία η παραμονή στην νεότητα;
Η εν λόγω ταινία διαπραγματεύεται με τον δικό της ευφάνταστο αλλά όχι και επιτυχημένο τρόπο αυτό το θέμα. Η πρωταγωνίστρια Adaline Bowman (Blake Lively) παραμένει για δεκαετίες είκοσι εννέα ετών.
Γεννήθηκε το 1908, σε πλούσια οικογένεια, γνώρισε ένα εξίσου πλούσιο άνδρα που στην συνέχεια γίνεται o σύζυγος της, αποκτούν σύντομα ένα κορίτσι. Ο σύζυγος θα πεθάνει σε ένα ατύχημα εργοταξίου. Σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα η Adaline λίγο αργότερα θα πέσει από ένα γκρεμό, μία κρύα νύχτα με πολύ χιόνι, σε παγωμένο νερό. Όταν δε θα επιχειρεί να βγει στην επιφάνεια,  θα την χτυπήσει κεραυνός. Αυτό, όπως θα μας πληροφορήσει με πολλή σοβαρότητα υπό μορφή επιστημονικής ανακοίνωσης ένας αθέατος εκφωνητής, θα γίνει η αιτία της διαρκούς νεότητάς της, που κράτησε 107 έτη! Απολαμβάνει την διαρκή νεότητα, μέχρι που η κόρη της φθάνει στην ίδια ηλικία, αυτή των είκοσι εννέα ετών και εκείνη.
Από αυτό το σημείο και μετά η Adaline μετακινείται αλλάζοντας τόπο διαμονής και ταυτότητα, ανά δεκαετία.
Μέχρι πότε; Μέχρις ότου συναντήσει τον έρωτα ξανά, τον Ellis Jones (Michiel Huisman).
Η εξέλιξη της ταινίας είναι αυτό που θα κρατήσει το θεατή εν εγρηγόρσει χαρίζοντας στο τελευταίο κομμάτι της, δύο εξαιρετικές ερμηνείες από τον  Harrison Ford, ως William, και την ηλικιωμένη πλέον κόρη της Flemming από την Ellen Burstyn. 
Έξυπνο σενάριο, αν και αστείος ο λόγος που χάριν του μύθου εφευρέθηκε για την διαρκή νεότητα.
Εξαιρετική η φωτογραφία και η μουσική. Με εντυπωσίασε η ορθὀτητα στα ρούχα εποχής. Διάβασα ότι το marketing της ταινίας στόχευε σε γυναίκες που ενδιαφέρονται για μόδα, έτσι εύλογα δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην εμφάνιση.  Ήταν τόσο επιτυχημένη η εμπορική επικοινωνία τους που διπλασιάστηκε σε εισπράξεις ($57,7εκ), ο προϋπολογισμός παραγωγής ($25εκ).
Αναρωτιέμαι όταν εγώ κι εσείς διασκεδάζουμε ή προβληματιζόμαστε, άραγε οι παραγωγοί θεαμάτων να μας έχουν καθόλου στο νου, ή τα ταμεία μόνο στοχεύουν και γι αυτά τελειοποιούν το παραμύθι, εκείνο που κάθε φορά επιλέγουν να μας αφηγηθούν εικονικά;
Καλή η ερμηνεία της Blake Lively, άνευρη και άχρωμη του Michiel Huisman. Όπως ανέφερα, ξεχώρισαν ο Harisson Ford και η Ellen Burstyn στους μικρούς ρόλους τους.
Η ταινία έχει την γοητεία της ελαφρότητάς της. Το μόνο βάρος της, το θέμα. Αυτός ο άσπλαχνος χρόνος που φεύγει και αυτά που επιτρέπει να έρθουν. Όπως ορθά θα έλεγε κάποιος, «αυτοί παίζουν με τον πόνο μας».
Αν σκεφθεί κανείς πόσες γυναίκες και άνδρες πήραν το πρώτο ηρεμιστικό με την εμφάνιση της πρώτης άσπρης τρίχας, θα εκπλαγεί από την έκβαση της ιστορίας.
Σκεφτόμουν επίσης ότι οι σεναριογράφοι έχουν, όπως είναι άλλωστε φυσικό, τις δικές τους γεωγραφικές και κοινωνικές παραμέτρους. Για παράδειγμα, εκτιμώ ότι θα ήταν  δύσκολο να μετακινηθείς και να αλλάξεις χώρο διαμονής, εκτός Αμερικής, με αναμφισβήτητο το ρίσκο της παράνομης απόκτησης μιας καινούριας ταυτότητας. Προϋποθέτει δε άφθονο χρήμα η μετακίνηση καθώς επίσης και η παράνομη αλλαγή ταυτότητας.
Τέτοιου τύπου λεπτομέρειες κάνουν την ταινία παραμύθι για εύκολα αυτιά, αφαιρώντας παράλληλα, όπως έγραψα, την βαρύτητα. Θυμίζει λίγο τη ταινία The Curious Case of Benjamin Button (2008). Ένα παραμύθι που θα ήθελε να είναι αληθοφανές. Ένα ‘εάν’ που σε ‘κρατάει’ 112 λεπτά, οφείλω να το παραδεχθώ, έστω κι αν είναι αβάσιμο. 

Σκηνοθέτης: Lee Toland Krieger
Παραγωγοί: Sidney Kimmel, Gary Lucchesi, Tom Rosenberg
Σενάριο: J.Mills Goodloe, Salvador Paskowit
Μουσική: Rob Simonsen
Φωτογραφία: David Lanzenberg
Editing: Melissa Kent
Ηθοποιοί
Blake Lively: Adaline Bowman, Jenny Larson
Michiel Huisman: Ellis Jones
Harrison Ford: William Jones
Anthony Ingruber: ως νέος  William
Ellen Burstyn: Flemming Prescott
Kathy Baker: Kathy Jones
Amanda Crew: Kikki Jones

Αφήγηση: Hugh Ross

28 Νοεμβρίου 2015

Το απαγορευμένο ποδήλατο (Wadjdα) - 2012



Μερικές φορές υπάρχουν κάποιες συμπτώσεις που σε τρομάζουν, σε δεύτερη σκέψη μάλλον η ωρίμανση του θέματος προκύπτει από διαφορετικές πλευρές στον ίδιο χρόνο.
Μικρή εισαγωγή για να πω ότι τελειώνοντας την παρακολούθηση της ταινίας της Haifaa al_Mansour διάβασα στο BBC Online το άρθρο και είδηση της Middle East Chief International Correspondent Lyse Doucet για την συμμετοχή των γυναικών, ως υποψήφιες, στις εκλογές του Δεκεμβρίου στη Σαουδική Αραβία.
«The change is slow and the wait long. But for Saudi suffragettes, even a vote in local elections is a step to celebrate. And in the conservative kingdom's third round of municipal polls on 12 December, women are also allowed to run as candidates for the first time.»
Όντως οι αλλαγές αργούν και θα πρέπει να περιμένουν πολύ.
Last month, 6/2013, it was announced that women could ride bikes – albeit clothed head-to-toe, accompanied by a male guardian, in restricted areas and for recreation only. Responding to the bike shift, Wadjda's director, Haifaa al-Mansour, has said: "We should be happy that changes like this are taking place. I know they seem like they are small and they don't mean much, but it shows that attitudes towards women are changing, and women are getting more liberties, even if it is very slowly. There is still a long, long way to go, but hopefully things like this pave the way for bigger changes.
Η ισότητα των δύο φύλων σε πολλά μέρη δεν λέει να φανεί ούτε σαν φως στο τούνελ. Θα μου πείτε, μήπως έχει επιτευχθεί στον δυτικό κόσμο όπου ισχυριζόμαστε ότι είναι και θεσμοθετημένη; Απαντήσεις πολλές και ενστάσεις άλλες τόσες.
Είναι γεγονός ότι η Haifaa al_Mansour έκανε μία ταινία για τις γυναίκες στη πατρίδα της, με θέμα τις γυναίκες. Ήρθε δε σε μια εποχή που η πατρίδα επιχειρεί και αλλάζει κάποια θέματα ως προς αυτές. Συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, εργασία σε καταστήματα ειδών για γυναίκες, συμμετοχή σε εκλογές, αρχικά ένα είδος συμβουλίου παρά της Βουλής και τώρα στις Αυτοδιοικητικές εκλογές.
Ένα κορίτσι η Wadjda, Waad Mohammed, ζει με την μητέρα της, ενώ τους επισκέπτεται αραιά και που ο πατέρας.
Ένα αγοροκόριτσο θα έλεγα, πανέξυπνη, ευρηματική, προσπαθεί να αποκτήσει ένα ποδήλατο προκειμένου να ανταγωνίζεται τα αγόρια, συγκεκριμένα τον φίλο της. Με αφορμή την συμπεριφορά της στο σχολείο και τις αντιδράσεις, τους κανόνες του σχολείου και της κοινωνίας, σκιαγραφείται η θέση της γυναίκας στην Σαουδική Αραβία.
Μοιάζει απλοϊκή, δεν είναι. Κυλάει ήρεμα, ακολουθείς τα συναισθήματα των χαρακτήρων, τις απόψεις τους, το σημαντικότερο καταθέτει μία άκρως φεμινιστική πρόταση ενώ εσύ ως θεατής μυήσαι στο πρόβλημα, κατανοείς τη θέση της γυναίκας σ’ αυτή την άκρως συντηρητική κοινωνία, μία κοινωνία που από τα «γεννοφάσκια» σου σε κατατάσσει στο περιθώριο αφήνοντας τους άλλους, τους δυνατούς, τους ισχυρούς, τους κυρίαρχους να αποφασίζουν για σένα μα χωρίς εσένα.
Το αυτονόητο θεωρείται αυστηρώς ανάρμοστο.
Από τα αθλητικά παπούτσια, την αποφυγή θέσης σου στο οπτικό πεδίο ενός άνδρα σε απόσταση διακοσίων μέτρων, το αθώο γέλιο τρυφερών κοριτσιών, το τιτίβισμά τους πριν μπουν στη τάξη.
Δακρύζεις και γελάς. Πως να αποφύγεις το δάκρυ όταν είναι ακόμα παιδί κι όμως ο γάμος της αποφασίσθηκε, είναι δεκάχρονο κορίτσι που το υποχρεώνει η κοινωνία να παίζει κουτσό ολοσκεπασμένο, ένα κορίτσι όταν, αγκαλιά με την μάνα της που υποκρίνεται την αδιάφορη, βλέπει τον νέο γάμο του πατέρα της, ενώ η μάνα της υποφέρει και πρέπει να δεχτεί στωικά τον επιβαλλόμενο πόνο της καινούριας συζύγου.
Έτσι με τα μη και τα πρέπει, τους κανόνες και τις συνήθειες υποτάσσεσαι, γίνεσαι άβουλο ον, αντικείμενο προς κατανάλωση που πρέπει να είναι ευχάριστο, αδιαμαρτύρητο, ελκυστικό. Ελοχεύει η τιμωρία, ακόμη και ο θάνατος στις παραβιάζουσες το νόμο των Ιμάμηδων.
Γυάλινα πολυτελή κλουβιά στις τυχερές, ενσταυλισμένες οι άτυχες και οι δυο χαμένες κάτω από την εμπεδωμένη μέσω της αγωγής κατωτερότητα του φύλου σου.
Το ποδήλατο, το όνειρο προς την ελευθερία. Συμβολισμός; Ίσως.
Η ερμηνεία της Wadjda εξαιρετική όπως και του Abdullah, αλλά μέτριες οι των άλλων.
Λεπτομέρειες φροντισμένες. Ευφυέστατο το σενάριο, απολαυστικοί οι διάλογοι, ωραία η φωτογραφία.
Λιτά τα σκηνικά και περιορισμένα σε εσωτερικούς χώρους. Δύσκολα τα γυρίσματα. Πέντε χρόνια πήρε η υλοποίηση της ταινίας. Δυσκολία χρηματοδότησης. Η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης στην Σαουδική Αραβία. Να σκεφθεί κανείς ότι η σκηνοθεσία γινόταν με μόνιτορ μια και η σκηνοθέτης δεν επιτρεπόταν να βρίσκεται ανάμεσα σε άνδρες.
Ήθελε να την γυρίσει στην πατρίδα της και ήταν σωστή η επιλογή. Κινήθηκε στο πνεύμα των νεορεαλιστικού κινηματογράφου και απέδωσε με μία ταινία δυνατή το θέμα της. Τάραξε τα λιμνάζοντα νερά εκ των έσω. Δεν έχει την δύναμη ενός ντοκιμαντέρ, δεν έκανε μία πικρή δύσκολη ταινία, επέλεξε τον απλό τρόπο να θίξει και να καταδείξει ένα μεγάλο θέμα, επώδυνο αν είσαι γυναίκα, μάνα κοριτσιών και μιας εγγονής.
Σκηνοθέτης: Haifaa al_Mansour
Σενάριο: Haifaa al_Mansour
Φωτογραφία: Lutz Retemeier
Μουσική: Max Richter
Editing: Andreas Wodraschke
Ηθοποιοί
Reem Abdullah: Μητέρα
Waad Mohammed: Wadjda
Abdullrahman Al Gohani: Abdullah
Sultan Al Assaf: πατέρας
Ahd Kamel: κυρία Hussa
Ibrahim Al Mozael: Καταστηματάρχης
Nouf Saad: Κατηχήτρια
Rafa Al Sanea: Fatima
Alanoud Sajini: Fatin
Rehab Ahmed: Noura
Dana Abdullilah: Salma
Mohammed Zahir: οδηγός

22 Νοεμβρίου 2015

Νομοταγείς Τύποι (Stand up guys) - 2012

Αναρωτιέμαι αν ισχύει ότι ο κινηματογράφος είναι ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες.
Οι θεατές έχουν ηλικία, φύλο, ταυτότητα, κλπ. Πως εισπράττεται το μήνυμα με ποια κριτήρια αξιολογείται;
Ο λόγος για την ταινία Stand Up Guys. Δεν είναι πρόσφατη και δεν πήγε πολύ καλά. (source wikipedia:The film has received mostly mixed reviews: as of July 2013, it holds a 38% rating on review aggregator Rotten Tomatoes based on 105 critics with a weighted average of 5.2/10, while 49% of the audience has judged it with an average score of 3.2/5.[8] Slant Magazine gave the film two and a half stars out of four:[9])
Την διάλεξα για τον Al Patsino.
STAND UP GUYS, οι με Όσκαρ στα χέρια τους Al Pacino, Christopher Walken και Alan Arkin σε μια σκληρή αλλά συγκινητική κωμωδία δράσης. Συνταξιούχοι γκάνγκστερ που ξανασμίγουν για μια επική συνάντηση 24ωρου. Ο Val (Αλ Πατσίνο) απελευθερώνεται από τη φυλακή αφού εξέτισε είκοσι οκτώ χρόνια για την άρνηση να καταδώσει έναν από τους στενούς συνεργάτες του εγκληματικού παρελθόντος του. Ο καλύτερος του φίλος Doc (Christopher Walken) είναι εκεί για να τον πάρει, και οι δύο τους θα επασυνδεθούν με τον άλλο παλιό τους φίλο, Hirsch (Alan Arkin). Ο δεσμός τους είναι ισχυρός όσο ποτέ, και οι τρεις θα προβληματιστούν σχετικά με την ελευθερία που έχασαν και ξανακέρδισαν, τη πίστη που υποχώρησε και έφυγε, και τις ημέρες της δόξας που πέρασαν. Και παρά την ηλικία τους, η ικανότητά τους για ένταση και δράση εξακολουθεί να είναι πολύ ζωντανή και καλά να κρατεί. Οι σφαίρες σκορπιούνται κάνοντας μια ξεκαρδιστικά γενναία προσπάθεια να αντισταθμίσουν τις δεκαετίες του εγκλήματος, των ναρκωτικών και του σεξ που έχουν χάσει. Αλλά ένας από τους φίλους κρατά ένα επικίνδυνο μυστικό. Ένα μυστικό που τον θέτει σε φοβερό δίλημμα προέρχεται δε από το πρώην αφεντικό τους, στον υπόκοσμο. Ο χρόνος του για να βρει μια αποδεκτή εναλλακτική λύση εξαντλείται. Καθώς ο ήλιος ανατέλλει η θρυλική επανένωση τους, η θέση των φίλων γίνεται όλο και πιο απελπιστική και τελικά θα πρέπει να αντιμετωπίσουν το παρελθόν τους μια και για πάντα.
Εξαιρετικές ερμηνείες, γρήγορο, ύμνος της φιλίας, υπέροχη κίνηση, φωτογραφία, μουσική.
Η ηλικία παρούσα για να υποστηρίξει ως πρέπει τον χρόνο που πέρασε πάνω από τους φίλους και την κοινωνία. Εδώ βρίσκεται και η απάντηση στην δική μου εισαγωγή μια και θα είχε εγείρει ερωτήματα. Ναι, σέρνονται τα βήματα, και το σώμα δεν έχει την ευελιξία, υπάρχει μία βραδύτητα στις κινήσεις με εξαίρεση το φινάλε. Εκεί που η φιλία και ο δεσμός επιβάλλουν την αντιμετώπιση του παρελθόντος.
Πως μπορεί ένας νεαρός ή μία νεαρή εθισμένοι σε ταινίες και ήρωες απίστευτης δράσης, αφύσικης τις περισσότερες φορές, να κατανοήσει την παλιομοδίτικη συμπεριφορά με δράση αφημένη σε ταλαιπωρημένα χέρια από την αρθρίτιδα;
Πως να δεχθεί ότι ανοίγεις πόρτες με σουγιαδάκια; Πως να αντιληφθείς λόγο τιμής και την αποφυγή των υπερβολών και του κάνω ‘χαβαλέ’ ή σαματά για το τίποτα ή άνευ λόγου, για το γούστο; Παράδειγμα η αντιμετώπιση των νέων «νουνών» της νύχτας ή η συμπεριφορά τους προς τις γυναίκες του πορνείου.
Ευχάριστη μουσική, σωστά επιλεγμένη. Η ενδυματολογική και σκηνική παρουσία αξιοπρόσεχτη συμβάλλοντας τα μέγιστα στην επιτυχία της ταινίας.
Ακόμη και κινηματογραφόφιλοι σαν κι εμένα, που δεν τους αρέσει ο κινηματογράφος δράσης, θα την απολαύσουν.
Μην βιαστείτε να μου πείτε ότι γι αυτό μου άρεσε, ότι λείπει το μέτρο σύγκρισης… Θα σας απαντήσω ότι αφέθηκα στις ερμηνείες του παλιού καλού καιρού με άνδρες που δεν καθρεφτίζονται συνεχώς.
Σκηνοθέτης: Fisher Stevens
Σενάριο: Noah Haidle
Φωτογραφία: Michael Grady
Μουσική: Lyle Workman
Editing: Mark Livolsi
Σκηνικά: Kathy Lucas
Εδυματολογία: Lindsay Mckay
Διανομή ρόλων: Debora Aquila, Tricia Wood
Ηθοποιοί
Al Pacino: Valentine «Val»
Christopher Walken: «Doc»
Alan Arkin: Richard Hirsch
Julianna Margulies: Nina Hirsch
Mark Margolis: Claphands
Katheryn Winnick: Oxana
Vanessa Ferlito: Sylvia
Addison Timlin: Alex
Lucy Punch: Wendy
Bill Burr: Larry

18 Νοεμβρίου 2015

A Little chaos ή The King's Garden -2014

Συνήθως γράφω όταν κάτι μου αρέσει. Η ταινία του Alan Rickman με άφησε αδιάφορη. Θα την πρότεινα ίσως για ένα ζεστό καλοκαιρινό βράδυ σε υπαίθριο χώρο προβολής, έτσι για να ξεχαστείς και να δροσιστείς.
Η Sabine (Kate Winslet), μία κηπουρός με ισχυρή θέληση θα έρθει αντιμέτωπη με τα όρια που θέτει το φύλο και η τάξη όταν επιλεχθεί να κατασκευάσει ένα από τους κήπους του Βασιλιά Louis XIV στις Versailles… θα εμπλακεί επαγγελματικά και συναισθηματικά με τον διάσημο αρχιτέκτονα τοπίου του παλατιού, τον André Le Notre (Matthias Schoenaerts).
Θα αναρωτηθείς πως αφού είναι χλιαρή και άνευ θέματος. Το υπονοεί εξάλλου και ο τίτλος, αν και δεν πιστεύω ότι αυτός ήταν ο στόχος.
Με εξαίρεση την φωτογραφία και την ηθοποιία του Matthias Schoenaerts, δεν θα έδινα τα εύσημα στο εγχείρημα του αξιολάτρευτου κυρίου Rickman.
Δεν ήταν κωμωδία αν και προσπάθησε. Επίσης δεν ήταν δράμα.
Δεν ήταν εποχής γιατί παραβίασε πολλούς κανόνες.
Γλώσσα, μιλούν αγγλικά, ευτυχώς και γαλλικά χωρίς προφορά εγγλέζικη.
Διάλεξε γυναίκα για ένα επάγγελμα που μοιάζει ανατρεπτική επιλογή από άποψη φύλου, ακόμη και σήμερα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κηπουρός είναι φανταστικό πρόσωπο όχι όμως ο André.
Πήρε κι άλλες πρωτοβουλίες για την ανάγκη του μύθου. Ο αρχιτέκτονας κήπου André, o πρωταγωνιστής, στην πραγματικότητα ήταν 30 χρόνια μεγαλύτερος του Λουδοβίκου, ενώ στην ταινία εμφανίζεται κατά πολύ νεώτερος… Θα με προλάβαινε κάποιος λέγοντας ότι σημασία έχει τι θα διαμηνύσουν οι αλλαγές και οι προσθήκες. Το ερώτημα παραμένει αναπάντητο, ως προς το τι διαμήνυσε.
Έδωσε έμφαση σε κοστούμια, αυτά εύκολα βρίσκονται σε κάποιες χώρες, ενώ δεν πρόσεξε άλλες λεπτομέρειες, όπως την γύμνια των χώρων.
Απλοποίησε υπερβολικά για την ανάγκη των γυρισμάτων και του κόστους, να υποθέσω, τους χώρους. Ίσως θεατροκοποίησε τα σκηνικά αν θέλω να είμαι επιεικής.
Το παλάτι, το σπίτι της κηπουρού, όπου θεωρητικά κι εμείς θα ‘πρεπε να ανοίξουμε το στόμα όταν αντικρίσαμε το μικρό της θαύμα, αυτό που της εξασφάλιζε και την δουλειά. Δεν έγινε. Αναρωτιέσαι σε τι προθάλαμο βρίσκεσαι όταν εισέρχεται αυτή στο παλάτι και τι είδε αυτός, ο André, που δεν είδαμε εμείς και πείσθηκε για την πρόσληψή της.
Δεν θα αναφερθώ για το μεγάλο έργο των κήπων στις Βερσαλλίες. Το θεατράκι με τα συντριβάνια γεννήθηκε μέσα από τις λάσπες και εμείς σαν κακομαθημένοι θεατές έχουμε απαίτηση το CGI να το απέδιδε καλύτερα και όχι σαν παιχνίδι επί της οθόνης φθηνής εφαρμογής.
Κατανοώ ότι θέλησε να σκιαγραφήσει και όχι να αποδώσει την εποχή. Να διακωμωδήσει και όχι να κάνει αυστηρή κριτική.
Τα ήθη των κατοικούντων στο παλάτι επιχείρησε να τα δείξει είτε με τις σεξουαλικές επιδόσεις της γυναίκας του André Mme Françoise Le Nôtre (Helen McCrory), είτε με την εκφρασμένη ανάγκη του Βασιλιά να πάρει μία γυναίκα εκτός αυλής, είτε με τις ομοφυλόφιλες σχέσεις και συμπεριφορές του Δούκα Philippe d’Orleans. Θα παρέλειπα, αλλά δεν μπορώ να το αποφύγω, ότι προκειμένου να καταλάβουμε εμείς, οι εκτός 17ου αι. θεατές, τον ρόλο της γυναίκας, αντιπαραθέτει τις τραγικές φιγούρες των γυναικών του παλατιού από την μία πλευρά και την δυναμική της κηπουρού από την άλλη. Την ευαισθησία της και τις γνώσεις της με την κενότητα και ματαιοδοξία των άλλων. Μικρή παρατήρηση, ενδυματολογική: αν θέλεις να πας να δουλέψεις με 50 εργάτες σε αγρούς, φοράς κάτι πρόχειρο, δεν πιέζεις με κορσέ το στήθος να ξεχειλίζει, φοράς την δερμάτινη ζώνη, να είσαι ενδυματολογικά σωστή, μέρος ενδυμασίας για την προστασία της μέσης, κάτι σαν το ζωνάρι των φορεσιών μας. Με παρέπεμψε ενδυματολογικά σε κάποιες εγχώριες τηλεπαρουσιάστριες που καθρεπτίζονται στον φακό και ξεχυλάει τελείως τυχαία η σάρκα με την γύμνια της καθώς κάποιοι έλκονται και άλλοι επικαλούνται τον Κύριο να μας σώσει. Βέβαια το βλέμμα πρέπει να μένει αθώο και παιχνιδιάρικο, οι δε ατάκες άμεσες ειλικρινείς και εξυπνούλικες. Μου έφερε στο νου την συγχωρεμένη δική μας πρωταγωνίστρια.
Βέβαια, η εν λόγω πρωταγωνίστρια, για τις θυσίες που απαιτεί το επάγγελμα της ηθοποιού, δήλωσε ότι έπεσε στο νερό χωρίς αντικαταστάτρια, παρ όλο που ήταν τριών μηνών έγκυος. Ενημέρωσε επίσης μόνο τον συμπρωταγωνιστή της προκειμένου να την προσέχει, ιδιαίτερα στις σκηνές του έρωτα κατά τις οποίες προς χάριν της, και μια και είναι κύριος, δεν έβγαλε ούτε το εσώρουχο πόσο μάλλον τις κάλτσες. Ευτυχώς που δεν επέλεξαν καμμία εύθραυστη ή λεπτεπίλεπτη κορασίδα ως πρωταγωνίστρια.
Μέχρι δε να ολοκληρωθεί το έργο που ανέλαβε, παρ όλα τα εμπόδια και τις καταστροφές που επινόησε η αντίζηλος, η ταινία κρατά εις μάκρος, 1 ώρα και 57 λεπτά. Την παρακολουθεις. Πως; Με λίγο χιούμορ και κάποιες «ζουμερές, νόστιμες» σκηνές που εμβόλιμα εισέρχονται στην οθόνη για να μην βαρεθείς.
Ε, όχι κύριε Rickman, σας προτιμώ σαν ηθοποιό. Λυπάμαι.
Σκηνοθέτης: Alan Rickman
Σενάριο: Jeremy Brock, Alison Deegan, Alan Rickman
Φωτογραφία: Ellen Kuras
Μουσική: Peter Gregson
Editing: Nicolas Gaster
Ηθοποιοί:
Kate Winslet: Sabine De Barra
Matthias Schoenaerts: André Le Nôtre
Alan Rickman: King Louis XIV
Stanley Tucci: Δούκας Philippe d'Orleans
Helen McCrory: Madame Françoise Le Nôtre
Steven Waddington: Duras
Jennifer Ehle: Madame De Montespan
Rupert Penry-Jones: Antoine Nompar de Caumont
Paula Paul: Elizabeth Charlotte, Πριγκήπισσα Palatine

16 Νοεμβρίου 2015

Mommy - 2014

Μια γεμάτη πάθος μητέρα, χήρα (Anne Dorval) πρέπει να αναλάβει την πλήρη επιμέλεια του απρόβλεπτου και πολλές φορές βίαιου 15χρονου γιου της, (Antoine-Olivier Pilon). Καθώς μητέρα και γιος πασχίζουν να τα βγάλουν πέρα, εμφανίζεται και προθυμοποιείται να προσφέρει βοήθεια η Kyla (Suzanne Clément), η ιδιόμορφη νέα γειτόνισσα από την απέναντι πλευρά του δρόμου. Οι τρεις τους προσπαθούν να βρουν μια νέα αίσθηση ισορροπίας.
Εν ολίγοις αυτή είναι η ιστορία της ταινίας του Xavier Dolan.
H ταινία των 138 λεπτών μας έρχεται από τον Καναδά συνοδευόμενη από πολλά εθνικά και ξένα βραβεία.
Δικαίως.
Σενάριο, διάλογοι, ηθοποιοί άψογα.
Τρέχει η ταινία, και μαζί της κι εμείς.
Η υπερκινητικότητα του Steve, η δυσκολία της μάνας που πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει την επιβίωση και ταυτόχρονα να επιμεληθεί την ανατροφή του γιου της, να αντιμετωπίσει τις ανεξέλεγκτες συμπεριφορές του και φυσικά τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες αυτής της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς, δεν σε αφήνουν απλά θεατή αλλά σε καθιστούν συμμετέχοντα και συμπάσχοντα.
Ούτε μία στιγμή πλήξης.
Με fade-in fade-out κυλάει τον χρόνο και μεταβαίνει έξυπνα σε άλλες καταστάσεις.
Εξαιρετική φωτογραφία, υπέροχα πορτρέτα, που από μόνα τους αφηγούνται την ιστορία τους.
Βλέπεις με τα μάτια του συνομιλούντος τον εκφέροντα τον λόγο, μια τεχνική που επανέρχεται διαρκώς μαζί με την ένταση.
Η ταινία έχει κινηματογραφηθεί σε 1:1 aspect ratio ασυνήθιστο γιατί τα περισσότερα μοντέρνα φιλμ γίνονται σε 1.85:1 ή 2.35:1 (anamorphic).
Το επέλεξε έτσι, όπως δηλώνει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης («People have been trying to intellectualize the heck out of this», Dolan tells ‘The Hollywood Reporter’. «I just wanted to shoot portrait aspect ratio that would allow me to be very close to the characters, avoid distractions to the left and right of the frame and have the audience look the characters right in the eye.» ) γιατί θεωρούσε ότι δεν θα μπορούσε να βυθιστούμε μέσα στις ζωές των εν λόγω ανθρώπων χωρίς αυτό. Είναι γεγονός ότι βυθιστήκαμε.
Θέτει αμφισβητήσεις για την αποτελεσματικότητα των δομών ψυχικής υγείας, για την ελπίδα που προσφέρουν στους οικείους του αποκλίνοντα. Την κατάρρευση του κράτους πρόνοιας και το επίπλαστον αυτού αν υπάρχει.
Ένας δρόμος δύσκολος για την μόνη μάνα, ακόμη δυσκολότερος όταν έχει και οικονομικά προβλήματα.
Πως να ζήσεις όταν πρέπει να είσαι αποκλειστικά αφιερωμένη στο παιδί σου; Το παιδί σου που εξαρτάται από σένα κι έχει ανάγκη της προσοχής σου που την ίδια στιγμή την απορρίπτει.
Τεντώνουν τα νεύρα και η αντοχή φθάνει στα άκρα. Το εγώ απέναντι στην ευθύνη και αγάπη της μητέρας μέσα σου.
Δίλημμα.
Βοήθεια στο πρόβλημα ίσως ένας άλλος με πρόβλημα. Απάντηση στην διαχείριση της αποκλίνουσας συμπεριφοράς; Οι ειδικοί ξέρουν καλύτερα.
Εμείς ακολουθήσαμε το πρόβλημα, βιώσαμε μέσα από τον φακό τον θυμό, τον έρωτα, την έκρηξη, την βία, το αίμα, το σάλτο της ελευθερίας.
Μπήκαμε στο σπίτι τους και ανενόχλητα γίναμε ένα μαζί τους. Σχεδόν είχαμε λόγο.
Αν σκεφθεί κανείς ότι ο Dolan έγραψε και το σενάριο ο ίδιος, πρόκειται για έναν άκρως ευαίσθητο άνθρωπο, μόλις 25 ετών, που αυτήν την ευαισθησία του την σκηνοθέτησε και ταρακούνησε τις εφησυχασμένες συνειδήσεις μας, του είδους: «για όλα έχει φροντίσει το σύστημα».

Σκηνοθέτης: Xavier Dolan
Σενάριο: Xavier Dolan
Φωτογραφία: André Turpin
Editing: Xavier Dolan
Μουσική: Noia

Ηθοποιοί
Anne Dorval: Diane "Die" Després
Antoine-Olivier Pilon: Steve Després
Suzanne Clément: Kyla
Alexandre Goyette: Patrick
Patrick Huard: Paul Béliveau

5 Νοεμβρίου 2015

Η συνταγή της Πωλέτ (Paulette) - 2012



Η συνταγή της Πωλέτ είναι ταινία που βλέπεται ευχάριστα χάριν της καταπληκτικής πρωταγωνίστριας της, Bernadette Lafont. Δεν υστερούν όμως και οι υπόλοιποι ηθοποιοί.
Είναι κωμωδία και ξεκινάει από ένα προσωπικό δράμα που ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος θέλει να είναι κοινωνικό.
Μία ηλικιωμένη κυρία ζει μετά τον θάνατο του συζύγου της μόνη με την πενιχρή σύνταξη των 600 ευρώ σε υποβαθμισμένο προάστιο της Γαλλίας. Κινδυνεύει να χάσει και το σπίτι της, της έχουν κατασχέσει τα έπιπλα, τρέφεται από τους κάδους και τα απομεινάρια στο κλείσιμο των λαϊκών αγορών.
Το εστιατόριο της το αγόρασαν Κινέζοι, η κόρη της έχει παντρευτεί με μαύρο αστυνομικό και ο εγγονός της είναι επίσης ένα χαριτωμένο μαυράκι.
Εξαιτίας όλων των κακοτυχιών της είναι ρατσίστρια, μισεί τους σχιζομάτιδες, τους «αράπηδες» και το «αραπάκι» εγγονό της. Διατηρεί εχθρικές σχέσεις με την κόρη της, έχει κάποιες φίλες από παλιά τις οποίες συναντά συχνά για ένα χαρτάκι.
Θα αποφασίσει να κάνει το μεγάλο άνοιγμα κι αυτό θα της φέρει χρήμα. Θα αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την οικογένεια, θα βοηθήσει τις φίλες της, την Εκκλησία και τους νεαρούς αποκλίνοντες της γειτονιάς
Αυτό το μεγάλο άνοιγμα, που δεν το αποκαλύπτω για ευνόητους λόγους, κάνει το δράμα και την ταινία κωμωδία.
Εκτιμώ ότι σενάριο και διάλογος σε πολλά σημεία ήταν κάπως αφελείς και προβλεπόμενοι. Όμως, χάριν του ταλέντου και ικανότητας της Paulette (και της Bernadette Lafont), η ταινία κυλάει με αμείωτο ενδιαφέρον και ευχάριστα. Διακωμωδεί τους έμπορους διακινητές κάναβης, τους χρήστες, τον τρόπο διακίνησης, κάνει δε σαφείς υπαινιγμούς περί ελεύθερης χρήσης. Είναι εύκολο χρήμα για λίγους, ενέχει εγκληματικότητα, βία δυσανάλογη της ευχαρίστησης που προσφέρει.
Ένα κοινωνικό φαινόμενο που ταλανίζει την κοινωνία αντιμετωπίζεται σατυρικά.
Αρχικά χαμογελάς όμως στο τέλος διερωτάσαι με τι γελούσες.
Προϋποθέτει ότι δεν είσαι απόλυτος απέναντι στο «μαύρο», είσαι ανοιχτός, έστω αδιάφορος στην ελεύθερη διακίνηση προκειμένου να μην χρειάζονται έμποροι, οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι και το «εμπόρευμα» προσιτό .
Σύντομη, μόνο 87 λεπτά κι όπως λέει κάποιος κοιτάς μόνο μία φορά το ρολόι. Ίσως γιατί, όπως λέγεται, στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Ερώτηση, επισήμανση: Ποιος είπε ότι οι κωμωδίες είναι αθώες;

Σκηνοθέτης                  Jérôme Enrico
Σενάριο                       Bianca Olsen, Laurie Aubanel, 
                                   Jérôme Enrico, Cyril Rambour
Μουσικη                       Michel Ochowiak
Φωτογραφία                Bruno Privat 
Editing                         Antoine Vareille
Ηθοποιοί
Bernadette Lafont        Paulette
Carmen Maura              Maria
Dominique Lavanant     Lucienne
Françoise Bertin           Renée
André Penvern              Walter
Ismaël Dramé               Léo
J-Β Anoumon                Ousmane
Axelle Laffont              Agnès
Paco Boublard              Vito
Aymen Saïdi                 Rachid
Pascal Nzonzi               Εξομολογητής

3 Νοεμβρίου 2015

Το Τρίτο Πρόσωπο (Third Person) - 2013

Μερικές ταινίες μου θυμίζουν το καλό τυρί σε κακό τουλούμι, ή την συνταγή για παντεσπάνι.
Έχεις όλα τα συστατικά, καλής ποιότητας και εκείνο τελικά… σου «κάθεται»!
Έτσι και η ταινία του Paul Haggis.
Όλα προσεγμένα, ηθοποιοί, φωτογραφία, ιδέα, τρεις πόλεις, τρεις ιστορίες γύρω από ένα παιδί, ενδιαφέρον θέμα αυτό του «εμπιστεύομαι» και τι, αυτό που τις ζωές μας κάνει άνω-κάτω.
Κι όμως άφησα την οθόνη μπερδεμένη, απορημένη με την δυσαρέσκεια των χαμένων 2 ωρών και 20 λεπτών θέασης.
Άφησα μία μέρα πριν γράψω την κριτική μου με την προοπτική την αρνητική μου αντίδραση να ξεθυμάνει.
Οι ιστορίες περιστρέφονται γύρω από τον Michael (Liam Neeson), Anne (Olivia Wilde) και την σύζυγό του (Kim Basinger), Sean (Adrien Brody) και την Monika (Moran Atias), την Julia (Mila Kunis), τον πρώην της (James Franco) και του δικηγόρου της (Maria Bello). Κάθε ιστορία αφορά ένα παιδί, αγόρι ή κορίτσι, νεκρό ή ζωντανό.
Ένα ζευγάρι είναι στο Παρίσι, ένα άλλο στη Ρώμη και ένα τρίτο στη Νέα Υόρκη. Αν επίτηδες ή όχι ο σεναριογράφος/σκηνοθέτης έχει την Mila στη Νέα Υόρκη, όπου η κύρια ιστορία της λαμβάνει χώρα, και δύο φορές στο Παρίσι, θεώρησα χωρίς κανένα λόγο.
Ή αυτό αρχικά νόμισα.
Οι τρεις ιστορίες διατρέχονται από την ανάγκη να εμπιστευθείς και να σε εμπιστευτούν.
Οι άνθρωποι επιθυμούν να δοθούν και να αφεθούν, ενώ ταυτόχρονα οι συνθήκες ή εμείς οι ίδιοι αναιρούμε τις προθέσεις και διαθέσεις μας.
Μοιάζουν κάτω από αυτό το πρίσμα οι ιστορίες και ακριβώς αυτή η ομοιότητα καθιστά άνευ σημασίας το χώρο και τα πρόσωπα.
Οι στιγμές που καθορίζουν και σημαδεύουν τις ζωές μας είναι το «έλειψα 30 δευτερόλεπτα» όπου καλείται ο άλλος να το πιστέψει.
Καλείται να πιστέψει το άλλοθι, την εξήγηση, τα συναισθήματα. Το θέμα παιδί, η αιτία των συμφορών των χαρακτήρων, αναφέρεται, αλλά καλείσαι να το ανακαλέσεις για να κατανοήσεις. Βασανίζει τα πρόσωπα, αλλά μοιάζει ως αλλού να τυρβάζουν.
Όμως συνήθως έτσι δεν γίνεται; Ο Paul Haggis δεν μας μπέρδεψε. Η ζωή είναι μάλλον μπερδεμένη.
Χάσαμε τον αληθινό άνθρωπο. Εκείνο που μας μεγάλωσε. Το «ευθύς, ειλικρινής, ακέραιος».
Δύσκολη.
Έγινε ό,τι έπρεπε, γρήγορα cuts, επιλεγμένοι φωτισμοί, δράμα και ρομάντζο, σκληρότητα και ρίσκο. Καλή η ηθοποιία. Θεωρητικά θα έπρεπε κάπου να φθάναμε. Μόνο που τελικά δεν έγινε…
Αιωρούμεθα μαζί με την προδοσία και την ακύρωση. Το Τρίτο Πρόσωπο ήρθε να μα βοηθήσει να ξεδιαλύνουμε στη ζωή μας δια ζώσης και ως ταινία, μόνο που ξεχάσαμε ότι εμείς πρέπει να κάνουμε το ξεκαθάρισμα των ενοχών μας και αναγκών μας.

Σκηνοθέτης                  Paul Haggis
Σενάριo                       Paul Haggis
Φωτογραφία                Gianfilippo Corticelli
Μουσική                       Dario Marianelli
Editing                         Jo Francis

Ηθοποιοί
Liam Neeson                Michael Leary
Olivia Wilde                 Anna Barr
James Franco               Richard Weiss
Mila Kunis                    Julia Weiss
Adrien Brody                Scott Lowry
Moran Atias                  Monika
Maria Bello                   Theresa Lowry
Kim Basinger                 Elaine Leary
David Harewood           Jake Long
Riccardo Scamarcio       Marco

25 Οκτωβρίου 2015

Virunga - 2014

Ένα από τα καλύτερα του είδους.
Τελείως τυχαία και ανημέρωτη για τα τεκταινόμενα γύρω. Ίσως η κρίση στην χώρα δεν μας αφήνει περιθώριο για τα έξω από την Ελληνική πραγματικότητα
Η θέαση του κάλλιστη πέρα από κάθε προσδοκία.
Για πρώτη φορά ντοκιμαντέρ διατηρεί την αγωνία του θεατή με την εξέλιξη του θέματος.
Οι εθισμένοι κινηματογραφόφιλοι  έχουν την αναμονή της εξέλιξης του μύθου μόνο που εδώ είναι η ίδια η πραγματικότητα. Απλοί άνθρωποι, γεμάτοι  γενναιότητα, αποφασιστικότητα, αγωνιστικότητα, τρυφερότητα, άνθρωποι που έχουν σκύψει με προσοχή μέσα τους και γύρω τους κρατούν στα χέρια τους όχι μόνο ένα πάρκο, όχι μόνο τους 800 και πλέον εναπομείναντες γορίλες των βουνών, αλλά καθιστούν κι εμάς συμμάχους καθώς αντιμετωπίζουν τις μεγάλες εταιρείες, Soco η εν λόγω, τα μεγάλα συμφέροντα όπως συνηθίζεται από τους «συντρόφους».
Κογκό, το μεγάλο προστατευμένο από UNESCO World Heritage site εθνικό πάρκο Virunga με τους, όπως ανέφερα, εναπομείναντες παγκοσμίως γορίλες, ένα πάρκο πηγή ζωής για τους κατοίκους της χώρας, ανάσα και συνέχεια ζωής για μας, έχει μπει στο στόχαστρο μια και οι έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει πετρέλαιο, άρα ξεκινούν τις γεωτρήσεις, αδιαφορώντας για τις συνέπειες.
Συνεργάτες και σύμμαχοι τους όποιοι έχουν οικονομικό συμφέρον ή βλέψεις για εξουσία. Έτσι μπλέχτηκαν και οι Μ23.
Η δωροδοκία με την βοήθεια της δημοσιογράφου Mélanie Gouby καταγράφεται. Η κογκολέζικη κυβέρνηση και η Βελγική για δικά τους συμφέροντα ή επαναδήλωση των άλλοτε κεκτημένων παρούσα και σύμμαχος δια της προσωπικής αγωνιστικότητας και ενδιαφέρον του Emmanuel de Merode, για την διατήρηση του πάρκου.
Δεν θα μένει κανείς αδιάφορος από τον λόγο, την γενναιότητα και την αγωνιστικότητα των ανθρώπων που έχουν αναλάβει και εργάζονται στο πάρκο και φροντίζουν τους ορφανούς γορίλες όπως του Rodrigue Mugaruka Katembo.
Δεν θα μείνει ούτε και η κοινή γνώμη απόδειξη ότι η εταιρεία προς το παρόν τουλάχιστον συνθηκολόγησε κατά τα λεγόμενα της WWF όπως δήλωσε σε συνέντευξη. «On June 11, 2014, Soco International and the WWF announced a joint statement in which the oil company committed not to undertake or commission any exploratory or other drilling within Virunga National Park unless UNESCO and the DRC government agree that such activities are not incompatible with its World Heritage status.» (wikipedia)
Συναρπαστική δουλειά, δύσκολη, αισθητικά άψογη, πλάνα δυνατά, μακρινά και κοντινά.
Τόσα όσα χρειάζεται.Τίποτα τυχαίο.Όλα χρήσιμα να «τρέξει» το θέμα, να πεισθεί και ο τελευταίος.
Αναρωτιόμουν αν οι συντελεστές του ντοκιμαντέρ είχαν όντως την αγωνία της διάσωσης ή ήταν απλώς άριστοι επαγγελματίες;
Η ταινία χωρίς την βοήθεια της δημοσιογράφου θα ήταν αδύνατη.
Όμως ψυχή για μένα ο σκηνοθέτης Orlando von Einsiedel και οι παραγωγoί. Φαντάζομαι δύσκολα πείθεις κάποιους αν δεν το λέει η ψυχούλα τους για ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο την προσωπική τους ασφάλεια.
Θα το επαναλάβω: όλοι οι συντελεστές ήταν εξαιρετικοί. Την ποιότητα και συνοχή της ομάδας τα ένιωθες στο ντοκιμαντέρ.
Δεν είναι τυχαίο ότι έλαβε 100% από το Rotten Tomatoes και 95% από το Metacritic (Rotten Tomatoes reports that 100% of critics gave the film a 'Fresh' rating, based on 13 reviews with an average score of 9/10. Metacritic, another review aggregator, assigned the film a weighted average score of 95 out of 100 - (wikipedia)).
Δυστυχώς, παρ όλη την προσπάθεια, η Κυβέρνηση κάτω από την πίεση ανακοίνωσε ότι θα επαναρίσει τα σύνορα του Πάρκου.

Σκηνοθέτης              Orlando von Einsiedel
Παραγωγοί              Orlando von Einsiedel Joanna Natasegara Jon Drever
Σενάριο                    Orlando von Einsiedel
Μουσικη                   Patrick Jonsson
Φωτογραφία            Franklin Dow
Editιng                     Katie Bryer Masahiro Hirakubo  Miikka Leskinen Peta Ridley

Le Famille Bélier (Οικογένεια Μπελιέ) - 2014

Θα μπορούσα να γράψω διθυραμβικά για την ταινία αν δεν είχa διαβάσει το άρθρο με τη διαμαρτυρία για την ταινία από μία κριτικό κινηματογράφου (Rebecca Atkinson) για τους ανθρώπους με κώφωση.
Λέγοντας κώφωση θα πρέπει να αναφερθώ στο περιεχόμενο της ταινίας.
Σε ένα αγροτικό κτηνοτροφικό χωριό, στην Γαλλία, ένα ζεύγος κωφαλάλων έχει δύο παιδιά, ένα κορίτσι κι ένα αγόρι.Το αγόρι είναι κωφάλαλο επίσης. Ζουν μία αρμονική ζωή, ευτυχισμένη, όπως στο περίφημο «Σπίτι στο Λιβάδι». Πωλούν τα προϊόντα τους, τυροκομικά, στην λαϊκή του χωριού.
Το κορίτσι είναι η πρωτότοκη και είναι η μεταφράστριά τους με τον έξω κόσμο. Τους βοηθά αγόγγυστα, υπερβολικά εργατική για την ηλικία της, χαριτωμένη έφηβος με ταλέντο στο τραγούδι, όπως ανακάλυψε ο δάσκαλος της χορωδίας του σχολείου. Με αφορμή αυτό το ταλέντο τίθενται αρκετά θέματα στην ταινία. Διαταράσσεται η οικογενειακή αρμονία, επανέρχεται το θέμα της έλλειψης ακοής και οι συνέπειες αυτής.
Γρήγορη ταινία, εύπεπτη, τρυφερή, με χιούμορ και ελαφρού προβληματισμού.
Παίζουν εξαιρετικά όλοι, η ζωή της υπαίθρου στην Γαλλία αναδεικνύεται με τα θετικά της, τις  γραφικότητες της, τις δυσκολίες της.
Δεν είναι η ταινία της κοινωνικής ανάλυσης ούτε της ευαισθητοποίησης σε θέματα με μειονεξίες, ή όπως λέγονται τώρα. Είναι γεγονός ότι η Δυτική κοινωνία δεν έχει αποφασίσει αν θα λέει αναπηρία, ιδιαιτερότητα, μειονεξία, διαφορετικότητα, ειδικές ανάγκες. Δεν έχει αποφασίσει, κι εγώ μαζί, ενοχικά ίσως, ανήμπορη σίγουρα, εμπρός στις ανάγκες των συμπολιτών μας που λόγω άτυχου συμβάντος ή εκ γενετής δεν έχουν αυτά που έχει η πλειοψηφία.
Δεν σημαίνει ότι αν δεν πω την σωστή λέξη σηματοδοτείται και η στάση μου.
Βέβαια οι ενστάσεις αφορούν κι άλλες κοινωνίες περισσότερο οργανωμένες, εκεί που η διαφορά δεν είναι αγεφύρωτη, άρα σχεδόν απαρατήρητη.
Η μουσική της ταινίας επίσης απαρατήρητη, εκτός από τα μουσικά κομμάτια της χορωδίας και αυτών που ακούει η μόνη με ακοή στο σπίτι.
Διακωμωδείται ομολογουμένως υπερβολικά η νοηματική γλώσσα. Όμως δεν δέχομαι ότι η διακωμώδηση δεν μου άφησε ούτε μία φορά να την απαξιώσω, ούτε να νοιώσω ως ανίκανους τους κωφάλαλους πρωταγωνιστές. Οι χαρακτήρες τους είναι κάποιοι από τους χαρακτήρες που έχουν όλες οι ομάδες. Απλά στα μικρά μέρη οι χαρακτήρες και συμπεριφορές τους εντοπίζονται εύκολα και οι ρόλοι τους είναι αναμενόμενοι.
Οι ωραιοπαθείς, οι «δε σηκώνω κουβέντα», οι περίεργοι, οι ασχολούμενοι με τις ζωές των άλλων, οι τεμπέληδες, οι γκρινιάρηδες, οι σεξουαλικοί, οι εργατικοί, οι φιλήσυχοι, οι καλλιτέχνες, οι γραφικοί, οι δημιουργικοί, οι παραγωγικοί, οι πολιτικάντηδες.
Έτσι απαρτίζονται οι μικρές  κοινωνίες  και έτσι περιγράφονται. Ακριβώς για να μην διαφέρει το ζεύγος έχει κάποια από τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
Για σκεφθείτε να ήταν άψογοι, χωρίς χιούμορ;
Η απλότητα και η αρμονικότητα της συμβίωσής τους τούς καθιστά αξιαγάπητους και πλήρως ενσωματωμένους στην τοπική κοινωνία.
Τώρα αν υπερτονίστηκε ότι η κόρη είναι ο απαραίτητος κρίκος της επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, μόνο του ότι υπάρχει όρος που αναφέρεται στον ρόλο αυτό (CODA ακρωνύμιο, Children of Deaf Adults, as they are known in the community) δικαιολογεί και την εστίαση στην εξάρτηση, εγωιστική μεν, απαραίτητη δε της οικογένειας από τη κόρη.
Δυο τραγούδια είχαν μεγάλη επιρροή, σε μένα τουλάχιστον, και συγχώρεσα λάθη, παραλείψεις και τυχόν προθέσεις αρνητικής προσέγγισης του ευαίσθητου θέματος.
Είμαι βέβαιη ότι η τρυφερότητά της και η αγάπη που αφθονούσε σε αφήνουν με ένα γλυκό συναίσθημα για το διπλανό σου.
Τηλεοπτική; Αφελής; Εμπορική; 
Τα ξεχνάς. 
Παραθέτω τους στίχους των τραγουδιών του Michel Sardou που σε συνοδεύουν και μετά την θέαση Je vais taimer και Je vole.

Σκηνοθέτης               Eric Larigau
Σενάριo                     αρχική ιδέα Victoria Bedos, 
προσαρμογή              Thomas Bidegain, Stanistas Carré de Malberg, Eric Larigau
Φωτογραφία              Romain Winding
Μουσική                    Eugeni &Sacha Galperine
Editing                      Jennifer Auge
Διανομή ρόλων          Agathe Hassenforder

Ηθοποιοί
Karin Viard                Gigi Bélier
François Damiens       Rodolphe Bélier
Éric Elmosnino           M. Thomasson
Louane Emera            Paula Bélier
Roxane Duran            Mathilde
Ilian Bergala              Gabriel
Luca Gelberg             Quentin Bélier
Mar Sodupe                Mlle Dos Santos
Stéphan Wojtowicz     Lapidus
Jérôme Kircher           Dr. Pugeot
Bruno Gomila             Rossigneux
Clémence Lassalas      Karèn 

21 Οκτωβρίου 2015

Αναζητώντας την ελευθερία - 2015 (The search for freedom)

Μπορεί να βουλιάζεις στην πολυθρόνα σου ενώ ο πρωταγωνιστής χάνεται με το σέρφ του κάτω από το κύμα, ή ο αναβάτης της μηχανής κάνει το άλμα πάνω από την Αψίδα  του Θριάμβου, ή ο μακρυμάλλης 56χρονος σκαρφαλώνει το Yosemite;
Ναι. 
Δεν μου αρέσουν τα extreme sports, συνήθως ως είδηση, εικόνα τα προσπερνώ θεωρώντας τα άνευ λόγου υπερβολές, άκρως επικίνδυνες. Το κυριότερο δεν δικαιολογεί το καλομαθημένο μου είναι την σπατάλη ενέργειας, διακινδύνευση ζωής χωρίς σκοπό σοβαρό, όπως αποτίναξη ζυγού, διεκδίκηση κεκτημένων, αποκατάσταση τιμής και άλλα ισάξια της αξίας της ανθρώπινης ύπαρξης.
Να σκοτώνεσαι και να φθάνεις να αντικρίζεις το θάνατο σε κάθε επόμενη κίνηση για να κατοχυρώσεις ένα επόμενο ρεκόρ μου μοιάζει περιττή ακραία πολυτέλεια.
Μάλλον μου έμοιαζε.
Διάλεξα την ταινία από τον τίτλο, «αναζητώντας την ελευθερία» μία φθινοπωρινή βραδιά από εκείνες που σε τριγυρίζει μία μελαγχολία και λες να την ‘σκοτώσεις’ αντί να την απολαύσεις. Βολεύτηκα και περίμενα.
Πρόκειται για την ιστορία μιας πολιτιστικής επανάστασης που τροφοδοτείται από την ανθρώπινη επιθυμία να ζήσεις τη στιγμή και κάνεις ό,τι σε κάνει να αισθάνεσαι πιο ζωντανός. Ανακαλύπτουμε πώς ένας ηλεκτρισμένος νέος κόσμος προέκυψε μέσα από την καθαρή ενέργεια, τη φαντασία και τις άπειρες δυνατότητες της αυτοέκφρασης που δύναται να προσφέρεται σε οποιονδήποτε αν είναι διατεθειμένος να πέσει μέσα σ’ αυτόν. Αυτό το ντοκιμαντέρ, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Jon Long (IMAX® Extreme), είναι μία συναισθηματική και οπτική εμπειρία που ξετυλίγεται μέσα από τη ματιά μερικών από τους λαμπρότερους πρωτοπόρους, τους θρύλους, οραματιστές και πρωταθλητές του σερφ, σνόουμπορντ, σκι, πατινάζ, ποδηλασία βουνού και πολλών άλλων.
Αρχίζει τρυφερά και μετά ξετυλίγεται ένα κουβάρι γεμάτο ανθρώπους που μιλούν με υπερηφάνεια γι αυτό που ξεπέρασαν.
Μιλούν για το άθλημα που επέλεξαν άλλοι για να φύγουν από το περιθώριο που εμείς ως κοινωνία βάλαμε, άλλοι εκ φύσεως ανήσυχοι και τολμηροί, άλλοι ανταγωνιστικοί, εφευρετικοί.
Μιλούσαν ανθρώπινα, με ζυγιασμένες κουβέντες, ήρεμοι παρ’ όλη την ένταση που βιώνουν, όπως όλοι που είναι αφοσιωμένοι σε κάτι, όπως όλοι που αγαπούν αυτό που κάνουν.
Τα όρια τους και μία ανάγκη να τα ξεπεράσουν τους οδήγησαν στην ελευθερία του «τολμώ».
Η φύση φίλος τους κι εχθρός, ανάγκη.
Η κάμερα καταγράφει τις παραμέτρους αυτές που συνθέτουν το άθλημα και είναι κοινές για το καθένα. Όλοι μιλούν για το ξεκίνημα και μετά όλοι για την ανάγκη, τις δυσκολίες, τον φόβο, την επίτευξη, το αποτέλεσμα, την συνάντηση με τα στοιχεία της φύσης, την σχέση του αθλήματος με την τεχνολογία και την συνεισφορά τους σε αυτήν, την αλληλοτροφοδοσία. Το  τι εισπράττουν, τον «ορίζοντα που σε έλκει και το αίσθημα της ελευθερίας που σου δίνει αυτή η όδευση προς αυτόν».
Για την ανάγκη χρησιμοποιήθηκαν πλάνα και υλικό άλλων ικανών και πρωτοπόρων κινηματογραφιστών που ενσωματώθηκαν με έξυπνο τρόπο.
Έχω κάποιες ενστάσεις για την μουσική και ίσως η επανάληψη, δηλαδή ο λόγος σε όλα τα αθλήματα και τους εκπροσώπους των θα μπορούσε να μειωθεί, δηλαδή να ενοποιηθούν κάποιες ενότητες. Συγκεκριμένα, δυσκολίες και φόβος, παράμετροι και τεχνολογία μαζί.  Ίσως να χρειάζονταν να περάσει μόνο τρεις φορές από όλους. Έμοιαζε να επιμηκύνεται η διάρκεια και αυτό στους μη οπαδούς τους αθλημάτων αυτών να τους κούρασε όπως κι εμένα.
Βέβαια οι λάτρεις του είδους ίσως επιθυμούσαν και άλλες θεαματικές λήψεις.
Δεν αναφέρθηκε καθόλου στα χρήματα που κινούνται γύρω από αυτά, μια και πρόκειται για επαγγελματίες αθλητές.
Εστιάστηκε η προσοχή μας στο κίνητρο  της επιλογής με το άθλημα και την αναζήτηση της ελευθερίας, την επαφή με την φύση.
Μικρή επισήμανση και ίσως αδιάφορη ο χρόνος που εμφανίστηκε το άθλημα και κατά συνέπεια η ενασχόληση ήταν ετεροχρονισμένος στην σύγκριση Αμερική - Ελλάδα.
Αν εκπροσωπώ την μέση Ελληνίδα, την ιστιοσανίδα στην θάλασσα την είδα αρχές του 80 και όχι στις επαρχιακές παραλίες μας. Στην Αμερική μιλούσαν για τέλος 60, αρχές 70.
Για όλα αυτά και ίσως για την ώθηση για ζωή που το φθινόπωρο μειώνει αξίζει να την δεις.

Σκηνοθέτης           John Long
Σενάριο                John Long, Colin Whyte
Φωτογραφία         Mike Parenteau
Μουσική                Dan Brock, Riley Koenig, Gilles Parenteau, Sam Welsh         
Editing                  John Long, Kelly Morris, Mike Parenteau

Εμφανίζονται:
Annie Boulanger .
Bruce Brown
Yvon Chouinard
Gary Fisher
Tony Hawk
Nyjah Huston
Jeremy Jones
Ron Kauk
Logan Laplante
Kai Lenny
Robbie Maddison
Warren Miller
Kelia Moniz
Robby Naish
Meg Roh
Tom Schaar
Glenn Singleman
Kelly Slater
Danny Way

13 Οκτωβρίου 2015

'71 (2014)

Μία ταινία που εκ πρώτης όψεως μοιάζει απολιτική. Ένας στρατιώτης , Άγγλος, νεοκαταταχθής, συμμετείχε κατά την πρώτη του αποστολή στην Ιρλανδία. Μία εμπλοκή, ανώδυνη αρχικά, καταλήγει με ένα νεκρό από την πλευρά των Άγγλων. Αυτός, ο πρωταγωνιστής, επιζεί και επιχειρεί να πάει στη βάση του. Στην προσπάθεια του αυτή θα εμπλακεί σε ένα επικίνδυνο και επώδυνο κυκεώνα συμβάντων.
Μόνο που αυτά τα συμβάντα είναι εκείνα που καθιστούν την ταινία άκρως πολιτική.
Είναι θέση και μάλιστα ισχυρή, αδιαπραγμάτευτη, σοκαριστική από την πλευρά του σκηνοθέτη.
Είναι από τις λίγες ταινίες που το casting είναι τόσο πετυχημένο που το προσέχεις σχεδόν στα πρώτα δεκαπέντε λεπτά. Πως; Ισοβαρής και ισοϋψής ο ρόλος του κάθε ηθοποιού. Εκτιμώ ότι δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή μήπως και η αφήγηση γείρει προς μία πλευρά. Σε αυτή την ταινία όλοι έχουν δίκιο. Δεν υπάρχουν αδικούντες και αδικημένοι. Οι ρόλοι τους εναλλάσσονται.
Ένα σύμπλεγμα προδοσίας, πάντα για το σκοπό που υπηρετούν.
Μία αλυσίδα θυμάτων χωρίς ουσιαστικό λόγο, μάλλον διά ασήμαντη αιτία. Ένας υποτιθέμενος εχθρός που όλοι φοβούνται κι αυτός όλους αυτούς.
Αιματοκυλίσθηκε η Ιρλανδία. Αιματοκυλίσθηκε με αίμα ομοεθνών, όπως συμβαίνει σε όλους τους εμφύλιους. Αδελφός σφάζει αδελφό και η αδελφοκτονία δίνει την αφορμή σε ξένους να εμπλακούν προς όφελος δικών τους συμφερόντων…
Το αίμα κυλάει ενώ ο σκοπός αργεί να ευοδώσει.
Εις μάτην; Για μας τους παρατηρητές, ναι. Για τους εμπλεκόμενους περιττή η ερώτηση και ο προβληματισμός.
Οι λαοί διεκδικούν το δίκιο τους, μόνο που συμβαίνει να μην είναι το δίκιο το ίδιο, έτσι όπως φαντάζονται οι απαρτίζοντες τον λαό, δηλαδή η κάθε ομάδα διαφορετικά. Είναι και οι άλλοι που δράττουν την ευκαιρία ή είναι οι υποκινούντες την ‘ευκαιρία’  προς ιδίον όφελος.
Ήταν μία άλλη άποψη για το Ιρλανδικό.
Ανεξάρτητα αν συμφωνεί κάποιος με αυτήν την άποψη, ήταν μία καλοφτιαγμένη ταινία, με καλές ερμηνείες, καλή φωτογραφία, ιδιαίτερα τη νύχτα, που η δραματικότητα ήταν το ζητούμενο, αξιοσημείωτη μουσική, όχι για να αποκτήσεις το soundrack. Προσεγμένα σκηνικά, κατανοητά τα πλάνα στις διάφορες περιοχές, καθολική, διαμαρτυρόμενη, αγγλική περιοχή.
Λεπτομέρεια, χρήσιμη για μη Ιρλανδούς και Άγγλους. Ήταν εύκολο μ’ αυτόν τον τρόπο να κατανοήσεις που βρίσκεσαι. Ανάμεσα σε ποιους. Μικρή λεπτομέρεια αλλά σημαντική.
Την ίδια συνδρομή είχαν και οι προφορές και τα λεκτικά ιδιώματα.
Η ταινία είχε ροή, δομή και δεν επέτρεπε να φύγεις από την οθόνη. Μέχρι το  τέλος υπήρχε έκπληξη που συνηγορούσε για την κυρίαρχη άποψη του σεναριογράφου και σκηνοθέτη αυτή του Ιρλανδικού ζητήματος.
Υπήρχε επίσης έντονος υπαινιγμός για τον ρόλο του στρατού.
Είχε σαρκασμό η προσέγγισή του.
Θα είχε ενδιαφέρον να ακούσεις την άποψη Ιρλανδών θεατών. Ζώντας σε μία χώρα που έζησε εμφύλιο είναι δύσκολο να συζητήσεις, ακόμη και σήμερα για το θέμα. Εξαρτάται αν ο συνομιλητής είναι από την ίδια με σένα πλευρά, μιλούν «τα δίκαια». Δεν έγιναν με το πέρασμα του χρόνου οι πλευρές μία.
Το αναφέρω γιατί ο σκηνοθέτης αυτό επιχείρησε.
Το κατάφερε;
Αν την δείτε θα δώσετε απάντηση.

Σκηνοθέτης             Yann Demange
Σενάριο                   Gregory Burke
Φωτογραφία           Tat Radcliffe
Μουσική                  David Holmes
Editing                    Chris Wyatt
Διανομή ρόλων        Jina Jay
Σκηνικά                   Kate Guyan 

Ηθοποιοί
Jack O’Connell          Gary Hook
Richard Dormer         Eamon
Jack Lowden             Thompson ("Thommo")
Charlie Murphy          Brigid
David Wilmot            Boyle
Sean Harris               Captain Sandy Browning
Killian Scott              James Quinn
Sam Reid                   Lt. Armitage
Barry Keoghan           Sean
Paul Anderson           Sergeant Leslie Lewis
Martin McCann          Paul Haggerty
Babou Ceesay            Corporal
Corey McKinley          Παιδί
Paul Popplewell         Εκπαιδευτής

30 Σεπτεμβρίου 2015

Danny Collins. 2015

Με απασχολεί τελευταία ποιος αυξάνει προς τα άνω την αξιολόγηση μιας ταινίας. Αναφέρομαι, παρ' όλες τις ενστάσεις φίλου περί των βασικών συντελεστών, ιδιαίτερα στην ηθοποιία και στον σκηνοθέτη. Εννοώ, αν ο σκηνοθέτης αναδεικνύει τον ηθοποιό, ή είναι η ηθοποιία αυτού που ανεβάζει την αξιολόγηση.
Πρόσφατα είδα δύο ταινίες με τον Al Pacino: «Τhe Humbling», (Ταπείνωση) του  Barry Levinson και «Danny Collins» του Dan Folgeman.
Αν τις δείτε με μικρή χρονική  διαφορά θα έχετε και την απάντηση. Σημείωση, έχουν και παραπλήσιο θέμα. Ο καλλιτέχνης στο τέλος της καριέρας του. Η κάθε μία εξετάζει διαφορετικές πτυχές, αλλά ο Al Pacino είναι ο ίδιος. Ένας γερασμένος καλλιτέχνης, αλλά μοναδικός ηθοποιός, σε μία ταινία που η μεν μία σέρνεται και η άλλη σε κρατάει με αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι τέλους, ελέγχει τον συναισθηματισμό σου, λατρεύεις τον Danny αλλά και τον Al Pacino.
Ο Danny Collins είναι  ένας κουρασμένος ροκ σταρ της δεκαετίας του 70, παραμονές των γενεθλίων του νιώθει κούραση, απροθυμία και έλλειψη ενδιαφέροντος για μια ζωή που τον κάλυπτε μέχρι τώρα στο ταξίδι της επιτυχίας και του πλούτου. Νιώθει αδύναμος να να απαλλαγεί από αυτό τον τρόπο ζωής, μία ζωή εθισμένος σε ναρκωτικά, ουσίες, γυναίκες.
Ζει σε ένα σύγχρονο παλάτι με μία νεότατη γυναίκα.
Η ζωή του θα πάρει απότομη στροφή όταν στα γενέθλια του, ο παραγωγός και φίλος του θα του χαρίσει ένα γράμμα που του έστειλε πριν χρόνια ο John Lenon.
Ένα γράμμα που ουσιαστικά τον προέτρεπε ως νέο καλλιτέχνη τότε να μην αφήσει φήμη, δόξα και πλούτο να επηρεάσουν την ποιότητα της δουλειάς του αλλά και την ζωή του.
Αποφασίζει να αλλάξει και να αρνηθεί την αναπαραγωγή των επιτυχιών, να ξαναγίνει δημιουργικός, να επανασυνδεθεί με τον γιο, που μέχρι τότε δεν συνάντησε.
Η ταινία εξελίσσεται δραματικά με έναν Al Pacino αξιοθαύμαστο.
Παρ' όλες τις μικρές κοινοτοπίες και προβλέψιμες σκηνές, η ταινία είναι δυνατή σε συγκινήσεις και με συνοχή καλά δομημένη… Ελάχιστα κομμάτια θεώρησα ανούσια, προβλέψιμα, γρήγορα τα προσπέρασα. Είναι ο Al Pacino τελικά που την ταινία αυτήν εκτινάσσει.
Το επαναλαμβάνω. Έχει χιούμορ, είναι σε πολλά σημεία γρήγορη και πανέξυπνη, στα cuts, στους διαλόγους, στην απρόσμενη εξέλιξη του σεναρίου. Το σημαντικότερο, είναι βασισμένη, σε δύο σημεία της, σε αληθινά γεγονότα. Ο ροκ σταρ και η επιστολή του John Lenon που την λαμβάνει με καθυστέρηση 40 ετών στην ταινία, λίγα χρόνια λιγότερο στην πραγματικότητα. Είναι ο Steve Tilston. Αρνείται ότι στη ζωή του έκανε καταχρήσεις. Έχει μια εξαιρετική οικογένεια και δεν έγινε ποτέ υπερβολικά διάσημος ή πλούσιος. Την δε επιστολή την υπέγραφαν Yoko Ono και John Lenon ενώ στην ταινία μόνο ο Jοhn Lenon.

a.  I managed to earn my living as a musician for 40-odd years, and it's been feast and famine" Tilston said. "But really, I've lived a charmed life. I wouldn't change it at all. ... The idea of celebrity turns me right off. I just like to do what I do." - NYTimes.
b.  Τhe movie's cautionary tale of a musician becoming lost in the temptations of celebrity is a fictional one. The real Danny Collins, Steve Tilston, has a daughter named Martha and a son, Joe. Both followed in their father's footsteps. Martha Tilston is a professional singer and Joe Tilston sings and plays bass for the ska-punk band Random Hand
c.  The story is based on a real-life situation, in which John Lennon and Yoko Ono wrote a letter in 1971 to the English folk singer Steve Tilston, which was unknown to him for 34 years. The real letter was signed "John + Yoko", while the letter in the movie was signed "John".

Λείπει η έντονη παρουσία  μουσικής, ίσως για να τονισθούν οι ερμηνείες των τραγουδιών του. Η εστίαση στον Al Pacino μονοπωλεί την ταινία. Εξαιρετικός επίσης ο παραγωγός και φίλος του Frank, Christopher Plummer. 


Σκηνοθεσία                   Dan Fogelman
Παραγωγή                    Nimitt Mankad Jessie Nelson Denise Di Novi Shivani Rawat
Σενάριο                         Dan Fogelman
Μουσική                        Ryan Adams Theodore Shapiro
Φωτογραφία                 Steve Yedlin
Editng                          Julie Monroe

Ηθοποιοί
Al Pacino                       Danny Collins
Annette Bening              Mary Sinclair
Jennifer Garner              Samantha Leigh Donnelly
Bobby Cannavale            Tom Donnelly
Christopher Plummer      Frank Grubman
Katarina Čas                   Sophie
Giselle Eisenberg            Hope Donelly
Melissa Benoist               Jamie
Josh Peck                       Nicky Ernst
Eric Michael Roy             Young Danny Collins