28 Ιουνίου 2014

The Grandmaster (2013)

Αν διάλεγα γλυκό, θα ήθελα πάστα αμυγδάλου, αν ήθελα λουλούδια, πασχαλιές, μυρωδιά, το άρωμα αγαπημένης αγκαλιάς, ήχο της άρπας, σκηνοθέτη τον Wong Kar Wai, προς το παρόν…
Δεν δεσμεύομαι, στην ζωή όλα αλλάζουν.
Όμως, αυτός κι ο συνεργάτης του ο William Chang, όπως ανακαλύψαμε με φίλους ενώ συζητούσαμε για την ταινία, συνεχίζουν εδώ και χρόνια να δημιουργούν με την ίδια συνταγή. Ευτυχισμένοι αυτοί που αυτό που θέλουν το επιτυγχάνουν. The Grandmaster τους ήρθε και για ακόμη μία φορά επιβεβαίωσε την ποιότητα τους. Με αφορμή ένα θέμα, τις πολεμικές τέχνες, αφηγείται επικά μεν αλλά ποιητικά την ιστορία και πολιτισμό της χώρας του.
Ο μεγάλος δάσκαλος του Βruce Lee, o Ip Man, είναι ο πρωταγωνιστής της ταινίας.
Βρισκόμαστε στην Κίνα το 1937 και ζούμε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 50 εκεί μαζί με τους πρωταγωνιστές.
Θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είναι η η συνέχειά του στο θέμα επιθυμία. Ποια είναι τα όρια μας, πως στεκόμαστε εμείς και η κοινωνία απέναντι της; Πως διεκδικούμε την ολοκλήρωση της; Ποιο είναι το τίμημα;
Σε μια εποχή γρήγορη και που τα πάντα αγοράζονται είναι δύσκολο να μιλήσεις για τέτοιου είδους προβληματισμούς.
Είτε πρόκειται για ερωτική επιθυμία, είτε για οικογενειακή υπόθεση κύρους και αξιοπρέπειας θέλει χαρακτήρα, θέληση και αποφασιστικότητα για την κατάκτηση ή υλοποίησή της.
Μέσα από την πανάρχαια τέχνη του Kung Fu, αυτού που στις μέρες μας εμπορευματοποιήθηκε, αναμετριόμαστε κι εμείς μαζί με τους πρωταγωνιστές να σταθούμε «όρθιοι». Στην πάλη, όπως και στην ζωή, έχεις εύκολο και δύσκολο δρόμο.
Οι ιστορικές στιγμές που βιώνει η χώρα, η εισβολή των Γιαπωνέζων και στη συνέχεια η επικράτηση του κομμουνισμού διαμορφώνουν ένα νέο κοινωνικό και ηθικό ιστό, αναδεικνύοντας και άλλου είδους συμπεριφορές. Επιχείρησε ο Wong Kar Wai να το αναδείξει με τους χαρακτήρες του και την διαφορετικότητα τους. Ο ένας ενέδωσε και ταπεινώθηκε, ο άλλος αντιστάθηκε, υπέφερε και διακρίθηκε.
Η σύγκρουση αξιών είναι καταλυτική για την εξέλιξη της ζωής τους.
Συμπυκνωμένα αλλά κατανοητά το εισπράττει ο θεατής.
Αναρωτιέμαι πως όμως ένας θεατής που καθημερινά βιώνει το να σε «θάψω» για να επιβιώσει μπορεί να αντιληφθεί το «σε αναγνωρίζω ως τον καλύτερο για να με εκπροσωπήσεις», το «με ομοφωνία αναγνωρίζω ότι είσαι ο καλύτερος».
Έχουν αλλοιωθεί οι συνειδήσεις και οι αξίες μας για να αντιληφθούμε αυτό που οριστικά έχουμε αποποιηθεί, τον αξιακό μας κώδικα ζωής.
Όμως η ταινία δεν είναι μόνο αυτό. Είναι εικαστική παρέμβαση. Όλα συνάδουν σε μία αφήγηση άκρως καλλιτεχνική.
Ηθοποιία, χορογραφίες, φωτογραφία, πλάνα, slow-mo και chiaroscuro και για ακόμη μία φορά, καταπληκτική μουσική, σε καλούν σε 130 λεπτά μέθεξης. Έξι χρόνια προετοιμασίας και τρία γυρίσματος και μοντάζ χρειάσθηκαν για να απολαύσεις. Οπτικά εφέ, ηχητικά, αθλητικές δεξιότητες, εξάσκηση, ο πρωταγωνιστής έσπασε ακόμη και το χέρι του, κουστούμια, τοπία φυσικά και κατασκευασμένα, όλα αυτά για την αφήγηση της ιστορίας ενός ανθρώπου, μιας τέχνης, μιας ζωής που οριστικά έχει χαθεί, μιας αποκατάστασης, μιας εμπορευματοποιημένης κινηματογραφικά τουλάχιστον τέχνης, αυτής των πολεμικών τεχνών.
Μέσα σε αυτήν την εκ βάθρων κοινωνική αλλαγή, ο άνθρωπος με τις ανάγκες του και τις επιθυμίες του. Το ζητούμενο του «θέλω» αλλά με χωρίζουν «τείχη» από αυτό.
Ξέρει να δημιουργεί δράμα, φόρτιση συναισθηματική ο Wong Kar Wai.
Πλησιάζεις το απλησίαστο, το «θέλω». Εκεί βιώνεις το απραγματοποίητο, εκεί στριμώχνονται όλα τα «θέλω» σου, και διαπιστώνεις ότι εκεί είναι που ο great Master του ‘The Grandmaster’ σε οδήγησε με τέχνη περισσή.
Είναι έργο εξίσου συναρπαστικό σαν μια επίσκεψη στο Orsay, σαν μια επιτυχημένη αναδρομική αγαπημένου σου καλλιτέχνη στο ΜοΜA, σαν μια συναυλία στο Ηρώδειο, σαν μια βραδιά καλοκαιριού, σαν την άνοιξη στους Δελφούς.
Ήμουν τυχερή και την είδα σε καλοκαιρινό σινεμά ανάμεσα σε βουκαμβίλιες και γιασεμιά. Με ακολουθεί η κίνηση του ποδιού καθώς γλιστράει, μάλλον «σχίζει», το χιόνι, η επιβλητικότητα των ρούχων, η μελετημένη κίνηση των σωμάτων, ο απόλυτος έλεγχος του τελευταίου μορίου της ύλης μας, με μουσική να σου το υπογραμμίζει.
Σταγόνες νερού, νιφάδες χιονιού χορεύουν ασπρόμαυρη χορογραφία κάνοντας δυνατό το αδύνατον. Δεν είδα ψεγάδια, κι αν υπήρχαν, τα προσπέρασα προς χάριν του όλου.

Σκηνοθεσία                    Wong Kar Wai
Σενάριο.                        Wong Kar Wai, ,Jingzsi Zou, Haofeng Xu
Κινηματογραφία.            Philippe Le Sourd
Μουσική                        Shigerou Umebayashi, Nathaniel Méchaly & Stefano Lentini
Σχεδιασμός παραγωγής,  

Καλλιτεχνική διεύθυνση, 
Ενδυμασία και μοντάζ     William Chang

Ηθοποιοί
Ip Man                            Tony Chiu Wai Leung
Gong Er                          Ziyin Zhang
Ma San.                          Zin Zhang
Gong Yutian                    Wang Quingxiang
Cheung Wing-Sing             Hye - kyo Song

18 Ιουνίου 2014

Κλέφτρα βιβλίων (The Book Thief) 2013

Η ταινία βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Markus Zusak αφηγείται την ζωή της Liesel, ενός εξαιρετικά θαρραλέου νεαρού κοριτσιού που έρχεται στην Γερμανία, λίγο πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, να ζήσει με την οικογένεια που την υιοθέτησε. Θα μάθει να διαβάζει με την βοήθεια του θετού της πατέρα Hans και του Max, ενός Εβραίου πρόσφυγα, που η θετή οικογένειά της κρύβει κάτω από την σκάλα.
Για την Liesel και τον Max η δύναμη των λέξεων και η φαντασία γίνονται η μόνη διέξοδος από τα τρομερά γεγονότα που συμβαίνουν γύρω τους. Η ζωή, ένα πετραδάκι κάτω από την μπότα της βίας.
Μπορεί κάποιος να εξοικειωθεί με τον θάνατο; Πως εξακολουθεί να υπάρχει; Ποια αγάπη σε κρατάει στην μνήμη;
Στην ταινία σε υποδέχεται ως αφηγητής, ο θάνατος. Καμία σχέση όμως με ταινία τρόμου.
Γραφικότητα στο τοπίο, αθωότητα στο βλέμμα της μικρής πρωταγωνίστριας.
Η πορεία της ύπαρξής της ξεκινά με το θάνατο του αδελφού της.
Θα πορευτεί δύσκολα στην ζωή. Ο θάνατος θα της πάρει έναν-έναν όλους τους αγαπημένους της.
Θα υπάρχουν αυτή και αυτοί μέσα από τις λέξεις, είτε όταν τις διαβάζει, είτε όταν τις γράφει.
Θα παρακολουθήσουμε τη πορεία της μέσα από τον αναλφαβητισμό της μέχρι τη στιγμή που και η ίδια γίνεται συγγραφέας.
Η πορεία αυτή δεν είναι εύκολη. Ξεκινάει στην Γερμανία το 1938.
Ένα παιδί. Με ορθάνοιχτα μάτια θα ζήσει την εκκόλαψη του φιδιού, την νύχτα των κρυστάλλων, το κάψιμο των βιβλίων από τους Ναζί. Θα ζήσει δίπλα σε θετούς γονιούς. Σε μια γειτονιά φτωχών ανθρώπων. Θα βιώσει την βία, την σημασία του να είσαι άνθρωπος αλλά και την δυσκολία. Τη φιλία. Την οδύνη του πολέμου. Το παράλογο της ναζιστικής άνθισης και επικράτησης.
Ένα παιδί που το ερωτηματικό παραμένει στα μάτια του, στην ψυχή του. Θα βιώσει την δίωξη του ανθρώπου από άνθρωπο. Γνωρίζει τον φόβο του ανθρωποκυνηγητού, την ανελευθερία, τον πόλεμο. Την βαρβαρότητα, τα εγκλήματα πολέμου.
Ζει και ζούμε μαζί της τη μετάλλαξη μιας κοινωνίας από φτωχή και φιλήσυχη σε μια κοινωνία μαινόμενη, που σταδιακά υποτάσσεται στο ναζισμό. Μια κοινωνία ανήμπορη να αντιδράσει.
Σπαράγματα εδώ κι εκεί. Πονάει αλλά δεν αντιστέκεται, μέχρι που έρχεται ο πόλεμος του Χίτλερ. Βιώνει την λαίλαπα του πολέμου που η ίδια η Γερμανική κοινωνία προκάλεσε, ή που δεν τον απέτρεψε. Πεινάει, κρύβεται, θυσιάζει τα παιδιά της, γκρεμίζεται ο κόσμος της. Αδυνατεί να παλέψει, να αντισταθεί. Θρηνεί.
Η Liesel υπάρχει και αναπτύσσεται εντός αυτής της κοινωνίας.
Ένα παιδί.
Το υπέροχο αυτό βιβλίο του Markus Zusak, «Τhe Book Τhief», έγινε ταινία.
Όπως όλα τα βιβλία που γνώρισαν επιτυχία, δύσκολα γίνονται ταινία. Δυσκολεύεται ο λόγος να χωρέσει σε ένα δίωρο εικονικό.
Έχει ο αναγνώστης προσδοκίες, ο δε θεατής ελλείψεις.
Κυρίως πρόβλημα προκύπτει όταν τυχαίνει να είσαι ο ίδιος και αναγνώστης και θεατής.
Βρίσκεις ελαττώματα.
Η ταινία είναι αργή, πολύ αργή μάλιστα σε συγκεκριμένες στιγμές. Όμως τρυφερή. Σκηνικά, κουστούμια, ήχος, μουσική, αψεγάδιαστα. Οι ερμηνείες των Geoffrey Rush και Emily Watson, αξιοθαύμαστες. Τα παιδιά εξαιρετικά, ιδιαίτερα ο Rudy. Η Liesel… θα ήθελα κατά στιγμές να είχε την φρεσκάδα του Rudy, όμως δεν τα κατάφερε. Είχε εκφραστικά μάτια αλλά συμπεριφερόταν λίγο σαν μικρομέγαλη, θα έλεγα. Ίσως ήταν επιλογή του σκηνοθέτη να δείξει ότι δεν πρόλαβε να είναι παιδί. Πως θα μπορούσε άλλωστε;
Όμως, κατορθώνει η πολύ καλή κινηματογραφία της ταινίας, μαζί με τα άλλα πλεονεκτήματά της που ανέφερα, να κρατήσουν το ενδιαφέρον του θεατή αμείωτο
μέχρι τέλους. Παραμένει στα μείον της ταινίας το γεγονός ότι δεν μπορείς με ακρίβεια να εστιάσεις στο θέμα της. Νομίζεις ότι διαρκώς μετατοπίζεται το κέντρο βάρους της.
Θέλει να φθάσεις μέχρι το τέλος για να αποφασίσεις ότι η ζωή είναι καθαρά θέμα τύχης, το αν θα ζήσεις δηλαδή ή όχι. Η γεωγραφία και η ιστορία είναι οι ίδιες για όλους μας. Στον δεδομένο χρόνο, εσύ, εγώ, θα παραμείνουμε ή όχι εν ζωή από μια σειρά συμπτώσεων. Οι ανατροπές κυρίως είναι που καθορίζουν την ζωή.
Το μόνο που έχει σημασία είναι να παραμείνεις άνθρωπος, να διατηρήσεις την αξιοπρέπεια σου και να ζήσεις. Να αγαπήσεις άνθρωπο είτε βιβλίο. Την ζωή την ίδια.
Να κρατήσεις μέσα σου τις στιγμές της ομορφιάς.
Να τις μοιράσεις και να τις μοιραστείς αν και όπου μπορείς.
Η αγάπη της Liesel για τα βιβλία την βοήθησε να ξεπεράσει δυσκολίες, να ζήσει η ίδια, να ζήσουν και οι άλλοι. Το ότι έζησε ήταν επίσης θέμα συμπτώσεων.
Η εισαγωγή της ταινίας, με την αφήγηση, σε προετοιμάζει να εστιάσεις σ' αυτό το σημείο. Όμως η δύνη της εποχής του βιβλίου, της ταινίας, μια εποχή που η ζωή ηττήθηκε από τον θάνατο άνισα, παράλογα, σε παρασύρει στα γεγονότα και τις αιτίες που την έσβησαν. Χάνεις το θέμα.

Τα «γιατί και ποιοι και πως» πληθαίνουν.
Χάνεσαι στην φρίκη της.
Μπροστά στον βωμό των βιβλίων ένα μικρό κοριτσάκι μοιάζει ασήμαντο, αδύναμο, ανίκανο να τα βάλει με τον βίαιο γίγαντα. Μόνο η αθωότητα και αφέλειά της θα επιτρέψουν την επιθυμία και αγάπη της γι’αυτά, τα βιβλία, να ξεπεράσει τον φόβο της και να τα κλέψει..
Η ζωή της χαρίστηκε.
Δεν είναι τυχαίο και αυτό ενισχύει την άποψη μου ότι το πρώτο της βιβλίο, η έναρξη της καινούργιας της ζωής, σαν παιδί ακόμη, ανίκανο να διαβάσει, είναι το Εγχειρίδιο του Νεκροθάφτη, που κι αυτό έπεσε από τον ιερέα ή τον νεκροθάφτη που έθαψαν τον αδελφό της. Ξεκίνησε από το θάνατο και έφθασε στην ζωή.

Σκηνοθέτης                         Brian Percival
Συγγραφέας                       Markus Zusak, το βιβλίο:The Book Thief
Σεναριογράφος                   Michel Petroni
Κινηματογραφία                  Florian Balhaus
Διανομή ρόλων                   Kate Dowd
Μουσική                            John Williams

Ηθοποιοί
Αφηγητής                          Roger Adam
Liesel                                Sophie Nélisse
Hans                                 Geoffrey Rush
Roza                                 Emily Watson
Rudy                                 Nico Liersch
Max                                  Ben Schnetzer

7 Ιουνίου 2014

Philomena (2013)

Αμέσως μετά από την θέαση μου της ταινίας αυτής ήρθε η είδηση:
H Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της Ιρλανδίας κάλεσε το τάγμα των μοναχών, που διαχειριζόταν το πρώην μοναστήρι όπου εντοπίστηκε ομαδικός τάφος με τα λείψανα περίπου 800 παιδιών, να συνεργαστεί με τις αρχές που ερευνούν την υπόθεση.
Η Ιρλανδία πρόκειται να ερευνήσει αυτό που η κυβέρνηση χαρακτήρισε «εξαιρετικά ανησυχητική» ανακάλυψη ενός ομαδικού τάφου σε ένα πρώην μοναστήρι που διοικούσε το τάγμα των «Αδελφών του Ελέους», όπου 796 παιδιά πέθαναν κατά το διάστημα 1925-1961.
Ο αρχιεπίσκοπος του Τούαμ δήλωσε ότι ενώ δεν είχε κάποια ανάμειξη στη διοίκηση του μοναστηριού, η επισκοπή του συγκλονίστηκε και λυπήθηκε πολύ όταν πληροφορήθηκε τον αριθμό των παιδιών που ενταφιάστηκαν εκεί.
Η κάποτε ισχυρή Καθολική Εκκλησία της Ιρλανδίας κλυδωνίζεται από μία σειρά σκανδάλων που αφορούν κακοποίηση και παραμέληση παιδιών.
Η Εκκλησία διοικούσε πολλές από τις κοινωνικές υπηρεσίες της χώρας τον 20ό αιώνα, περιλαμβανομένων των ιδρυμάτων για ανύπανδρες μητέρες που στέλνονταν εκεί για να γεννήσουν - ανάμεσά τους και τα θύματα βιασμού.
Οι ανύπανδρες γυναίκες και τα παιδιά τους θεωρούνταν στίγμα για την εικόνα της Ιρλανδίας ως αυστηρής καθολικής χώρας.
Συνιστούσαν βέβαια και πρόβλημα για κάποιους από τους πατέρες -ειδικά αν επρόκειτο για ισχυρές προσωπικότητες, όπως ιερείς ή πλούσιοι, παντρεμένοι άνδρες.
Τα ιδρύματα αυτά, όπως ήταν τα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής», εκμεταλλεύονταν εμπορικά οι μοναχές, αλλά λάμβαναν κρατική επιχορήγηση.
Λειτουργούσαν ως κέντρα υιοθεσίας και λόγω αυτής της ιδιότητάς τους τελούσαν υπό κρατικό έλεγχο.
Μου πήρε μέρες να συνέλθω. Το θέμα ήταν τόσο δυνατό που δεν άφηνε περιθώρια για άλλου είδους παρατηρήσεις.
Μεγάλωσα σε χώρα που η εκκλησία παίζει καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση τόσο της προσωπικότητας μας όσο και της κοινωνικής ζωής. Έχει επίσης δύναμη και επηρεάζει την πολιτική καθημερινότητα. Τα τελευταία χρόνια ειδήσεις απ όλο το κόσμο όχι μόνο θέτουν υπό αμφισβήτηση την ηθική μελών της, αλλά αποτελούν θέμα ποινικής δίωξης, ως εγκληματικής συμπεριφοράς. Οργανωμένο έγκλημα στο όνομα της ηθικής τάξης, όπως εμφανίζεται στις ειδήσεις και στην ταινία, ξεπερνά τα όρια ανοχής, ανεκτικότητας. Προκαλεί θυμό, κατακραυγή.
Ακολουθήσαμε βήμα-βήμα την μάνα στην αναζήτηση του παιδιού της. Μοιραστήκαμε την απελπισία της, απογοητευτήκαμε με τις άγονες προσπάθειές της. Έμεινα προσωπικά άφωνη μπροστά στην πίστη της. Μια πιστή βαθιά, συγχωρούσα, πίστη. Πίστη Οσιομάρτυρος.
Ήθελε ο Stephen Frears να δούμε πως σφυρηλατείται η πίστη;
Ήθελε να δούμε τη σύγκρουση πίστης και ημών;
Δεν το ξέρω. Έτσι φάνηκε. Βέβαια το συνδύασε με την αφέλεια των γυναικών λαϊκής τάξης.
Την ήθελε στο πόνο της αντιμέτωπης με την πίστη της αλλά και τον άπιστο δημοσιογράφο που προκειμένου να αντιμετωπίσει το προσωπικό του πρόβλημα, της ανεργίας, ανακατεύεται με ένα θέμα ανθρωποκεντρικό, με υπεροψία θα σημείωνα ως προς την τάξη . Όμως o Martin επαγγελματίας στο είδος του, θα ακυρώσει τον επαγγελματισμό όταν τον συνεπαίρνει η αδικία και εδραιώνεται η έντονη και ακλόνητη αντιπάθεια, απόρριψη της Εκκλησίας.
Η ταινία παρουσιάζει κάποιες στιγμές αμηχανίας. Η ροή της δεν είναι απρόσκοπτη. Εν μέρει ο Steve Coogan δεν μπορεί να σταθεί δίπλα στην Judi Dench. Το σενάριο "κολλούσε" σε αρκετά σημεία, ιδιαίτερα κατά την παραμονή τους στην Αμερική. Έμοιαζε σαν να έλεγαν «και τώρα τι;».
Ένα επιχείρημα θα ήταν ότι όντως υπάρχει αδυναμία να πας παρακάτω όταν η ίδια ζωή σηκώνει απροσπέλαστο τοίχο. Όταν το αμετάκλητο είναι εμπρός σου. Όταν στον πόνο σου απέναντι στέκει η υποκρισία, η προσποίηση, ο κατ’ επίφαση ηθική τάξη, το Θέλημα του Θεού.
Σαν να χτυπάς σίδερο και ο πόνος στην καρδιά να οδηγεί «το χέρι», την γνώση σε βαθύτερο και οξύτερο πόνο.
Μόνο μέσο αντίστασης η πίστη στην μάνα και η τελειομανία του επαγγελματία στον δημοσιογράφο. Παράλληλα συνυπάρχουν με τον αθεράπευτο ρομαντισμό της μίας και την περιφρόνηση της Εκκλησίας από τον άλλο.
Η απάντηση στην οθόνη.
Θα μπορούσα να ήμουν αυστηρότερη στην κριτική μου, όμως ο Frears είναι από τους αγαπημένους μου. Όπως και οι επιλογές του για τη ταινία, παράδειγμα ο Ελληνογάλλος Alexander Desplat για την μουσική επένδυση του έργου.
Το λέω γιατί δεν με έπεισε η αγωνία της μάνας, ούτε ο πόνος της. Έμεινα μετέωρη.
Αφήνω περιθώριο να ήθελε κάτι να πει που δεν το εισέπραξα.
Επιφυλάσσομαι.

Σκηνοθέτης                       Stephen Frears
Συγγραφέας                      Steve Coogan - "The Lost Child of Philomena Lee"
Σενάριο                            Steve Coogan, Jeff Pope
Κινηματογραφιστής            Valerie Bunelli
Διανομή ρόλων                  Leo Davis Lissy Holm
Μουσική                           Alexandre Desplat

Ηθοποιοί
Philomena                         Judi Dench
Martin                              Steve Coogan
H μικρή Philomena              Sophie Kennedy Clark
Αδελφή Hildegarde             Barbara Jefford
Pete Olsson                       Peter Hermann
Michael                             Sean Mahon

Μικρός Antony                   Tadhg Bowen

2 Ιουνίου 2014

12 Χρόνια σκλάβος (12 Years a Slave) - 2013

Η ταινία είναι αψεγάδιαστη, εντυπωσιακή, η πιο ολοκληρωμένη μέχρι στιγμής προσέγγιση στο θέμα ‘δουλεία’. Άξια σάρωσε τα βραβεία. Λέγεται γιατί η άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν έχει κλείσει ακόμη τους λογαριασμούς της με το θέμα.
Η ικανότητα και η ευφυΐα ενός σκηνοθέτη, του Steve McQueen, στην συγκεκριμένη ταινία μαζί με τις καταπληκτικές ερμηνείες την κάνουν να ξεχωρίζει. Είναι ξεχωριστή γιατί τα έχει τα προαναφερθέντα ως προίκα.
Πρόκειται για μια αληθινή ιστορία. H ταινία βασίζεται στην αυτοβιογραφία του Solomon Northup, ένος μορφωμένου και παντρεμένου μαύρου στη Νέα Υόρκη του 1853, ο οποίος προσεγγίζεται από δύο αγνώστους για μια δουλειά στην Ουάσιγκτον. Όμως, μόλις εμφανίζεται στην πόλη, απαγάγεται και εξωθείται στη δουλεία.
Ο Solomon, που βρέθηκε αντιμέτωπος με την σκληρότητα αλλά ταυτόχρονα και την καλοσύνη του ιδιοκτήτη του, αγωνίστηκε για να παραμείνει ζωντανός και να διατηρήσει όση αξιοπρέπειά του είχε μείνει. Δώδεκα ολόκληρα χρόνια θα ζήσει αυτό το Γολγοθά, κατά τη διάρκεια των οποίων είχε την ευκαιρία να γνωρίσει έναν Καναδό, που θα του αλλάξει τη ζωή μια για πάντα.
Το γεγονός ότι πρόκειται για αληθινή ιστορία εντείνει τα συναισθήματα αλλά και την κριτική.
Είναι μεγάλο στοίχημα να μην περάσεις στην καταγγελία, να αναδείξεις όπως πρέπει το μεγάλο ζήτημα της δουλείας αλλά και το προσωπικό δράμα του Solomon.
Ο θεατής βιώνει όλη την απάνθρωπη συμπεριφορά ανθρώπου προς άνθρωπο, διεισδύει στην ψυχολογία του Solomon, βρίσκεται αντιμέτωπος με ότι προσπαθούσε να ξεχάσει ότι υπήρξε.
Στην ουσία δεν ήταν απλώς εκμετάλλευση προς εξασφάλιση φθηνών εργατικών χεριών, τουλάχιστον αυτό επιβεβαίωσε και η ταινία, ήταν ο ‘κακός’ που κουβαλάμε μέσα μας, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, όταν αισθανθούμε ότι είμαστε ανώτεροι, ξεχωριστοί. Η αλαζονεία της υπεροχής, η ανεξέλεγκτη μοχθηρία μας, καλυμμένη πάντοτε από μία κατασκευασμένη ηθική επίφαση. Στην συγκεκριμένη οι δυνάστες, οι βασανιστές, ήταν κατ´ εικόνα τουλάχιστον, ευυπόληπτοι πολίτες, καλοί οικογενειάρχες και κυρίως Χριστιανοί. Εμείς τουλάχιστον, οι Έλληνες, ως υποδουλωμένοι, μπορούσαμε να παρηγορηθούμε ότι δεν λατρεύαμε τον ίδιο Θεό. Στο όνομα του Θεού βέβαια διαπράττονται αποτρόπαια εγκλήματα.
Η ταινία είναι τόσο δυνατή που ακόμη και σε σκηνές που η βία απουσιάζει την νιώθεις. Νιώθεις ότι ελοχεύει.Έχει την ασφυκτική πίεση θρίλερ χωρίς να είναι.
Η βία που βιώνει το σώμα των ηθοποιών μεταφέρεται πάνω σου. Η καταπόνηση του σώματος. Η βάναυση χρήση του είτε είναι από υπερβολική και επίπονη εργασία, ο βιασμός, το μαστίγωμα σε αναγκάζουν να σηκωθείς από το βόλεμα γιατί δεν αντέχεις. Ποια είναι τα όρια πόνου; Πόσο αντέχει ένας άνθρωπος;
Χωρίς μελοδραματισμούς, τις περισσότερες φορές σιωπηλά, συμμετέχεις στον πόνο, στην ταπείνωση, στον εξευτελισμό της ανθρώπινης υπόστασης. Κατανοείς ακόμη και την μην αντίδραση, την καταπίεση, την κατάργηση της αξιοπρέπειας.
Απέδωσαν το ρόλο τους όλοι μοναδικά. Όλοι οι χαρακτήρες αποδόθηκαν με εξαιρετικό τρόπο μέσα στην καλοσύνη τους, την υπεροψία τους, την βιαιοπραγία τους, την απανθρωπιά τους, την φρικαλεότητα, την εγκληματική τους συμπεριφορά, την ανεκτικότητα, την άνευ όρων παράδοση τους, την σιωπή τους, την απόγνωση, την κούραση τους, τον πόνο.
Αξιοπρόσεχτη η αφηγηματική σειρά των γεγονότων. Με δύο-τρία πισωγυρίσματα ακολουθούσες τον ήρωα στην εξέλιξη της ιστορίας. Επιτυχία του σεναριογράφου.
Φοβερή εφευρετικότητα του σκηνοθέτη η αντίθεση του υπέροχου ειδυλλιακού σκηνικού των αγροκτημάτων με τα εγκλήματα που φιλοξενούσε. Μία οργιάζουσα βλάστηση, το καθαρτήριο του πράσινου και του λευκού των επαύλεων απέναντι στην κόλαση του μαύρου. Εξαιρετικά πλάνα, φωτισμός που δραματοποιεί τις σκηνές βοηθώντας την ηθοποιία και την σκηνοθεσία. Εξαιρετικά φωτογραφικά πορτρέτα συμπληρώνουν την έκφραση, εμπεδώνεις την τότε και εκεί πραγματικότητα.
Στα μείον της ταινίας, αν και καθοριστικό για την εξέλιξη της ιστορίας της λήξης της δουλείας, η εμφάνιση του Καναδού και το λογύδριο του περί κατάργηση της δουλείας. Ήταν το κομμάτι που αναρωτιόμουν πως προέκυψε. Ήταν ασύνδετο από άποψη ποιότητας και συνεκτικότητας. Σαν να προστέθηκε εσπευσμένα, εκ των υστέρων, πρόχειρα. Το ίδιο μείον θα έδινα και στο τέλος της ταινίας. Ήταν συμπιεσμένο. Σαν να έπρεπε να τελειώσει.
Είναι γεγονός πως σαν κοινωνία δεν έχουμε απαντήσει κατ’ ιδίαν ή συλλογικά στο θέμα δουλεία. Είναι γεγονός ότι ηθελημένα δεν στεκόμαστε να το αντιμετωπίσουμε. Είναι προσβλητικό της υπόστασης μας. Είναι απάνθρωπο. Δεν θέλουμε να συμβαίνει κι αν συμβαίνει θέλουμε να το αγνοούμε. Προσποιούμεθα ότι δεν είναι δυνατόν. Κι όμως υπάρχουν χώρες που ο άνθρωπος είναι πράγμα για έναν άλλο άνθρωπο, η δύναμη του οποίου ακυρώνει την ύπαρξη. Όταν βρίσκεσαι, ως θεατής, μπροστά στην σκληρή αλήθεια της βίας, της αδικίας, του εξευτελισμού είναι φυσικό να σε συνεπαίρνει το θέμα εις βάρος της μορφής. Μόνο που η μορφή είναι αυτή εξαιτίας της οποίας το θέμα είχε τόσο επιρροή επάνω σου.
Ε! Αυτό είναι Τέχνη.


Σκηνοθέτης.                                Steve McQueen
Συγγραφέας βιβλίου.                    Solomon Northup (βιβλίο Twelve Years A Slave)
Σενάριο.                                     John Ridley
Κινηματογραφία.                          Sean Bobbitt
Μουσική.                                     Hans Zimmer
Διανομή ρόλων.                            Francine Maisler

Ηθοποιοί
Solomon Northup.                         Chiwetel Ejiofor
Freeman                                      Paul Giamatti
Rachel.                                       Nicole Collins
Edwin Epps                                  Michael Fassbender
Mrs Epps.                                    Sarah Paulson
Patsey.                                       Lupita Nyong'o
Mr Ford                                       Benedict Cumberbatch
Tibeats.                                      Paul Dano