14 Δεκεμβρίου 2011

Melancholia - 2011


Βγαίνοντας από την αίθουσα μετά την προβολή της ταινίας του Lars Von Trier Melancholia, νιώθεις θυμωμένη. Ήμουν θυμωμένη γι’ αυτό που βίωσα, γι’ αυτό που δεν μπορούσα να καταλάβω, θυμωμένη που με το που θα εξέφραζα κριτική για τον θρύλο Lars Von Trier θα εισέπραττα στην καλύτερη περίπτωση αντιρρήσεις, στη χειρότερη χλευασμό.
Η ταινία διαπραγματεύεται την επερχόμενη σύγκρουση ενός φανταστικού πλανήτη, Melancholia, μέσα από την ανάδειξη των χαρακτήρων δύο αδελφών, την σχέση μεταξύ τους , την ένταξή τους στην άμεση οικογένειά τους, και ίσως  με ένα ελάχιστο φωτισμένο, από το σκηνοθέτη, ευρύτερο περίγυρο.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια ταινία με τρία μέρη. Ο πρόλογος, ή κατά τα Ομηρικά έπη το προοίμιο, ο οποίος ομολογουμένως σου προκαλεί δέος και σε καθηλώνει τόσο με την μαγεία των εικόνων, όσο και με την μουσική του Wagner, κυρίως με το μυστήριο που σε προϊδεάζει για το τι θα ακολουθήσει και εσύ θα λύσεις.
Οι αδελφές Justine (Kristen Dunst) και Claire (Charlotte Gainsbourg) αποτελούν τα δύο επόμενα και μόνα κεφάλαια του ψυχογραφήματος με επικά χαρακτηριστικά.
Η μεν Justine παρακολουθώντας την βαρετή δεξίωση γάμου, της διαπιστώνουμε ότι ήδη έχει συναντήσει την «Μελαγχολία», γιατί αλλιώς πώς να εξηγηθεί η αγένεια, η αδιαφορία και η σκληρότητα, με ερωτηματικά, που επιδεικνύει, το ανερμάτιστο της συμπεριφοράς και η εκ των υστέρων επιβεβαίωση των προϊδεασμών της περί του τέλους. Αδιάφορο έως κουραστικό το πρώτο μέρος. Με μια Kristen που ρόλος και αυτή είναι δύο ξεχωριστά πράγματα. Παραμένεις και την ακολουθείς, οι άνδρες φαντάζομαι με το συν της ομορφιάς της, οι γυναίκες με το μείον αυτής, αλλά με έντονη την επιθυμία του πού οδηγείται – οδηγούμεθα. Στο κεφάλαιο Justine έχουμε συνοπτικά και μια απάντηση για το πως και πόσο ευθύνονται οι γονείς για τη διαμόρφωση τόσο των χαρακτήρων μας όσο και για τη διαμόρφωση των ενδοοικογενειακών σχέσεων, μεσω των δικών της γονιών και την σχέση μεταξύ τους και μαζί τους.
Στο δεύτερο κεφάλαιο Claire, όλα κυλούν με τάξη, οργάνωση, οικογενειακή γαλήνη τέτοια που επιτρέπει να βρει στέγη και γιατρειά η Justine, ήδη επιβαρυμένη με μελαγχολία. Η απόλυτη τάξη και γαλήνη, το ειδυλλιακό περιβάλλον, παρά τις διαβεβαιώσεις των επισήμων και λάτρη αυτών συζύγου της Claire, απειλείται από την επερχόμενη σύγκρουση με τον πλανήτη Melancholia.
Ο γιος της ClaireLeo, η ελπίδα του Lars, ως η νεότητα να δύναται να ακυρώσει τα επιτεύγματα των επιστημών μέσα από την αγάπη για το μέλλον.
Η απειλή του επερχόμενου τέλους οδηγούν σε απεγνωσμένες, κινήσεις, σπασμωδικές αντιδράσεις, αποτελεί αιτία  κατάθλιψης, ανησυχητικό δείγμα της εποχής. Ο πανικός στην αυτοκτονία.  Η Πυθία Kristen θα οδηγήσει με νηφαλιότητα αδελφή κι ανεψιό σε μια υπό έλεγχο και αξιοπρέπεια αντιμετώπιση του αναπόφευκτου και ήδη νομοτελειακά τετελεσμένου.
Τώρα οι απορίες παραμένουν. Πού προβλήθηκε η αδιαφορία και ο  εφησυχασμός του σύγχρονου ανθρώπου γι’ αυτήν την καταστροφή, όπως αναφέρθηκε. Ή μήπως δεν είναι ευθύνη των κατοίκων αυτού του πλανήτη Γη η αναπόφευκτη καταστροφή τους;
Απορία επίσης παραμένει ο προβληματισμός και το αδιέξοδο. Δηλαδή είτε γνωρίζεις, προβλέπεις και τρελαίνεσαι, ή εθελοτυφλείς και βρίσκεσαι ενώπιον ειλημμένης καταστροφής.
Τελευταία απορία, προς τι η τόση χλιδή του περιβάλλοντος χώρου, (Trier explained that the visual style he aimed at in Melancholia was "a clash between what is romantic and grand and stylized and then some form of reality")  η εκτυφλωτική ομορφιά του τοπίου, της Kristen; Μήπως η άνευ όρων λατρεία αυτών μας οδηγεί νομοτελειακά στην καταστροφή;

Οι υπόλοιποι συντελεστές:
Kiefer Sutherland, Charlotte Rampling, John Hurt, Alexander Skarsgard, Stellan Skarsgard, Brady Corbet, Udo Kier, James Cagnard, Jesper Chistensen, Stefan Cronwall, Deborah Fronko, Cameron Spurr.
Σκηνοθέτης και σεναριογράφος: Lars Von Trier
Μουσική: Wilhelm Richard Wagner (Tristan und Isolde)

8 Δεκεμβρίου 2011

Πορτοκάλια στον Ήλιο (Oranges and Sunshine) - 2010

Ένα από τα πιο επώδυνα σκάνδαλα των νεότερων χρόνων, την οργανωμένη απέλαση παιδιών, στις 10ετίες ’50 –‘60 από το Ηνωμένο Βασίλειο στην Αυστραλία αποκάλυψε η Margaret Humphreys, κοινωνική λειτουργός από το Nottingham, το 1980.
Αυτό έκανε ταινία το 2010 ο Jim Loach σε σενάριο της Rona Munro με πρωταγωνιστές τους Emily Wation, David Wenham, Hugo Weaving.

Υπερπηδώντας αλλεπάλληλα εμπόδια κι αψηφώντας αμέτρητους κινδύνους η Margaret αποκάλυψε και έδωσε στη δημοσιότητα αυτή την τραγωδία, ενώ βοήθησε χιλιάδες οικογένειες να ανταμώσουν, να ενωθούν μετά από χρόνια χωρισμού, πίκρας και μοναξιάς.

Ο Jim Loach επιχείρησε με την ταινία να παρουσιάσει αυτήν την τραγωδία βήμα βήμα, δίνοντας χώρο στους ίδιους τους τραγωδούς και τις συνισταμένες του δράματος. Κρατάει απόσταση από καταγγελίες. Αφήνει αναπάντητη την αιτία και το λόγο της απέλασης. Μένει στον αγώνα του ατόμου απέναντι στο σύστημα, της κοινωνικής λειτουργού απέναντι στην κυβέρνηση, στην εκκλησία, στην έλξη των ατόμων να εκμεταλλευτούν την σκανδαλοθηρική προσέγγιση των μέσων ενημέρωσης, απέναντι στο δράμα των «απελαθέντων». Κυρίως εστιάζει στην πραγματικότητα, στις κατακερματισμένες προσωπικότητες των πρωταγωνιστών αυτού του απάνθρωπου γεγονότος, 176.000 παιδιά, λέγεται, απελάθηκαν μαζικά. Ενήλικες πια αφηγούνται αυτό που τους συνόδεψε από τα πρώτα τους βήματα στην ζωή η έλλειψη της μάνας, της οικογένειας, η βία της πατρίδας, η βαρβαρότητα κι η ψυχασθένεια των δήθεν ευεργετούντων, η έλλειψη ταυτότητας, ο μόχθος, η σεξουαλική εκμετάλλευσή τους, ο πόνος, η μοναξιά και το κυριότερο το «γιατί δεν με ήθελε εμένα η μάνα μου». Παιδιά που τους υποσχέθηκαν ένα ψέμα, ήλιο και πορτοκάλια, και έλαβαν σκοτεινιά. Στην καλύτερη περίπτωση βίωσαν κούραση κι εκμετάλλευση, στην χειρότερη δέχτηκαν βία σωματική και ψυχολογική. Άσβεστη η επιθυμία τους για την επανασύνδεση με την οικογένεια, με τη μάνα.

Ακολουθούμε τον αγώνα της Margaret. Ακολουθούμε το τι σημαίνει μόνος απέναντι στο πλήθος, στο σύστημα. Το τι σημαίνει το εγώ μπροστά στο σκοπό. Ποιους έχεις ανάγκη. Τι σημαίνει στήριξη σε ένα στόχο τέτοιου μεγέθους. Η ταινία είναι αρκετές φορές αργή. Ίσως για να ενισχύσει την δραματικότητα. Για κάποιους υπερβολικά εκθειασμένος ο αγώνας της Margaret.. Εστιάζει σε πληροφορίες που ξέρεις ότι χρησιμοποιήθηκαν εμβόλιμα στην αφήγηση. Έλλειψη άλλου μέσου; Δεν είναι σαφές. Απλοϊκά θα έλεγα. Όπως κάποιες υπερβολικές αντιδράσεις, θετική ή απορριπτική προς αυτήν, απότομες εναλλαγές πλάνων. Παρόλα αυτά η ταινία δεν ήταν απλοϊκή.

Ακολουθώντας ο Jim Loach τα χνάρια του πατέρα του Ken Loach κινήθηκε σε θέμα κοινωνικού περιεχομένου, χωρίς να αγγίζει τις αιτίες, το άκαμπτο απρόσωπο προσωπείο της εξουσίας, των αρχών, της εκκλησίας.  Επιλέγει με αυτόν τον τρόπο την ρεαλιστική καταγραφή αντί της πολιτικής ανάλυσης. Δεν ενοχλεί. Αντίθετα αφήνει ελευθερία στον θεατή για να οδηγηθεί στα συμπεράσματα ή να ξαναδιαβάσει την ιστορία των εμπλεκομένων χωρών των αναφερόμενων δεκαετιών. Προτρέπεται έμμεσα να επανεξετάσει τον ρόλο των κοινωφελών ιδρυμάτων, των εκκλησιαστικών αδελφοτήτων και το γιατί της φιλανθρωπίας, τον εφησυχασμό και το αφήνω στους άλλους την εφαρμογή του νόμου, της τάξης, της αλληλεγγύης.

1 Δεκεμβρίου 2011

Στις παρυφές (Outbound) - 2010


Ένα πρόσωπο, η Ματίλντα (Ana Ularu), πρώην πόρνη αφήνει την φυλακή, όπου έχει εκτίσει δύο από τα πέντε χρόνια για λογαριασμό άλλου, με το πρόσχημα να παραστεί στην κηδεία της μάνας της.
Ξεκινά την ημέρα με στόχο σε 24 ώρες να κάνει το μεγάλο άλμα, την φυγή από τη χώρα.
Ο θεατής προετοιμάζεται για μια ιστορία λαθρομετανάστευσης, όπως αυτή των αδελφών Νταρντέν, σταδιακά σε τρεις πράξεις. Η μεν Ματίλντα ξεκαθαρίζει λογαριασμούς ή μάλλον επιχειρεί το ξεκαθάρισμα με οικογένεια - παιδική ηλικία, ενηλικίωση  - έρωτα και το τρίτο - μέλλον – μητρότητα.
Πράξη Α, Αντρέι. Θα συναντήσει τον αδελφό της Αντρέι και την οικογένειά της, θα θάψει τη μάνα της, θα βάλει τέλος με το θέμα οικογένεια.
Πράξη Β, Paul. Θα συναντήσει τον έρωτα, πατέρα του παιδιού της, προαγωγό της, αλλά και αιτία φυλάκισής της, αντ’ αυτού. Θα αναζητήσει τα λεφτά της αποζημίωσης, αλλά και της υλοποίησης της φυγής.
Πράξη Γ, Τομά. Ο οχτάχρονος γιος, η συνέχεια, το μέλλον. Η μάνα, έστω και ως φοβισμένο ή εξαγριωμένο αγρίμι παραμένει και δεν είναι μια από τις τρεις πράξεις, τους τρεις λογαριασμούς, είναι ο στόχος ο μη εκφρασμένος ή υπονοούμενος εξαρχής.
Είναι αρκετές 24 ώρες να αποκαταστήσουν σχέσεις, να περιγράψουν μια ζωή έστω και 30 χρόνων, να σκιαγραφήσουν την προσωπικότητα της Ματίλντας, να υποψιασθούμε την αγριότητα στις παρυφές μιας ζωής, μια πόλης, μιας χώρας;
Το κείμενο υπογράφουν μεγάλα ονόματα του ρουμάνικου σινεμά, Tudor Voican (California Dreamin), Cristian Murciu (4months, 3 weeks and 2 days), Ioana Uricaru (Tales from the Golden Age), ο Bogdan George Apetri, σκηνοθέτης και σεναριογράφος, νέος αλλά αποφασισμένος μακριά από τη χώρα του. Το Romania National Centre στήριξε και τα Φεστιβάλ New Directors Film Festival at Moma και το Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης υποδέχτηκαν και βράβευσαν αυτό το δύσκολο φιλμ.
Η Ματίλντα, ένα εξαιρετικά όμορφο πρόσωπο με βλέμμα κι ανάσα αγριμιού αφηγείται τα συναισθήματα που εμείς βιώνουμε.
Οι διάλογοι λιτοί, η δράση και ταχύτητα όπως πρέπει. Η βία μη εμφανώς περιγραφόμενη, αλλά παρούσα, πολλές φορές μη απαραίτητη ή υπερβολική στηλιτεύει την εύκολη ζωή που εμείς διάγουμε.
Η νομοτέλεια που εμφανίζεται τρομάζει.
Το αγρίμι Ματίλντα αποφασισμένο, αλλά εγκλωβισμένο.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται στο χώρο των παρυφών. Οι άνθρωποι σκληραίνουν από μικροί, το συναίσθημα, η ασφάλεια, το εμείς είναι απόντα. Δεν υπάρχουν (με τον αληθινό τους ρόλο) αδελφός, νύφη, συγγενείς, εραστής, αλλά ούτε και ο γιος. Οι δεσμοί έχουν καταλυθεί.
Το ερώτημα «μόνο στις παρυφές;» παραμένει.
Η αγριότητα της επιβίωσης σαρώνει τις πράξεις ανθρωπιάς. Μόνο κάποια βλέμματα επιτρέπει η ζωή και ο Apetri να υπάρξουν ως δείγματα άλλης ζωής και άλλων σχέσεων. Αυτά, των συγκρατούμενων, του αδελφού, του ανεψιού, του σκληρού προαγωγού ως ψιχίο, των ορφανών και φευγαλέα της Ματίλντας.
Τελειώνοντας φοβάσαι μήπως κατά λάθος βηματίσεις εντός των παρυφών.